Μάγος της στρογγυλής θεάς (του μπάσκετ) και ολόψυχα αφοσιωμένος στη θεά Άρτεμη, ο Φραγκίσκος Αλβέρτης βρίσκει πάντα τον τρόπο να ισορροπεί ανάμεσα στις σκληρές απαιτήσεις του πρωταθλητισμού και στα θέλγητρα του κυνηγιού.
Ο Φραγκίσκος Αλβέρτης ανήκει στις προσωπικότητες εκείνες που δεν χρειάζονται εισαγωγικά σημειώματα για την παρουσίασή τους. Επιτυχημένος και δημοφιλής όσο λίγοι μπασκετμπολίστες, διατηρεί ένα σπάνιο προσόν που δύσκολα συναντά κανείς στους «επώνυμους» των ημερών μας. Δεν κρύβει τα πάθη του, ανακαλύπτει τις ισορροπίες του μέσα από αυτά και έχει πάντα το θάρρος της γνώμης του, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις. Όταν του το επισήμανα αυτό, μου δήλωσε με απίστευτη απλότητα πως όταν νιώθει κανείς ενοχές ή κρύβεται σημαίνει ότι δεν τα έχει βρει με τον εαυτό του. Και τότε το τίμημα είναι δυσβάσταχτο, πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο.
Πρέπει να ομολογήσω ότι τα αθλήματα που έχουν σχέση με μπάλα (ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϊ κ.λπ.), δεν με ενδιέφεραν ποτέ και οι γνώσεις μου γύρω από αυτά ταυτίζονται με το απόλυτο μηδέν. Ωστόσο, για τον Φραγκίσκο Αλβέρτη είχα από πολλούς ακούσει θετικά σχόλια, τόσο για το ήθος του όσο και για τις μοναδικές ικανότητές του ως αθλητή. Εκείνο, όμως, που με επηρέασε περισσότερο ήταν η επίδραση που είχε η ειλικρίνειά του στον κόσμο, προς όφελος του κυνηγίου. Όταν κάποια φίλη μού εκμυστηρεύτηκε ότι η γνώμη της άλλαξε για το κυνήγι, μαθαίνοντας ότι και ο Αλβέρτης είναι κυνηγός, κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι στη διαμόρφωση άποψης που θα έχουν οι μη κυνηγοί για μας, κάποιες δημοφιλείς προσωπικότητες να ομολογούν το πάθος τους για το κυνήγι και να το υπερασπίζονται.
Βρεθήκαμε Δευτέρα του Πάσχα στο σπίτι μου και συζητήσαμε αρκετή ώρα πριν το κασετοφωνάκι ενεργοποιηθεί, «λογοκρίνοντας» πάθη και γεγονότα. Ο Φραγκίσκος Αλβέρτης είναι από τους ανθρώπους που σε ξαφνιάζουν και κερδίζουν τις εντυπώσεις με τις ευαισθησίες τους, την ειλικρίνειά τους και τον αυθορμητισμό τους. Είναι εξαιρετικά προσιτός, πολύ φιλικός, απίστευτα απλός, αλλά πάνω απ’ όλα πραγματικός Κυνηγός!
