Τοπίο απόκοσμο. Το φυσικό, το θεϊκό και το ανθρώπινο δεμένα γερά μεταξύ τους, σαν κομποσκοίνι. Πιστοί, τουρίστες, αναρριχητές από όλο τον κόσμο. Ο καθένας εκπληρώνει το δικό του τάμα. Και κυρίως πετυχαίνει τη δική του υπέρβαση.
«Πιλιέ της βροχής», «Γραμμή της Πίπτουσας Σταγόνας», «Δίεδρο της Σχιζοφρένειας», «Αλεξικέραυνο», «Ουράνια Σκάλα», «Νύφη του σατανά»: Από την ώρα που έφτασα, όλο αλλόκοτες ονομασίες ακούω. Οι αναρριχητές γύρω μου δεν ξέρουν πού να πρωτοσκαρφαλώσουν. Εκατόν εβδομήντα πύργοι, 870 διαδρομές σε ύψος. Στα Μετέωρα το αναρριχητικό ένστικτο απογειώνεται, άσε που δεν βρίσκεσαι εδώ κάθε μέρα. Πόσω μάλλον μετά από δύο μήνες απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Πρώτο Σαββατοκύριακο που λειτουργεί το κάμπινγκ Vrachos στο Καστράκι, το αγαπημένο των αναρριχητών. Τα ρούχα έξω από τις σκηνές είναι απλωμένα σε ορειβατικό σκοινί και πιασμένα με καραμπίνερ. Στο κεντρικό κιόσκι βλέπεις σκοινιά, κράνη και ειδικά παπούτσια. Οι χάρτες και οι οδηγοί ανοιχτοί στους πάγκους και από πάνω σκυμμένοι οι ανυπόμονοι σχοινοσύντροφοι. Άγνωστες λέξεις αιωρούνται πάνω από τα βαθύσκιωτα δέντρα: πολύσκοινη, τοπ ροπ, φρεντάκια, καρύδια. Εργαλεία και τεχνικές είναι, που κανέναν λόγο δεν έχεις να μάθεις αν δεν ασχολείσαι με το άθλημα. Έτσι κι αλλιώς στα Μετέωρα έρχεσαι για χίλιους λόγους. Το απόκοσμο τοπίο με τους πελώριους βράχους που μοιάζουν να έπεσαν από τον ουρανό το λες και «σοκαριστικό». Αν συνυπολογίσεις τους ασκητές που σκαρφάλωναν εδώ χωρίς ασφάλειες από τον 11ο αιώνα, ένα έξτρα δέος το νιώθεις. Μετά έγιναν τα διάσημα μοναστήρια. Η UNESCO αναγνώρισε τον τόπο ως «ιερό, αναλλοίωτο και απαραβίαστο» και τον ενέταξε στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Ραπέλ από τον βράχο σαν άλλος Σπάιντερμαν. (Φωτογραφία: ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ)
Ο πραγματικά οργανωμένος, κοινοβιακός μοναστικός βίος ήρθε το 1340, μαζί με τον Αγιορείτη μοναχό Αθανάσιο «Μετεωρίτη», που σκαρφάλωσε στον μεγαλύτερο βράχο Πλατύ Λίθο, τον ονόμασε «Μετέωρο» βαφτίζοντας για πάντα την περιοχή, και ίδρυσε τον ναό της Παναγίας της Μετεωρίτισσας Πέτρας και σταδιακά το Μεγάλο Μετέωρο. Ακόμα και οργανωμένοι, βέβαια, οι μοναχοί χρησιμοποιούσαν ξύλινες σκαλωσιές και ανεμόσκαλες για να φτάσουν στα ουράνια. Αργότερα τις αντικατέστησαν με πύργους αναβάσεως και μεταφέρονταν με δίχτυα και σιδερένια κλουβιά έως το 1922, οπότε παροπλίστηκαν αυτά τα τρομακτικά «μεταφορικά μέσα» και διαμορφώθηκαν τα σημερινά σκαλοπάτια.
