Αυτά δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά ένα χρόνιο πρόβλημα όπως καταγράφεται από το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» και άλλους φορείς, που απλώς τώρα κορυφώνεται. Πρέπει να αναλογιστούμε ότι γίνεται γνωστό μόνο ένα μικρό μέρος των εκβρασμένων και θανατωμένων ζώων, δεδομένου ότι υπάρχει εύκολη πρόσβαση μόνο στο 20-30% της ελληνικής ακτογραμμής, η οποία ξεπερνάει τα 18.000 χλμ. Συνεπώς, ο πραγματικός αριθμός των θανατωμένων ή εκβρασμένων ζώων είναι πολύ μεγαλύτερος, με την πλειονότητα των περιστατικών να μην γίνονται ποτέ αντιληπτά.
Εάν μας ενδιαφέρει η λύση του προβλήματος, οφείλουμε να δούμε την πραγματική του διάσταση. Επομένως, λύση δεν αποτελεί η δαιμονοποίηση των κοινωνιών των νησιών, αλλά ούτε και της πλειοψηφίας των πραγματικών ψαράδων, οι οποίοι δεν φέρουν καμία ευθύνη για αυτά τα εγκλήματα. Παράλληλα με την έξαρση στις θανατώσεις προστατευόμενων ειδών, παρατηρείται και η έξαρση στις παράνομες και καταστροφικές πρακτικές αλιείας, από μία μειοψηφία επαγγελματιών και ερασιτεχνών ψαράδων. Οι περισσότεροι που δολοφονούν αυτά τα προστατευόμενα ζώα, είναι γνωστοί στις τοπικές κοινωνίες, όμως όποιος έχει επιχειρήσει να κινηθεί εναντίων τους έχει κινδυνεύσει, τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένεια του. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις ανθρώπων που τόλμησαν να κάνουν αντίστοιχες καταγγελίες για αλιευτικά σκάφη που έφεραν εκρηκτικά και όπλα, με μοναδικό αποτέλεσμα να γίνει η καταγγελία τους γνωστή μέσα σε λίγες ώρες στους παρανομούντες και να δεχθούν προσωπικές απειλές και δολιοφθορές. Λίγες μόνο από τις περιπτώσεις απειλών και δολιοφθορών έχουν πάρει τη δικαστική οδό.
Πώς λοιπόν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα μεμονωμένοι πολίτες, όταν ένας φορέας όπως το Ινστιτούτο «Αρχιπέλαγος», ακολουθώντας το σύνολο των τυπικών διαδικασιών, δεν μπορεί να φέρει αποτέλεσμα σε αντίστοιχα περιστατικά; Ενδεικτικό παράδειγμα αφορά στην κατάσταση που επικρατεί στις νότιες Κυκλάδες, με τη συνεχή χρήση δυναμίτη και τις άλλες μορφές καταστροφικής αλιείας, όπου το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, έχει κάνει πολυάριθμες καταγγελίες υποδεικνύοντας συγκεκριμένα άτομα και σκάφη. Ενώ λοιπόν τα στοιχεία αυτά δόθηκαν σε πολυάριθμες ένορκες καταθέσεις για την Εισαγγελία και το Τμήμα Εσωτερικών Υποθέσεων του Λιμενικού Σώματος, οι προβλεπόμενες ποινές δεν εφαρμόστηκαν. Μάλιστα, οι ίδιοι άνθρωποι που έχουν πιαστεί επ’ αυτοφώρω με μεγάλες ποσότητες εκρηκτικών, αυτή τη στιγμή συνεχίζουν να δρουν ανενόχλητοι και με μεγαλύτερο θράσος, καταστρέφοντας σχεδόν καθημερινά με τη χρήση δυναμίτη τη θάλασσα των νότιων Κυκλάδων, θανατώνοντας έτσι οτιδήποτε ζει μέσα στη θάλασσα.