Κ&Φ: Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με το κυνήγι;
Φ.Α.: Προέρχομαι από κυνηγετική οικογένεια. Τόσο ο παππούς μου όσο και ο πατέρας μου κυνηγούσαν από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Σε ηλικία 5 ή 6 ετών άρχισαν να με παίρνουν μαζί τους στο κυνήγι. Είτε με τον παππού είτε με τον πατέρα, ακολουθούσα τα εκπαιδευτικά και αργότερα τις κυνηγετικές εξόδους με ιδιαίτερο πάθος. Δεν υπήρχε περίπτωση να μου τη γλιτώσει κανείς. Περίμενα τις κυνηγετικές εξόδους πώς και πώς…
Ώσπου ήρθε η μεγάλη στιγμή. Όταν έγινα 11 ή 12 ετών, δεν θυμάμαι ακριβώς, ήρθε μια μέρα ο πατέρας στο σπίτι κρατώντας στα χέρια του ένα κουτί. Για πολύ καιρό προηγουμένως, είχε ασχοληθεί με το να μου διδάξει ώστε να εμπεδώσω ότι το όπλο δεν είναι παιχνίδι, αλλά ένα αντικείμενο που σκοτώνει, που χρειάζεται προσοχή και προσγειωμένη προσέγγιση για να το χρησιμοποιήσουμε σωστά και πάνω απ’ όλα με σύνεση στο κέφι μας, στο κυνήγι. Άνοιξα, λοιπόν, το κουτί και βρήκα μέσα ένα 32άρι σούπερ ποζέ, γαλλικό. Παράλληλα εκείνος αράδιασε μπροστά μου ένα κουτί σκάγια, πυρίτιδα, τάπες, έναν ξεκαψουλωτή, μία ζυγαριά και μία χειροκίνητη μηχανή ρελιάσματος. Μου έδωσε και κάποιους κάλυκες και μου είπε: «Θα σου πω τις δοσολογίες και θα σου μάθω να γεμίζεις μόνος σου τα φυσίγγια σου. Χρειάζεται ακρίβεια και πολλή προσοχή. Από δω και πέρα δεν θα ξανασχοληθώ με τα φυσίγγια σου. Όταν σου τελειώνει η πυρίτιδα ή τα σκάγια, θα μου λες να σου φέρνω».
Έτσι και έγινε. Είχα πια δικό μου όπλο και μπορούσα να ακολουθώ τους δικούς μου στο κυνήγι, όταν και όπου δεν υπήρχε μεγάλος κίνδυνος για έλεγχο του δασαρχείου. Έχει τύχει, βέβαια, στραβή και χρειάστηκε να μείνω για ώρα κρυμμένος μέσα σε ένα σχοίνο, σαν το λαγό, μέχρι να περάσει ο κίνδυνος. Στο κυνήγι προσπαθώ να είμαι πάντα νόμιμος, αλλά όταν ήμουν ανήλικος δεν μπορούσα να αντισταθώ στο πάθος του κυνηγίου. Θυμάμαι ακόμα τις πρώτες του συμβουλές: «Τώρα, στην αρχή, το όπλο πάντα ανοιχτό, με προσοχή και πάντα αλάργα από τους άλλους. Αισθάνθηκα άρχοντας. Κυνηγούσα, μάζευα τους κάλυκες, γέμιζα τα φυσίγγια μου και πάλι από την αρχή.
Κ&Φ: Πού κυνηγούσες εκείνα τα χρόνια;
Φ.Α.: Μεγάλωσα στη Γλυφάδα. Είχαμε κοντά μας τα καλύτερα κυνηγοτόπια, τα Λεγραινά, που τώρα τα κόψαμε λόγω πολυκοσμίας, τη Γλυφάδα, τη Βάρη. Ακόμα κρατάνε την κατάλληλη εποχή ορτύκια και μπεκατσούλες το χειμώνα. Τα κυνηγούσα από τότε και συνεχίζω μέχρι σήμερα. Το κυνήγι είναι μικρόβιο, είναι αρρώστια που δεν μπορείς να της αντισταθείς.
