Η πλειοψηφία των ειδών τους είναι βενθικοί οργανισμοί και ιζηματοφάγοι, δηλαδή ζουν στον πυθμένα της θάλασσας και τρέφονται με άλγη και οργανική ύλη στο βενθικό υπόστρωμα, φιλτράροντας και ανακυκλώνοντας έτσι τα θρεπτικά συστατικά.
Τα Ολοθούρια τρέφονται αναμοχλεύοντας το ίζημα, δηλαδή το οργώνουν, οξυγονώνοντας και καθαρίζοντας τον πυθμένα από την νεκρή ύλη, συμβάλλοντας έτσι στην βελτίωση της ποιότητας της άμμου.
Εκτός αυτού, αποτελούν τροφή για θαλάσσιες χελώνες, καρκινοειδή, καρχαρίες και σαλάχια.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο έχει παρατηρηθεί έντονο ενδιαφέρον για την αλιεία τους, λόγω της αυξημένης ζήτησης από ασιατικές χώρες για κατανάλωση και φαρμακευτική χρήση.
Λόγω όμως της απουσίας πληροφοριών, όσον αφορά στην βιολογία των οργανισμών αυτών, την εκτίμηση του πληθυσμού τους και την απουσία νομοθεσίας που να τους προστατεύει πραγματικά, υπάρχει πλέον υπεραλίευση των ολοθούριων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Μάλιστα η υπεραλιεία έχει επιφέρει ήδη αρνητικές επιπτώσεις στους πληθυσμούς τους, όπως μείωση του αριθμού μεγάλου μήκους ατόμων, ακόμα και εξαφανίσεις ειδών σε μικρής κλίμακας περιοχές.
Στις θάλασσες της Νάξου και των Κυκλάδων ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, σχεδόν καθημερινά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, παρατηρείται η αλιεία τους με δύτες που χρησιμοποιούν “ναργιλέ”, όπου το αλιευτικό σκάφος αλιεύει ακόμη και λίγα μέτρα από την ακτή, πάνω σε υφάλους και λειμώνες του θαλάσσιου φυτού Posidonia oceanica, ευαίσθητα οικοσυστήματα και περιοχές όπου ζουν και τρέφονται και οι θαλάσσιες χελώνες.
Δυστυχώς όμως, όπως όλοι μπορούμε ν’ αντιληφθούμε, ακόμη και αυτή η πολύ ελαστική νομοθεσία δεν τηρείται, καθώς οι ανεπαρκείς έλεγχοι και η απληστία ορισμένων επαγγελματιών στον βωμό του κέρδους, έχουν ολέθρια αποτελέσματα όχι μόνο στους πληθυσμούς των ίδιων των ολοθούριων, αλλά και στο ήδη επιβαρυμένο οικοσύστημα της υποπαραλιακής ζώνης, το οποίο υπόκειται ήδη σε πολλές ανθρωπογενείς πιέσεις.
Αυτό με τη σειρά του θα δημιουργήσει σχεδόν απαγορευτικές συνθήκες για την ανάπτυξη του απειλούμενου θαλάσσιου φυτού Posidonia oceanica, αλλά και των υπολοίπων θαλασσίων οργανισμών που κατοικούν κοντά στις ακτές, κάνοντας ακόμα πιο φτωχή σε ζωή, βιοποικιλότητα και ποιότητα την άλλοτε πλούσια θάλασσα μας.