Κάπως έτσι και οι αναρριχητές βρίσκουν εδώ τον δάσκαλό τους. Όχι μόνο λόγω δέους. Περισσότερο η πρόκληση είναι. Τα βράχια με το μεγάλο ύψος, τα αλλόκοτα πιασίματα στο κροκαλοπαγές πέτρωμα, οι ασφάλειες που είναι αραιές αλλά καίριες, μιας και οι διαδρομές ανοίχτηκαν πριν από 40 χρόνια με πενιχρά μέσα. «Αυτός είναι ο Dietrich Hasse, τη δεκαετία του 1980, κοίτα παπούτσια, κοίτα ζώνη»: Ο Βαγγέλης Μπάτσιος, ντόπιος αναρριχητής που φροντίζει και για τη συντήρηση των διαδρομών, μου δείχνει φωτογραφίες από τα τότε, στην ταβέρνα Παράδεισος. Άλλοι ξυπόλυτοι, άλλοι με παπούτσια ορειβατικά, με ζώνες προπολεμικές, είναι να τους θαυμάζεις για το κουράγιο και την τρέλα τους, όπως και τους ασκητές – πίστη να υπάρχει.
Τα μονοπάτια προς τα αναρριχητικά πεδία, τις μονές και τις σκήτες διασχίζουν συνήθως πυκνά δάση. (Φωτογραφία: ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ)
Πάντως η αναρριχητική ηθική δεν επιτρέπει επεμβάσεις, έτσι κι αλλιώς το πέτρωμα ευνοεί την έξτρα ασφάλεια με ιμάντες: «Αφού κάποιοι τα κατάφεραν έτσι, έτσι θα το κάνεις κι εσύ. Μία διαδρομή είναι σαν έργο τέχνης, πας μετά και το πειράζεις; Αυτό επιβάλλει η αναρριχητική κουλτούρα. Γίνε καλύτερος αν θες να την καταφέρεις», μου λέει ο Νίκος Λαζανάς, οδηγός βουνού, μέλος του σωματείου Ελλήνων οδηγών βουνού και εκπαιδευτής ορειβασίας-αναρρίχησης της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας Αναρρίχησης, τον οποίο βρίσκω να σκαρφαλώνει στον διάσημο βράχο Αδράχτι. «Τα Μετέωρα χαρακτηρίζονται από πλάκες και σχισμές και δεν έχουμε πολλές σχισμές στην Ελλάδα. Οι σχισμές δεν ασφαλίζονται, βάζεις δικές σου ασφάλειες επιτόπου, οπότε αυτό είναι πολύ γοητευτικό και μεγάλη πρόκληση. Είναι η αναρρίχηση σε όλο της το μεγαλείο. Εδώ βρίσκεις διαδρομές κύρους, όχι απλές σπορ διαδρομές, όπως τις λέμε. Υπάρχουν βέβαια και πιο χαλαρές και τις κάνεις πολύ ευχάριστα, γιατί έτσι κι αλλιώς είναι πανέμορφα», καταλήγει.
Για τους αρχάριους τα Μετέωρα είναι δύσκολα, λένε, για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Ακόμα και πολύ έμπειροι αναρριχητές έχουν ζοριστεί όταν καλούνται να διασχίσουν απόσταση 6 μέτρων μέχρι την επόμενη ασφάλεια. Η ψυχολογία είναι το άλφα και το ωμέγα. Κι ό,τι νιώθεις στα Μετέωρα είναι πάντα, έτσι κι αλλιώς, σε υπερθετικό βαθμό.
Περίπατοι στα χούνια
Μεγάλη απορία είχα αν έχουν κάνει την εμφάνισή τους οι χιλιάδες ξένοι επισκέπτες. Τα Μετέωρα είναι ένα από τα πιο δημοφιλή μέρη της Ελλάδας. Αντ’ αυτών βρήκα κάποιους ξένους που είχαν ξεμείνει εδώ τρεις μήνες και αναχωρούσαν για τη χώρα τους περίλυποι. Στη βόλτα που έκανα στα μοναστήρια με το αυτοκίνητο βρήκα λίγους Έλληνες. Οι διάσημες μονές Μεγάλο Μετέωρο, Βαρλαάμ και Αγίου Στεφάνου είχαν τους περισσότερους. Στη Ρουσάνου, στην Αγία Τριάδα και στην Αναπαυσά επικρατούσε ησυχία. Σε αυτό το ταξίδι δεν μπήκα καν μέσα. Η πεζοπορία εδώ είναι ο καλύτερος τρόπος για να συνδεθείς με αυτόν τον τόπο (εάν δεν σκαρφαλώνεις). Υπάρχουν δεκάδες διαδρομές στις οποίες, παρότι δεν είναι καλά σηματοδοτημένες, δύσκολα χάνεσαι. Ειδικά αν έχεις έναν χάρτη της περιοχής.