Κ&Φ: Ξεκίνησες λοιπόν το κυνήγι, πριν το μπάσκετ…
Φ.Α.: Α, ναι βέβαια. Σε ηλικία 12 ετών γράφτηκα στην ομάδα της Γλυφάδας, πήγα 2–3 φορές, αλλά υπήρχε πρόβλημα. Οι προπονήσεις γινόντουσαν τότε Σαββατοκύριακο, γιατί τις άλλες μέρες είχαμε σχολείο. Εγώ, όμως, δεν θυσίαζα με τίποτε το κυνήγι με τον πατέρα και τον παππού για να πάω στην προπόνηση. Έτσι πολύ σύντομα τα παράτησα. Όταν σε ηλικία 14 ετών ξαναπήγα, δεν με δεχόντουσαν στην ομάδα γιατί πίστευαν ότι το κυνήγι θα με τραβούσε και πάλι μακριά από τις προπονήσεις. Χρειάστηκε, θυμάμαι, να επέμβει ο Γιάννης ο Παραγιός, του Ολυμπιακού και προπονητής στην ομάδα της Γλυφάδας, για να με πάρουν. «Γράψτε τον στην ομάδα και ας μην έρχεται», τους είπε. Έτσι ξεκίνησε η ιστορία με το μπάσκετ.
Κ&Φ: Το επόμενο όπλο σου, μετά το 32άρι, ποιο ήταν;
Φ.Α.: Το επόμενο όπλο ήρθε με τον πρώτο μου μισθό. Γράφτηκα στην ομάδα της Γλυφάδας, όπως σου είπα, στα 16 μου πήρα μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, παίζοντας στην ομάδα των εφήβων και κάνοντας προπονήσεις με τους μεγάλους όπου παραμένω επί 15 χρόνια, μέχρι σήμερα. Με την ενηλικίωσή μου πήρα τον πρώτο μισθό. Θυμάμαι, τα γραφεία της ομάδας ήταν τότε στο κέντρο, πάνω από κάποιο οπλοπωλείο. Μόλις πήρα, λοιπόν, την επιταγή του πρώτου μισθού, ποσού 200.000 δραχμών (τότε ήταν πολλά λεφτά), την «κατέθεσα» αμέσως στο κατάστημα και πήρα μία καραμπίνα Franchi, ένα ψαροντούφεκο, καινούργια πέδιλα, μάσκα και αναπνευστήρα. Το όπλο αυτό χάθηκε 10 χρόνια αργότερα στον παράδεισο του Έβρου. Είχαν παγώσει τα χέρια μου τόσο πολύ, που γυρίζοντας να ρίξω σε ένα παπί, γλίστρησε και έπεσε στο νερό. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Δεν μου ‘φτανε η στεναχώρια μου, είχα και την καζούρα του βαρκάρη και της παρέας: «Κάποιος αύριο θα βγάλει στο νταούλι του μια καραμπίνα». Ακόμα στεναχωριέμαι για κείνο το όπλο.
Κ&Φ: Σήμερα πόσα όπλα έχεις;
Φ.Α.: Έχω καμιά 30αριά, αλλά η αδυναμία μου παραμένουν τα μικρά διαμετρήματα και τα πλαγιόκαννα! Τα περισσότερα θηράματα τα κυνηγάω με δίκαννο 20άρι. Καραμπίνα χρησιμοποιώ κυρίως στα παπιά. Το διαμέτρημα 12 το έχω καθιερώσει στο κυνήγι της μπεκάτσας.
Κ&Φ: Η καραμπίνα είναι 12άρα ή 20άρα;
Φ.Α.: 12άρα, αλλά φέτος αγόρασα και μία σε διαμέτρημα 20, από μια συλλεκτική σειρά και σκέφτομαι να την καθιερώσω στο κυνήγι. Ξέρεις, λόγω σωματικής διάπλασης (ο Φραγκίσκος Αλβέρτης έχει ύψος 2,04), είναι δύσκολο να μου ταιριάξει κάποιο όπλο.
