Γράφει: ο Θωμάς Πετρόχειλος
Μια απάντηση στο γιατί κάποια κυνηγόσκυλα ενώ κυνηγούν στον κάμπο δεν μπαίνουν στο πυκνό;
Αυτό συμβαίνει διότι είναι ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον, στο οποίο δεν έχουν σηκώσει αρκετά θηράματα, δεν γνωρίζουν ακόμα την μπεκάτσα, δεν έχουν ακόμα παθιαστεί μ’ αυτήν, δεν αισθάνονται άνετα μέσα στο πυκνό, φοβούνται μην χαθούν διότι δεν έχουν πλέον επαφή με τον κυναγωγό τους και ο ιδιοκτήτης τους τα πήγαινε συνέχεια στον κάμπο, χωρίς να φροντίσει ν’ αλλάξει περιβάλλον και πότε τα πηγαίνει στον κάμπο πότε τα πηγαίνει στο βουνό και πότε τα πηγαίνει στο δάσος.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί και μ’ ένα ζώο το οποίο να έχει μάθει να κυνηγά στο έλατο ή στο ντούσκο και το πάμε να κυνηγήσει σε σφιχτό πουρνάρι. Το πόσο γρήγορα θα εξοικειωθεί ο σκύλος μας στο νέο αυτό κυνηγότοπο του δάσους εξαρτάται από το πόσο θαρραλέος είναι, από το πόσο εύκολα προσανατολίζεται μέσα σ’ αυτό και από το πόση τύχη έχει ώστε να συναντήσει αρκετό αριθμό από μπεκάτσες, ώστε να συνειδητοποιήσει πώς μυρίζουν αυτές και όχι πώς μυρίζουν οι κουτσουλιές τους στο χώμα, διότι κάλλιστα ένας σκύλος πρωτάπειρος μπορεί να μας δείχνει ότι ξέρει τη μυρωδιά της μπεκάτσας διότι ψάχνει έντονα τα ίχνη της αλλά το σώμα του πουλιού δεν έχει συνειδητοποιήσει πώς μυρίζει και η μπεκάτσα φεύγει αφερμάριστη, διότι την πλησιάζει υπερβολικά.
Το κίνητρο για να μεγιστοποιηθεί η απόδοση του σκύλου.
Όταν έχει προσόντα αλλά είναι νωθρό υπάρχουν διάφορες τεχνικές που χρησιμοποιούμε για να το κινητροποιήσουμε, αλλά πρώτα πρέπει να διερευνήσουμε τις αιτίες. Οι συνηθέστερες αιτίες από τις οποίες ένα ζώο φαίνεται νωθρό στο κυνήγι του είναι ή να μη γνωρίζει καθόλου το θήραμα και να μην ξέρει γιατί βρίσκεται ή να φοβάται κάτι. Αυτό το οποίο φοβάται συνήθως είναι η πιθανότητα να πεταχτεί το θήραμα και να ακουστεί ο πυροβολισμός και επειδή αυτό φοβάται τον πυροβολισμό δεν δείχνει πρόθυμο να ψάξει για το θήραμα αλλά και αν ακόμα ξέρει πού βρίσκεται το θήραμα, συμπεριφέρεται σαν να το φοβάται και το αποφεύγει.
Ο ίδιος ο σκύλος μπορεί όταν πέσει ο πυροβολισμός να μη δείχνει ότι φοβάται διότι περισσότερο φοβάται την προοπτική του πυροβολισμού απ’ ότι τον ίδιο τον πυροβολισμό.
Μια άλλη αιτία για την οποία θα μπορούσε να συμπεριφέρεται ο σκύλος κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι να φοβάται τη διόρθωση του κυναγωγού του, διότι κάποια στιγμή έχει διορθωθεί βίαια απ’ αυτόν ο οποίος μπορεί να έχει χρησιμοποιήσει ηλεκτρικό κολάρο ή ακόμα και διορθωτική τουφεκιά και να φοβάται την αντίδρασή του.