Ενδεικτικά και για να γίνει κατανοητή η έκταση του προβλήματος, σε παλαιότερη καταγγελία που έγινε από το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος προς το Λιμεναρχείο Νάξου, για περιστατικό χρήσης δυναμίτη σε συνδυασμό με παράνομη αλιεία/συλλογή ψαριών με κατάδυση, που έγινε από συγκεκριμένο ψαρά και αλιευτικό σκάφος, λάβαμε λίγες ώρες αργότερα απειλητικό τηλεφώνημα που συνοδεύτηκε με φαξ του αντιγράφου της καταγγελίας μας, όπως αυτή καταγράφηκε στο Ημερολόγιο Συμβάντων του Λιμεναρχείου!
Αυτό φυσικά σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζει το σύνολο του Λιμενικού Σώματος, η πλειονότητα του οποίου καταβάλει μία πολύ μεγάλη προσπάθεια, με τα ελλειπή μέσα που διαθέτει, αλλά και την ανεπαρκή νομοθεσία που συχνά διέπει θέματα καταστροφικής αλιείας.
Αυτή η νοοτροπία της συνεχιζόμενης ανομίας και συγκάλυψης, που δυστυχώς βρίσκει σιγά-σιγά και νέους μιμητές, τελικά οδηγεί σε απόγνωση την πλειοψηφία των ψαράδων και των νησιωτών που γίνονται μάρτυρες αυτές της κατάστασης καθημερινά. Όμως δεν τολμούν να την καταγγέλλουν, με το φόβο πως θα γίνουν οι ίδιοι τα νέα θύματα.
Παρόλα αυτά, πρέπει να τονιστεί ότι η έλλειψη προστασίας των απειλούμενων ειδών, ξεκινάει πρώτα από την πολιτεία και από αυτούς που την υπηρετούν διαχρονικά, που επί πολλά χρόνια δεν ασχολούνται με την ουσία και έχουν συμβάλει στο να σπαταληθεί άσκοπα ένας πακτωλός χρημάτων, εξ ονόματος της προστασίας της φύσης. Οι πόροι αυτοί, αντί να φτάνουν στις κοινωνίες σε μορφή επένδυσης και υποδομών, που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την προστασία των σπάνιων ειδών που επιβιώνουν στις θάλασσές μας, έχουν κατασπαταληθεί κυρίως μέσα στην Αθήνα, σε μελέτες, καμπάνιες και γραφειοκρατικές προσεγγίσεις, από μία μικρή μερίδα ανθρώπων και φορέων που επί χρόνια λειτουργούν ως «περιβαλλοντικό λόμπυ». Ένα λόμπυ, που δεν αρκείται μόνο στην κατασπατάληση των πόρων, αλλά χτυπάει υπόγεια και με κάθε ευκαιρία φορείς όπως το Αρχιπέλαγος και πολλούς άλλους, που τολμούν να αντιταχθούν και να κάνουν ουσιαστική δράση για την προστασία της φύσης και των τοπικών κοινωνιών.
Αν δεν αλλάξει κάτι άμεσα και δραστικά, δεν μπορούμε να περιμένουμε παρά μόνο την επιδείνωση αυτής της κατάστασης. Τελικά η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά είναι αποτέλεσμα μίας γενικευμένης κρίσης που ροκανίζει σιγά σιγά, όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας. Ας αφήσουν λοιπόν τα κροκοδείλια δάκρυα, όσοι γνωρίζουν τα βαθιά αίτια αλλά και τη λύση του προβλήματος και δεν έκαναν ποτέ κάτι για αυτό. Οι λύσεις ήταν άλλωστε, πάντα γνωστές, στους πολιτικούς αλλά και στις αρμόδιες τοπικές και εθνικές αρχές. Ωστόσο οι πολίτες και οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών δεν θα πρέπει να παραιτηθούν από την προσπάθεια της διαφύλαξης της μοναδικής μας φύσης. Το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, θα συνεχίσει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και να συμπορεύεται με όλους όσους θέλουν να δοθεί ένα οριστικό τέλος στην καταστροφή των θαλασσών μας.
Θοδωρής Τσιμπίδης
Διευθυντής Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας “Αρχιπέλαγος”