Tο Γαλαξίδι, μία από τις πιο όμορφες και ήσυχες παραθαλάσσιες πόλεις της Ελλάδας, διατηρεί μέχρι σήμερα αναλλοίωτο τον αυθεντικό παραδοσιακό του χαρακτήρα. Χτισμένο στη νότια ακτογραμμή της Στερεάς Ελλάδας, στη Φωκίδα, αποπνέει αρχοντική ατμόσφαιρα «νησιού» και κουβαλά την αίγλη της ένδοξης ναυτικής του παράδοσης.
Η πόλη έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος οικισμός, έχει σταθερά ήπια τουριστική ανάπτυξη, και απέχει περίπου τρεις ώρες οδικώς από την Αθήνα.
Αθήνα- Γαλαξίδι: Διαδρομή με… κλασική αξία
Η διαδρομή από την Αθήνα προς το Γαλαξίδι (210 χλμ.) είναι μία από τις πιό όμορφες και συνάμα πιο γνωστές τουριστικά. Ορεινή στο μεγαλύτερο τμήμα της (σε σχετικά άνετο οδικό δίκτυο- χωρίς διόδια) περνά από τη γραφική Αράχωβα και τη βουνίσια ομορφιά του Παρνασσού, διασχίζει το μυστηριακό τοπίο των Δελφών και κατηφορίζει μέσα από επίπεδους ελαιώνες προς τη θάλασσα και την παραλιακή Ιτέα. Ενα “κατέβασμα” 34 χλμ. (απόσταση Δελφοί – Γαλαξίδι) με πανοραμική θέα στον Κορινθιακό κόλπο και τις βόρειες ακτές της Πελοποννήσου.
Από την Ιτέα η διαδρομή γίνεται πλέον παραλιακή, και σε λίγα λεπτά φτάνει στο κοντινό Γαλαξίδι, ενώ συνεχίζει δυτικά προς Ναύπακτο και τη γέφυρα Ρίου-Αντιρίου (σύνδεση με Πελοπόννησο).
“Άλλος με τη βάρκα μας!!!”
“Μέχρι το 1963 που τελείωσε ο δρόμος Ιτέας – Ναυπάκτου, το Γαλαξείδι έμεινε ήσυχο και γραφικό, γιατί η κύρια σύνδεσή του ήταν οι θαλάσσιοι δρόμοι. Ετσι, χωρίς να είναι νησί, δημιούργησε μια ατμόσφαιρα νησιώτικη και έναν χαρακτήρα δικό του», αναφέρει η λαογράφος Ροδούλα Σταθάκη. Οι ντόπιοι, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1950, οπότε έγινε η διάνοιξη της δρόμου οδού Ιτέας–Γαλαξειδίου-Ναυπάκτου, επικοινωνούσαν μόνο δια θαλάσσης με τον έξω κόσμο. Στο μικρό τότε λιμανάκι βάρκες στη σειρά μετέφεραν ανθρώπους και εμπορεύματα στην αντικρινή Ιτέα…
Με το βλέμμα στη θάλασσα…
Το Γαλαξίδι “βλέπει” στη θάλασσα. Αυτός ήταν ο δρόμος που έφερνε ή έπαιρνε μακριά αγαπημένα πρόσωπα.
Ακόμη και σήμερα, ο ταξιδιώτης που φτάνει οδικώς στο γραφικό Γαλαξείδι έχει την αίσθηση ότι… μπήκε από την πίσω πόρτα, σε αντίθεση με την εικόνα που αντικρίζει όποιος προσεγγίζει με σκάφος δια θαλάσσης.
Η άλλοτε κραταιά ναυτική πολιτεία, χτισμένη επάνω σε λοφίσκους, με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στην κορυφή, καθρεφτίζεται στα ακίνητα νερά μίας κλειστής θάλασσας γεμάτη βραχονησίδες με ξωκλήσια, υφάλους και φάρους.
Ο κεντρικός δρόμος οδηγεί στην πλατεία Ν. Μάμμα και στη συνέχεια κατηφορίζει στο κυρίως λιμάνι. Το Γαλαξίδι έχει δύο δύο φυσικά λιμάνια, την Αγορά και το Χηρόλακα. Εδώ συγκεντρώνεται όλη η κίνηση, μέχρι και την Πέρα Πάντα, το πευκοδάσος απέναντι. ‘Ενα μεγάλο ψαράδικο έχει τα δίχτυα απλωμένα στην κουπαστή και ξεπουλά ό,τι απέμεινε από την ψαριά του. Καϊκια “δένουν” στο μώλο ολοχρονίς και δεκάδες μικρά ιστιοφόρα αγκυροβολούν στην περιοχή τα καλοκαίρια.
Όλα γύρω μαρτυρούν το ένδοξο ναυτικό παρελθόν, αντανακλούν την αίγλη των πολυταξιδεμένων ναυτικών και τη νοικοκυροσύνη των παλιών καπεταναίων. Τότε που τα γαλαξειδιώτικα σκαριά κυριαρχούσαν στα πελάγη με φουσκωμένα πανιά…
Το Γαλαξίδι υπήρξε σπουδαίο ναυτικό κέντρο που γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Την εποχή εκείνη τα γαλαξειδιώτικα ιστιοφόρα άνοιγαν πανιά για θάλασσες μακρινές κι έβαζαν πλώρη για Πειραιά, Πάτρα, Βενετία, Μασσαλία, Λιβόρνο, Οδησσό…
Στα μέσα του 19ου αι. η γαλαξειδιώτικη ναυτιλία αγγίζει τη μεγαλύτερη ακμή της με περίπου 300 εμπορικά ιστιοφόρα. Η περίοδος της ναυτικής ευηµερίας τελειώνει για το Γαλαξείδι στις αρχές του 20ου αιώνα, µε την εµφάνιση των ατµόπλοιων. Για χίλιους-δυό λόγους οι Γαλαξειδιώτες δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν την τεχνολογία της εποχής. Κατάφεραν όμως να διασώσουν την ξεχωριστή αρχιτεκτονική και η πολιτιστική κληρονομιά τους.
Το Γαλαξίδι διατηρεί ακέραιη, μέχρι σήμερα, τη γοητευτική ατµόσφαιρα εκείνης της εποχής. Γι΄ αυτό και είναι ένας ήσυχος και ρομαντικός προορισμός. Πολλά αρχοντικά καπετανόσπιτα λειτουργούν σήμερα ως ξενώνες από οικογενειακές επιχειρήσεις παρέχοντας υψηλού επιπέδου τουριστικές υπηρεσίες, με σεβασμό και έμφαση στην παράδοση του τόπου.
Χαρακτηριστική η αγαλματένια φιγούρα της γυναίκας στέκει με το βλέμμα καρφωμένο στη θάλασσα, γεμάτο προσμονή, και κατευοδώνει τον ναυτικό άντρα της.