Κ&Φ: Παρήγγειλες ποτέ κάποιο όπλο στα μέτρα σου;
Φ.Α.: Μέχρι σήμερα όχι, αλλά είναι μέσα στα σχέδια μου για το μέλλον. Ξέρεις, όταν ξεκινάς την καριέρα σου σε ένα χώρο όπως το μπάσκετ, χρειάζεται να προσπαθήσεις πολύ τα πρώτα χρόνια μέχρι να φτάσεις σε κάποιο επίπεδο και να καθιερωθείς. Βέβαια, απολαμβάνεις ότι όσο περνάνε τα χρόνια, σου δίνεται η ευκαιρία να κυνηγάς όλο και περισσότερο. Αυτό μου αρέσει πολύ, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς το κυνήγι. Είναι γραμμένο πλέον στο DNA μου. Με τη γυναίκα μου είμαστε μαζί από 16 ετών. Δεν κυνηγάει αλλά με ακολουθεί συχνά στις κυνηγετικές μου εξορμήσεις. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί να καταλάβει πώς γίνεται χειμώνα – καλοκαίρι να μιλάω συνέχεια για αυτό. Καλοκαίρι, ήλιος, ζέστη, ψαρέματα και ξαφνικά τσουπ η συζήτηση να γυρίζει πάντα στο κυνήγι. Έτσι είναι αυτά τα πράγματα. Δεν αλλάζουν! Είναι τρόπος ζωής. Μα για κάποιο σκυλί, μα για κάποιο θήραμα, μα για κάποιο τουφέκι, η συζήτηση γυρίζει πάντα στο κυνήγι.
Κ&Φ: Ποια κυνήγια έρχονται πρώτα στις προτιμήσεις σου;
Φ.Α.: Για μένα το κυνήγι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα σκυλιά. Είχα την τύχη να κυνηγάω από τα πρώτα μου χρόνια με κόκερ, μία φυλή που σου δίνει τη δυνατότητα να ασχοληθείς με όλα τα κυνήγια. Αγαπημένα μου κυνήγια είναι η μπεκάτσα, το ορτύκι και το παπί, κυνηγάω όμως τα πάντα. Και αυτό το εννοώ. Με συναρπάζουν όλα τα κυνήγια, από τη σιταρήθρα (και εδώ κυριολεκτώ), το ορτύκι, το τρυγόνι, την πέρδικα, την τσίχλα, το αγριοκούνελο, μέχρι το παπί. Απλώς, επειδή έχω αδυναμία στα σκυλιά, θέλω στο κυνήγι πάντα να έχω μαζί μου τη συντροφιά του κυνηγόσκυλου.
Κ&Φ: Συνεχίζεις να διατηρείς κόκερ;
Φ.Α.: Έχω αρρώστια με τα κόκερ. Αυτή τη στιγμή έχω 6 κόκερ, ένα ημίαιμο κόκερ και τρία σκυλιά φέρμας, δύο κούρτσχααρ και ένα πόιντερ, που μου δώρισαν απ’ τα Σκόπια. Ήταν άλλη μία απόδειξη ότι όταν ο άνθρωπος είναι καλός δεν παίζει ρόλο η μόρφωση, το βιοτικό ή το οικονομικό επίπεδο. Αλλάζουν μόνο οι συνθήκες στις οποίες ζει. Αυτό το πόιντερ έχει την εξής ιστορία. Κυνηγούσα πέρσι στα Σκόπια. Είχα αφήσει τη σκυλιέρα παρκαρισμένη κάτω από ένα δέντρο με πυκνό ίσκιο, γιατί είχε δυνατό ήλιο. Μέσα είχα αφήσει ένα κούρτσχααρ που είχα τότε. Την επόμενη μέρα είχε συννεφιά και υπέθεσα ότι το σκυλί θα ήταν στη σκυλιέρα πολύ πιο ασφαλές. Όμως, με τη συννεφιά ανεβαίνει η υγρασία και η ζέστη γίνεται πολύ πιο επικίνδυνη, πράγμα που δεν ήξερα. Όταν γύρισα στο αυτοκίνητο το σκυλί μου είχε πεθάνει από θερμοπληξία. Τρελάθηκα. Ένας Σκοπιανός είδε τη στεναχώρια μου και προσπαθώντας να με παρηγορήσει μου είπε ότι περίμενε μια γέννα από μία πολύ καλή πόιντερ που είχε και ότι θα μου χάριζε ένα κουτάβι. Εγώ δεν έδωσα σημασία και σχεδόν το ξέχασα. Εκείνος, όμως, λίγους μήνες αργότερα, τηρώντας την υπόσχεσή του, μου έστειλε ένα κουτάβι πόιντερ, που σήμερα είναι 11 μηνών και βρίσκεται στο ξεκίνημά του.
