Η χρήση του ποδηλάτου ως μέσο μετακίνησης έχει μόνο ευεργετικά αποτελέσματα, αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι οι ποδηλάτες δεν πρέπει να υπακούουν στους βασικούς κανόνες οδικής κυκλοφορίας και δεν κινδυνεύουν, αν τους παραβιάζουν, με βαριά πρόστιμα.
Μολονότι η χρήση του ποδηλάτου ως μέσον μετακίνησης δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη χώρα μας, όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που επιλέγουν την ποδηλασία είτε για σωματική άσκηση είτε απλώς για να πραγματοποιήσουν μια ευχάριστη καθημερινή ανάπαυλα.
Από τη στιγμή βέβαια που ένα ποδήλατο πατήσει τους τροχούς του στην άσφαλτο και ειδικότερα σε ένα δημόσιο δρόμο, αυτομάτως λογίζεται ως ένα «όχημα», ο αναβάτης τους οποίου οφείλει να ακολουθεί και να συμμορφώνεται με βασικούς κανόνες κυκλοφορίας.
Πέρα, λοιπόν, από τους γενικούς κανόνες χρήσης ενός ποδηλάτου σε δημόσιους δρόμους, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν η απαγόρευση κίνησης δύο ή περισσότερων ποδηλατών παράλληλα, η απαγόρευση χρήσης ακουστικών ή κινητού τηλεφώνου και η απαγόρευση κίνησης με ταχύτητα μεγαλύτερη των 20 χλμ./ώρα, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας προβλέπει και αυστηρά πρόστιμα για παραβάσεις που κρίνονται σοβαρές και πολλαπλασιάζουν τον κίνδυνο ενός σοβαρού τροχαίου ατυχήματος.
Το υψηλότερο πρόστιμο που μπορεί να επιβληθεί σε έναν ποδηλάτη στην Ελλάδα είναι τα 2.000 ευρώ και σχετίζεται με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
Εξίσου αυστηρός είναι ο ελληνικός Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και για την παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη, καθώς το χρηματικό πρόστιμο για έναν ποδηλάτη εξισώνεται με εκείνο που θα κληθεί να καταβάλλει ο οδηγός ενός αυτοκινήτου ή ο αναβάτης μίας μοτοσυκλέτας.
Αντιστοίχως, το ποσό των 200 ευρώ θα αναγκαστεί να πληρώσει ένας ποδηλάτης ο οποίος κινείται ανάποδα σε ποδηλατόδρομο ή σε δρόμο μονής κατεύθυνσης, ενώ για τη χρήση κινητού το πρόστιμο ανέρχεται στα 150 ευρώ.