Η Μονή Ρουσάνου, η μία από τις έξι σε λειτουργία μονές των Μετεώρων. (Φωτογραφία: ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ)
Πρόκειται για τα παλιά μονοπάτια που συνέδεαν μονές και σκήτες και κάποια είναι καλοφτιαγμένα καλντερίμια μέσα σε πολύ πυκνή βλάστηση. Γενικώς η φύση εδώ εντυπωσιάζει και μόνο περπατώντας την αντιλαμβάνεσαι. Ο ήλιος σπάνια σε αγγίζει, αμέτρητες χελώνες εμφανίζονται πλάι σου, ενώ το κελάηδημα των πουλιών επιβάλλεται. Παραμυθένιο σκηνικό, ειδικά στα χούνια, ανάμεσα στα βράχια. Οι πλέον εύκολες και σύντομες διαδρομές είναι εκείνες που κινούνται στα βράχια πέριξ του Καστρακίου. Εύκολη πεζοπορία, η οποία μάλιστα σε φέρνει και επάνω σε βράχο είναι εκείνη που οδηγεί στο Άγιο Πνεύμα με το εκκλησάκι. Στις άλλες του πλευρές βλέπεις τον Άγιο Γεώργιο τον Μαντηλά με τα πολύχρωμα μαντίλια-τάματα και τις «φυλακές των μοναχών»: ένα σπήλαιο όπου κατέφευγαν οι μοναχοί που ένιωθαν να αμαρτάνουν για να αυτοτιμωρηθούν. Ένας άλλος υπέροχος περίπατος από την παλιά γειτονιά του Καστρακίου σε φέρνει στην «πλατεία» που σχηματίζεται ανάμεσα στους βράχους Πιξάρι, Μπάντοβα και Αμπάρια, όπου βλέπεις τη σκήτη του Αγίου Αντωνίου, τα ασκηταριά του Αγίου Γρηγορίου και με έξτρα πεζοπορία τη μονή του Αγίου Νικολάου του Μπάντοβα. Εναλλακτικά περπατάς έως τον εντυπωσιακό βράχο Αδράχτι. Διάσημη διαδρομή και εκείνη που ξεκινά πριν από τη Μονή Αναπαυσά και φτάνει στο Μεγάλο Μετέωρο.
Αναρριχητές αναμετριούνται με τον βράχο Αδράχτι. (Φωτογραφία: ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ)
Σε μια αντίστοιχη πεζοπορία που έκανα ανάμεσα στα Μικρά Τείχη και το Σπιρούνι Δέλτα βρήκα τους φίλους μου να σκαρφαλώνουν. Δεν ήθελα και πολύ. Μου φόρεσαν μποντριέ, μου πέρασαν σκοινί και με τρεμάμενα πόδια ξεκίνησα. Σίγουρη πως δεν θα αντέξω το ύψος, παρότι ο βράχος ήταν αρκετά χαμηλός, εξεπλάγην όταν καταφέραμε να φτάσουμε στην κορυφή και να γράψουμε τα όνοματά μας στο βιβλιαράκι κορυφής. Μπορεί ετούτα τα βράχια να μην ενδείκνυνται για αρχαρίους, και όμως, για μένα ας πούμε, το να βρεθώ στην κορυφή ενός τέτοιου βράχου ήταν όνειρο και λόγος να αψηφήσω το ύψος και τους φόβους μου – τους ίδιους που σε άλλα βράχια της Ελλάδας μού κόβουν τα πόδια.
Το δέος, η ομορφιά, η ιδέα του που βρίσκεσαι, λειτούργησαν ενθαρρυντικά. Μαζί με τη Ρούλα, βέβαια, που δεν έπαψε λεπτό να με καθοδηγεί. Από εκεί πάνω είδα ανθρώπους και αυτοκίνητα σαν φιγούρες της lego, την Καλαμπάκα πανοραμικά, τις μονές από άλλη οπτική, αναρριχητές σε διπλανά βράχια να αιωρούνται σαν τον Σπάιντερμαν. Και ξαφνικά συνειδητοποίησα πόσο… χαμηλά βρισκόμουν τελικά. Γύρω μου, υψώνονταν πολύ ψηλότεροι πέτρινοι γίγαντες, κάνοντάς με να νιώθω και πάλι σαν μικροσκοπικό ζωύφιο!
ΑΠΟ: https://www.kathimerini.gr/1083965/gallery/ta3idia/sthn-ellada/metewra-araxnes-sta-vraxia