Κ&Φ: Εκτός από τα Σκόπια σε ποιες άλλες χώρες έχεις κυνηγήσει;
Φ.Α.: Νοερά έχω κυνηγήσει σε όλες τις χώρες που έχω επισκεφτεί. Όπου και αν βρεθώ με την ομάδα, κοιτάω τα θηράματα και τρελαίνομαι. Θυμάμαι στο αεροδρόμιο της Λιθουανίας, δίπλα στο διάδρομο, στο χορτάρι υπήρχαν καμιά 20αριά καμπίσιες πέρδικες. Είχα κολλήσει το πρόσωπό μου στο τζάμι και κοιτούσα. Στη Σουηδία πάλι, πρόπερσι, κινούμασταν στο δρόμο και πεταγόντουσαν οι λαγοί σαν τις γάτες. Και μιλάμε για κάτι λαγούς τεράστιους. Στη Σλοβενία έβλεπες αριστερά και δεξιά από το δρόμο ζαρκάδια και φασιανούς σε απίστευτη ποσότητα. Ουσιαστικό κυνήγι, όμως, έχω κάνει μόνο στην Ελλάδα και στα Σκόπια. Όνειρό μου είναι να γίνει κάποτε η Ελλάδα σαν τις χώρες που προανέφερα. Και αυτό όχι μόνο για μας τους κυνηγούς, αλλά για όλο τον κόσμο. Όπως οι κυνηγοί ονειρεύονται να βρουν τα παιδιά τους το θήραμα που συνάντησαν εκείνοι στα νιάτα τους, έτσι και για τα παιδιά όλου του κόσμου είναι σημαντικό να τους δοθεί η ευκαιρία να γνωρίσουν τα είδη της πανίδας και να ζήσουν σε μια χώρα με πλούσιους βιότοπους. Τη χιλιοτραγουδισμένη πέρδικα, το λαγό, αλλά και όλα τα θηράματα πρέπει να τα χαρούν και οι επόμενες γενιές. Η χλωρίδα και η πανίδα κάθε τόπου ανήκει σε όλους, κυνηγούς και μη, αλλά και στις επόμενες γενιές. Δεν αποτελούν αποκλειστικό προνόμιο κανενός.
Κ&Φ: Ποιος ασχολείται με τη φροντίδα και την εκπαίδευση τόσων σκύλων;
Φ.Α.: Τα σκυλιά μού αρέσει να τα εκπαιδεύω μόνος μου. Όπως πιέζομαι μέσα στο φορτωμένο πρόγραμμα των προπονήσεων και βρίσκω χρόνο για το κυνήγι, το ίδιο κάνω και για τα σκυλιά μου. Μπορεί να έχω προπόνηση πρωί και απόγευμα, αλλά το μεσημέρι θα βρω λίγο χρόνο ανάμεσα στις προπονήσεις, να βγάλω τα σκυλιά μου μία ωρίτσα στις πέρδικες της Βουλιαγμένης, στο χώρο εκπαίδευσης του καταφυγίου.