Το τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να διορθώσουμε τη συμπεριφορά αυτή είναι να βγάζουμε το σκυλί μας στον κυνηγότοπο για να συναντήσει θήραμα, χωρίς να του μιλάμε καθόλου, χωρίς να προσπαθούμε να το διορθώσουμε, το αφήνουμε να κυνηγά το θήραμα χωρίς ποτέ να επεμβαίνουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν συνδυάζουμε τον πυροβολισμό με το ξεπέταγμα του θηράματος. Τη διόρθωση της κροτοφοβίας μπορούμε να την κάνουμε άλλες ώρες και ειδικότερα μπορούμε να πυροβολήσουμε μια φορά όταν βγάζουμε το πρωί τα σκυλιά από το αυτοκίνητο για να κάνουν τις ανάγκες τους, οπότε είναι υποχρεωμένα παρόλο το φόβο τον οποίο θα αισθανθούν να πάνε να κατουρήσουν ή να αφοδεύσουν.
Μια άλλη στιγμή που μπορούμε να πυροβολήσουμε είναι το βράδυ πριν από το τάισμα τους. Όταν δούμε ότι οι σκύλοι έχουν βελτιώσει τη συμπεριφορά τους και δεν δείχνουν σημεία φόβου όταν πυροβολούμε σ΄ αυτές τις περιπτώσεις και παράλληλα έχουν αρχίσει και δείχνουν μεγάλο πάθος για το θήραμα, μπορούμε να πυροβολήσουμε μια φορά τη στιγμή που φεύγουμε από το αυτοκίνητο και αυτό έχει αρχίσει να ψάχνει και έχει κάπως απομακρυνθεί. Μπορούμε επίσης να πυροβολήσουμε μια φορά στον αέρα όταν έχουμε γυρίσει στο αυτοκίνητο. Αυτό το κάνουμε ώστε ο σκύλος να μην έχει την τάση ενώ φοβηθεί από κάποιον πυροβολισμό να ξαναγυρίσει στο αυτοκίνητο.
Εφόσον φτάσουμε στο σημείο ο σκύλος να ψάχνει δεξιά – αριστερά και παρόλο τον πυροβολισμό τον οποίο ρίχνουμε στον αέρα, αυτός να μη γυρνάει πίσω αλλά να εξακολουθεί το ψάξιμο, τότε εφόσον ο σκύλος φερμάρει κάποιο θήραμα το θήραμα ξεσηκωθεί και ο σκύλος το κυνηγήσει, τότε, μετά από κυνηγητό 150 μέτρων πυροβολούμε μια φορά στον αέρα. Εάν ο σκύλος δεν δείξει να μαζεύεται τότε, μετά από δύο φορές που θα τον αφήσουμε να τρέξει μετά από τη φέρμα πίσω από το θήραμα, θα πυροβολήσουμε την επόμενη φορά κατά τη στιγμή που κυνηγά το θήραμα και βρίσκεται από εμάς σε απόσταση 100 μέτρων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μειώνουμε σιγά – σιγά την απόσταση που πυροβολούμε στον αέρα κατά την καταδίωξη που κάνει ο σκύλος στο θήραμα και πάντοτε με την προϋπόθεση ότι δεν δείχνει ο σκύλος κανένα δισταγμό ούτε κατά το κυνηγητό του θηράματος ούτε κατά τον πυροβολισμό. Εάν δείξει ότι κάπως φοβάται έστω και λίγο στο τρίτο πάλι ξεπέταγμα του θηράματος και το κυνηγητό του, πυροβολούμε στα 150 μέτρα. Οταν φτάσουμε στα 30 μέτρα κυνηγητό του θηράματος και πυροβολήσουμε και δεν δείχνει φόβο ο σκύλος, τότε πυροβολούμε το ίδιο το θήραμα και ο σκύλος μας το κάνει απόρτ, όπως τον έχουμε συνηθίσει να το φέρνει άλλες στιγμές που έχουμε κάνει το απόρτ χωρίς τον πυροβολισμό μ’ ένα θήραμα νεκρό ή τραυματισμένο.
Πολλά ζώα τα οποία στην αρχή έβλεπαν να ξεπετιέται ένα ορτύκι μπροστά τους και γύριζαν το κεφάλι αλλού χωρίς να δείχνουν κανένα ενδιαφέρον μετά από την εξοικείωσή τους με το χώρο και το θήραμα έγιναν εξαιρετικοί κυνηγοί με πάρα πολύ μεγάλο πάθος για το κυνήγι.