Θα ξεκινήσουμε από τα τεχνικά, να τα βγάλουμε από τη μέση. Είναι Αμφιαράειο και όχι Αμφιάρειο, γιατί ο άνθρωπος λεγόταν Αμφιάραος και όχι Αμφιάρος. Ακούγεται και πιο ωραίο, άπαξ και ξεπεράσεις τον σκόπελο του μίνι γλωσσοδέτη.
Ο Αμφιάραος, που λες, ήταν ένας από τους Επτά επί Θήβας. Τον ξεχωρίζεις εύκολα μέσα στον συρφετό, γιατί ήταν ο μόνος που δεν ήθελε να πάει. Εγγονός ενός μάντη φημισμένου και τρανού, του Μελάμποδα, από τον οποίο είχε κληρονομήσει το χάρισμα, ο Αμφιάραος έβλεπε το φιάσκο να ‘ρχεται, και ήξερε πως από την Θήβα δεν θα γυρνούσε ζωντανός κανείς, πέρα από τον Άδραστο, βασιλιά της Σικυώνας και κουνιάδο του. Αν σε μπερδεύουν οι βαθμοί συγγένειας της ελληνικής γλώσσας, ο Αμφιάραος είχε παντρευτεί την αδερφή του Άδραστου. Κλείνει η παρένθεση.
Τη γυναίκα του Αμφιάραου τη λέγανε Εριφύλλη, και κληρονομικό χάρισμα δεν είχε, ούτε πίστευε πως ο άντρας της όντως μπορούσε να βλέπει τα μελλούμενα. Σε αυτό πάτησε ο Πολυνείκης, που τυφλωμένος από τον θυμό για τον βλάκα τον αδερφό του, νυν βασιλιά της Θήβας, δεν έβλεπε ούτε αυτός την καταστροφή να έρχεται, οπότε τι έκανε; Πήρε δωράκια στην Εριφύλλη και την έβαλε να ψήσει τον Αμφιάραο να τον ακολουθήσει στην απονενοημένη του εκστρατεία. Λέγε λέγε αυτή τον ψήνει τελικά, φεύγουν όλοι για την Θήβα, ακολουθεί το γνωστό bloodbath που λέμε και στο Χόλιγουντ.
Κι εδώ είναι που γίνεται το πράγμα ενδιαφέρον: Με την Θήβα πίσω του να καίγεται, κι έναν επιφανή πολίτη της να τον κυνηγά να τον σκοτώσει, ο Αμφιάραος τρέχει με το άρμα του προσπαθώντας να γλιτώσει. Κι εκεί είναι που τον βλέπει ο Δίας, τον λυπάται, και ρίχνει έναν κεραυνό που ανοίγει στα δύο τη γη, η οποία καταπίνει τον Αμφιάραο μαζί με το άρμα του. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, εκεί όπου ο Αμφιάραος εξαφανίστηκε στον κάτω κόσμο –ή όπως λένε άλλοι εκεί απ’ όπου ξαναβγήκε στη γη− έχτισαν οι Αθηναίοι τον 5ο αιώνα π.Χ. το σημαντικότερο από τα ιερά του ήρωα που λατρευόταν σαν θεός του κάτω κόσμου.
Ένας από τους ωραιότερους αρχαιολογικούς χώρους που επισκέφθηκες ποτέ
Χτισμένο στο σημείο όπου δύο καταπράσινες βουνοπλαγιές καταλήγουν στις όχθες ενός μικρού ποταμού, τα νερά του οποίου κυλούν κανονικότατα μέχρι σήμερα, το Αμφιαράειο είναι σίγουρα από τους πιο ατμοσφαιρικούς αρχαιολογικούς χώρους της Αττικής –αν όχι και της Ελλάδας ολόκληρης.
Στον χώρο σήμερα σώζονται τμήματα του ιερού του Αμφιάραου, το αρχαίο θέατρο που χρονολογείται από τον 2ο αιώνα π.Χ. με τους αναστηλωμένους κίονες που βλέπεις να πρωταγωνιστούν στις περισσότερες φωτογραφίες του χώρου, και η ιερή πηγή απ’ όπου το νερό εξακολουθεί να αναβλύζει.
Γιατί ιερή πηγή; Επειδή το Αμφιαράειο λειτουργούσε εκτός από ιερό και ως μαντείο –θυμάσαι το κληρονομικό χάρισμα του ήρωά μας, που αναφέραμε στην αρχή; Ήταν, μάλιστα, ένα από τα δύο μοναδικά μαντεία που απάντησαν σωστά στην ερώτηση-παγίδα που έβαλε σε όλα ο Κροίσος της Λυδίας για να τα τεστάρει, όπως μας αφηγείται ο Ηρόδοτος.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι επισκέψιμος καθημερινά, 8.30-15.30, με εισιτήριο 3€. Την Πέμπτη 28η Οκτωβρίου, η είσοδος θα είναι δωρεάν. Ένα δίωρο περίπου θα υπολογίσεις για να τον εξερευνήσεις ολόκληρο, και να περάσεις και από την απέναντι πλευρά του ποταμού, όπου τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι λιγότερο μεγαλειώδη αλλά τα πλατώματα για να αράξεις και να χαζεύεις την θέα καταπράσινα και εντυπωσιακά.