Κ&Φ: Από τους κυνηγότοπους, ποιος σε συναρπάζει περισσότερο;
Φ.Α.: Φυσικά τα μπεκατσοτόπια, αλλά και ο βάλτος. Πιστεύω ότι ο βάλτος είναι ένας άλλος κόσμος. Οι μυρωδιές του, τα χρώματα, αλλά κυρίως οι ήχοι του είναι το κάτι άλλο! Να χαράζει στο Δέλτα του Έβρου, να βλέπεις τα μοναδικά χρώματα της ανατολής, να είσαι στο καρτέρι σου και να ακούγεται από απέναντι ο ιμάμης. Δεν ξέρω, το παπί με συναρπάζει. Έχω κάνει πολύ καλά κυνήγια στο βάλτο, με όλους τους καιρούς, από λιακάδα μέχρι πολύ κάτω από το μηδέν. Μόνο έναρξη (15 Σεπτέμβρη) δεν ξαναπάω στον Έβρο. Είναι τραγικό. Την πρώτη φορά που πήγα, με φάγανε τα κουνούπια. Γύρισα στην Αθήνα πρησμένος ολόκληρος και στην ομάδα δεν ήξεραν τι μου είχε συμβεί.
Κ&Φ: Πώς καταφέρνεις να βρίσκεις χρόνο για το κυνήγι;
Φ.Α.: Εμένα το πρόγραμμά μου είναι γεμάτο, 6 μέρες την εβδομάδα. Πέντε μέρες έχω προπόνηση και το Σάββατο αγώνα. Όταν λέω προπόνηση, συνήθως είναι διπλή (πρωί και απόγευμα). Το να έχω κάποιο πρωινό ελεύθερο ή κάποιο απόγευμα, σημαίνει ότι έχω ρεπό. Τα ρεπό τα εκμεταλλεύομαι για κάποιο εκπαιδευτικό ή για κάποιο κοντινό κυνήγι. Όπως και να έχει το πράγμα, όμως, το Σάββατο το βράδυ μετά τον αγώνα, είμαι στο δρόμο προς κάποιο κυνηγότοπο. Όλο αυτό μπορεί σωματικά να με επιβαρύνει, αλλά ψυχικά μου προσφέρει ισορροπία και δύναμη. Όταν κάτι το θέλεις πραγματικά, βρίσκεις χρόνο να το πραγματοποιήσεις.
Θυμάμαι όταν γέννησε η γυναίκα μου, ήμασταν στη Σλοβενία για προπόνηση. Τραυματίζονται πέντε παίκτες και αναγκαζόμαστε να γυρίσουμε πίσω, δέκα μέρες νωρίτερα. Με το που έφτασα στο αεροδρόμιο έμαθα ότι γεννάει από στιγμή σε στιγμή η γυναίκα μου. Πήγα στο μαιευτήριο, 4.30 με 5.00 γεννήθηκε ο γιος μου. Κοίταξα με νόημα τον παππού και φύγαμε επί τόπου να εγκαινιάσουμε το νέο μέλος της οικογένειας, κυνηγώντας ορτύκια στη Γλυφάδα, στα μέρη που ξεκίνησα το κυνήγι. Έχει πουλιά, μη νομίζεις. Η Αττική κρατάει πουλιά, και αν υπήρχε η κατάλληλη οργάνωση, θα μπορούσε να γίνει κυνηγετικός παράδεισος. Όλα αυτά στα λέω για να εξηγήσω ότι όταν υπάρχει θέληση και πάθος για κάτι, βρίσκεις χρόνο να ασχοληθείς με αυτό, όσο πιεσμένο πρόγραμμα και αν έχεις.
Κ&Φ: Πώς εξελίσσεται η κυνηγετική περίοδος, σύμφωνα με τις προτιμήσεις σου;
Φ.Α.: Στην αρχή θα προτιμήσω, αν έχει ορτύκια, να ασχοληθώ με αυτά, ενώ με το τρυγόνι μόνο περιστασιακά. Στη συνέχεια, λίγη τσίχλα στις αρχές και μετά μπεκάτσα. Μετά ακολουθούν τα υπόλοιπα κυνήγια. Κυνηγάω σε όλη την Ελλάδα, όπου υπάρχει καλή παρέα και δυνατότητα γρήγορης πρόσβασης, γιατί ο χρόνος είναι περιορισμένος.
