Το αγριοκούνελο είναι το πλέον πολυπληθές θήραμα της νησιωτικής Ελλάδας και συμπεριλαμβάνεται σε αυτά που άδικα προφανώς έχει υποτιμηθεί το κυνήγι τους, αλλά και η θηραματική τους αξία.
Για όσους έχουν την τύχη να το γνωρίσουν, αποτελεί ένα συναρπαστικό και δύσκολο κυνήγι, ισάξιο με αυτό των πολυδιαφημισμένων θηραμάτων. Πόσο μάλλον, που πλέον το κυνήγι του επιτρέπεται σε πολλά νησιά και εκτός της κυνηγετικής περιόδου, ανάλογα με την περιοχή και τις διατάξεις της ρυθμιστικής.
Ομοιότητες και διαφορές
Αν και λαγόμορφο, τόσο η συμπεριφορά του όσο και το κυνήγι του διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό.
Το κοινό τους σημείο είναι η χρήση ιχνηλατών, αν και στο κυνήγι του αγριοκούνελου οι ντόπιοι και έμπειροι κυνηγοί προτιμούν τους ημίαιμους ιχνηλάτες, με ικανότητα στο ξεφώλιασμα και λιγότερο στη δίωξη.
Ο μεγαλύτερος πληθυσμός του αγριοκούνελου απαντάται σε ξερονήσια και βραχονησίδες που όσοι μυημένοι γνωρίζουν κρατούν σαν επτασφράγιστο μυστικό.
Μεγάλο πληθυσμό αγριοκούνελου συναντάμε και στα νησιά του Β. Αιγαίου και τις Κυκλάδες όπου ο υπερπληθυσμός τους, παρά το εντατικό κυνήγι από τους ντόπιους κυνηγούς, προκαλεί πολλές φορές τεράστιες ή και ολοκληρωτικές καταστροφές στις καλλιέργειες των αγροτών.
Οι δυσκολίες της κάρπωσης
Ο βιότοπος που θα το συναντήσουμε και θα το κυνηγήσουμε, παρά την απουσία δασών και πυκνής βλάστησης, δεν είναι καθόλου εύκολος. Απότομα γκρέμια κοντά στις ακτές, ρεματιές απροσπέλαστες από βάτα και αγκάθια είναι ο χώρος που “φωλιάζει” κατά τη διάρκεια της ημέρας και σε συνδυασμό με την προσφιλή του συνήθεια να σκάβει δαιδαλώδη “λαγούμια” και όχι πρόχειρα “γιατάκια”, όπως ο λαγός, κάνει το φαινομενικά εύκολο, λόγω πληθυσμού, κυνήγι του, ιδιαίτερα δύσκολο και συναρπαστικό.
Η γνώση του τόπου και το έμπειρο κουνελόσκυλο είναι αυτό που θα εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την επιτυχή έκβαση του κυνηγίου.
Πριν τη δύση και μετά το ξημέρωμα
Καλύτερη ώρα είναι αυτή αμέσως μετά το ξημέρωμα, όπου πολλά αγριοκούνελα αν δεν είναι ιδιαίτερα πιεσμένα, θα παραμείνουν έξω από την ασφάλεια της κουνελότρυπας, μέσα σε πυκνούς θάμνους ή ρεματιές, ή αργά το απόγευμα πριν τη δύση του ηλίου που αρχίζουν σιγά σιγά να βγαίνουν για βοσκή.
Οι ευκαιρίες που θα έχουμε δεν θα είναι πολλές, γιατί με τις πρώτες ντουφεκιές φροντίζουν να εξαφανιστούν στις τρύπες τους, οπότε η αλλαγή τοποθεσίας είναι απαραίτητη.
Το ξεπέταγμά του είναι γρήγορο και με πολύ περισσότερους ελιγμούς από αυτό του λαγού και πάντα προς την κατεύθυνση της πλησιέστερης τρύπας και όχι προς ανοιχτό χώρο.
Αυτό σημαίνει πως το περιθώριο που θα μας δώσει για την ντουφεκιά δεν ξεπερνάει τα δύο μέτρα και στην περίπτωση που το κυνήγι γίνεται με σκύλο, η απόστασή του από το θήραμα είναι οριακή και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή.
Τρόπος κυνηγίου
Για όσους δεν διαθέτουν σκύλο, το κυνήγι του αγριοκούνελου γίνεται με μια μέθοδο που μοιάζει πολύ με αυτή που χρησιμοποιούσαν στα παραδοσιακά ορτυκοτόπια οι παλιότεροι.
Το περπάτημα με απότομες στάσεις είναι αυτό που θα το αναγκάσει να ξεπεταχτεί από το πρόχειρο “γιατάκι” που έχει επιλέξει, για να καταλήξει στο σάκο μας.
Όπλο με μεσαίο ή ανοιχτό τσοκάρισμα και φυσίγγια ως 34 γρ. με σκάγια Νο 7 είναι αυτά που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι στο κυνήγι του χωρίς να αποκλείονται και παρεκκλίσεις τόσο στη σύσφιγξη όσο και στο νούμερο των σκαγιών.
Πολύ σημαντικό είναι να αφαιρεθούν τα εντόσθια αμέσως μετά το κυνήγι, ακόμα και αν το κυνηγήσαμε κατά τη χειμερινή περίοδο και με χαμηλές θερμοκρασίες, γιατί τις περισσότερες φορές “σπάνε” από την τουφεκιά και αν παραμείνουν για πολύ χαλάνε το κατά τα άλλα πολύ εύγευστο κρέας τους.
Πολλοί επίσης αποφεύγουν να το μεταφέρουν σε νάιλον σακούλες και προτιμούν τον παραδοσιακό σάκο, ακόμα και την πουλιάστρα κρεμώντας το ανάποδα από τα πόδια για να στραγγίσει όπως χαρακτηριστικά μας ανέφεραν.
Τέλος το βάρος του δεν ξεπερνάει συνήθως το ένα με ενάμισι κιλό, ενώ ο χρωματισμός αποκλίνει ελαφρά ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του βιοτόπου που θα το συναντήσουμε.