Το κυνηγετικό πρόγραμμα άλλαξε μόνο τη χρονιά του στρατού. Κατατάχτηκα στο πυροβολικό και η πρώτη μου μετάθεση ήταν κοντά στα αγαπημένα μου μέρη, στην Αλεξανδρούπολη. Οι αθλητές έχουν κάποιες διευκολύνσεις στο στρατό, προκειμένου να παρακολουθούν στοιχειωδώς και τις προπονήσεις τους. Ωστόσο, Δευτέρα και Τρίτη έπρεπε να βρίσκομαι πάντα στη μονάδα μου. Όταν μου δόθηκε η δυνατότητα να ζητήσω κάποια χάρη στο στρατόπεδο, προτίμησα να χρεωθώ, σχεδόν σε μόνιμη βάση, υπηρεσία περιπόλου 12.00 με 3.00 τη νύχτα, για να μπορώ να πηγαίνω δύο ώρες το πρωί και δύο ώρες το απόγευμα στο κυνήγι. Ο Γκιαούρ Αντάς είναι μοναδικός τόπος. Οι μήνες που υπηρέτησα στην Αλεξανδρούπολη ήταν χωρίς υπερβολή οι ωραιότεροι μήνες της ζωής μου. Θυμάμαι ξύπναγα Κυριακή 3.30 το πρωί να πάω στο αεροδρόμιο για να ανέβω Αλεξανδρούπολη στο στρατόπεδο και ξανακοιμόμουνα 3.30 τη νύχτα της Δευτέρας.
Κ&Φ: Τι θα ήθελες να αλλάξει στο κυνήγι στην Ελλάδα;
Φ.Α.: Δεν μου αρέσει να μπαίνω, ούτε στα χωράφια της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας ούτε σε κανενός άλλου. Απλά πιστεύω ότι τα βουνά της Αττικής μπορούν εύκολα να γίνουν ένας κυνηγετικός παράδεισος. Το ίδιο ισχύει και για όλη την Ελλάδα. Έχουμε ορεινές εκτάσεις, όπως έχουμε και τις κατάλληλες συνθήκες για να αναπτυχθεί το ενδημικό και να προσελκυθεί το αποδημητικό θήραμα. Χρειάζονται αναπληθυσμοί, οργάνωση και έλεγχος. Όπως χρειάζεται και κυνηγετική παιδεία. Η Ισπανία, για παράδειγμα, έχει φανατικούς κυνηγούς, αλλά έχει και κυνηγετική κουλτούρα. Βλέπεις πληθώρα ελαφιών ή περδίκων και δίπλα ένα παιδάκι μπορεί να περιεργάζεται ένα τρόπαιο, το κεφάλι ενός ελαφιού. Αυτό αν γινόταν εδώ, θα είχε ξεσηκωθεί όλος ο κόσμος. Τα κυνηγάνε τα ελάφια, αλλά παράλληλα τα προσέχουν και φροντίζουν για να διατηρούνται σε μεγάλους αριθμούς. Τις πέρδικες τις εκτρέφουν και έχουν κυνήγι. Πάνω απ’ όλα όμως έχουν μια συνολικά σωστή διαχείριση. Είναι πανεύκολο τα βουνά της Αττικής να προσφέρουν με μέτρο και με σωστούς αναπληθυσμούς, κάποια θηράματα σε Αθηναίους κυνηγούς. Πάντα με μέτρο και με σύνεση.
Κ&Φ: Ποια είναι η γνώμη σου για τις ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές, τις ρεζέρβες;
Φ.Α.: Έχω πάει κάποιες φορές σε ρεζέρβα, κυρίως για το ξεκίνημα κάποιων κουταβιών μου. Οι ρεζέρβες είναι μια παρεξηγημένη ιστορία. Με σωστή οργάνωση μπορούν να προσφέρουν θήραμα σε άγρια μορφή. Πολλοί παραβλέπουν ότι η αφαίρεση αυτού του θηράματος, ακριβώς επειδή είναι θήραμα εκτροφής, έχει το θετικό ότι δεν επιβαρύνει ούτε στο ελάχιστο το οικοσύστημα. Και εδώ υπάρχει κάτι παράδοξο. Δεν καταλαβαίνω γιατί μια ελεγχόμενη περιοχή με θηράματα εκτροφείου πρέπει να κλείνει μαζί με το υπόλοιπο κυνήγι. Είναι παράλογο να απαγορεύεται το κυνήγι σε θηράματα που προέρχονται από κλωσομηχανές. Προσφέρονται κάλλιστα στη νεκρή περίοδο, τόσο για εκπαίδευση κυνηγόσκυλων, όσο και για την εκτόνωση κάποιων κυνηγών. Αρκεί να λειτουργούν σωστά και να παρατείνεται η επιτρεπόμενη περίοδος σε αυτές. Χώρια που τα έσοδα από μια τέτοια δραστηριότητα των κρατικών ρεζερβών, θα ήταν μεγάλα και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση και αναβάθμιση των βιοτόπων. Εδώ, όμως, πρέπει να ξεκινήσει κανείς από πιο απλά πράγματα. Πηγαίνω στις Αλυκές της Βουλιαγμένης και η μισή έκταση έχει γίνει ελικοδρόμιο, ενώ η άλλη μισή είναι γεμάτη μπάζα. Και δίπλα στα μπάζα βλέπεις ότι εξακολουθούν να περνάνε και να σταθμεύουν παρυδάτια αποδημητικά. Δεν καταλαβαίνω γιατί να καταστρέφουμε έναν υπέροχο βιότοπο, μέσα στην Αττική και αντί να τον χρησιμοποιούμε για να δείχνουμε στα παιδιά μας διάφορα είδη της πτηνοπανίδας, τον γεμίζουμε μπάζα. Και αυτό τη στιγμή που υπάρχουν τόσες άλλες εκτάσεις ανεκμετάλλευτες.
Κ&Φ: Προσωπικά σού εύχομαι να συνεχίσεις να παίζεις μπάσκετ μέχρι τα 100 σου χρόνια. Ωστόσο, η επαγγελματική σταδιοδρομία κάθε αθλητή έχει κάποια πεπερασμένα όρια. Ποια είναι τα σχέδιά σου όταν θα έρθει η ώρα να εγκαταλείψεις την ενεργό δράση;
Φ.Α.: Αυτό που μπορώ σίγουρα να σου πω είναι ότι σκοπεύω, όταν έρθει εκείνη η ώρα, να αφιερωθώ αποκλειστικά στο κυνήγι, τουλάχιστον για έξι μήνες. Δεν έχω παράπονο, έχω κυνηγήσει πολύ στη ζωή μου, αλλά δεν το έχω χορτάσει. Κάθε άνθρωπος είναι κομμάτι του οικοσυστήματος. Το κυνήγι είναι καταγεγραμμένο στο DNA μου, είναι για μένα πάθος ζωής. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς κυνήγι. Μου είναι αδύνατον. Το κυνήγι για μένα είναι αστείρευτη πηγή ηρεμίας, ισορροπίας και απόλαυσης.
Η συνέντευξη με τον Φραγκίσκο Αλβέρτη σταμάτησε κάπου εδώ. Δυστυχώς, το χαρτί μεταφέρει απόψεις, χωρίς να μπορεί συνήθως να μεταδώσει το πάθος με το οποίο αναφέρεται κανείς σε κάτι. Έμενε ελάχιστη ώρα για να δούμε κάποια όπλα και να κουβεντιάσουμε γι’ αυτά. Λίγο μετά, ο Φραγκίσκος είχε την απογευματινή του προπόνηση. Κλείσαμε με την υπόσχεση να τα ξαναπούμε σύντομα, στην Αθήνα ή σε κάποιο κυνηγότοπο…