Επιμέλεια: Σκαραφίγκα Μαρία, Δασολόγος-Περιβαλλοντολόγος & Χατζηνίκος Ευάγγελος, Δασολόγος-Περιβαλλοντολόγος, MSc στη Διαχείριση Άγριας Πανίδας
Η εξασφάλιση τροφής άριστης σε ποιότητα και ικανοποιητικής σε ποσότητα παίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση και τη διατήρηση των πληθυσμών των θηραματικών ειδών. Κατά το σχεδιασμό της βελτίωσης των βιοτόπων με τη μέθοδο των φυτεύσεων-σπορών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατά την επιλογή των ειδών προς φύτευση, εκείνα τα είδη που πέρα από κάλυψη και θέσεις φωλεοποίησης εξασφαλίζουν και τροφή για τα θηραματικά είδη.
Με το σκεπτικό αυτό, παρουσιάζουμε προτεινόμενα είδη για φυτεύσεις περιοχών στις οποίες επιδιώκεται βελτίωση βιοτόπων. Έμφαση δίνουμε στην επιλογή ειδών που αποτελούν άριστη τροφή για τα θηραματικά είδη.
Κοινή Ονομασία: Βερβερίδα
Επιστημονική Ονομασία: Berberis vulgaris
Περιγραφή: Είναι φυλλοβόλος θάμνος με πυκνά τρισχιδή αγκάθια στη βάση των μίσχων. Τα κλαδιά κάμπτονται τοξωτά προς τα κάτω. Συναντάται σε θαμνοτόπια, σε πλευρές δρόμων, σε ξέφωτα κ.λπ., όπου προτιμά τις ηλιόλουστες και φωτεινές θέσεις.
Απαιτήσεις: Αντέχει σε μερική σκίαση και είναι πολύ ανθεκτικό στο ψύχος. Ευδοκιμεί σε αβαθή και ξηρά εδάφη, όμως σε βαθιά, υγρά αργιλώδη εδάφη μπορεί να αποκτήσει πολύ όμορφη εμφάνιση. Αναπτύσσεται σε όξινα, ουδέτερα και αλκαλικά εδάφη.
Χρησιμότητα: Οι καρποί της είναι πολύ ξινοί και αποτελούν άριστη τροφή για την άγρια πανίδα.
Προτάσεις φυτεύσεων: Αντέχει τις έντονες κλαδεύσεις, όμως έχει την ικανότητα να βγάζει νέα κλαδιά από τη βάση του. Είναι κατάλληλο για τη δημιουργία φρακτών. Επειδή αποτελεί εναλλακτικό ξενιστή της σκωρίασης του σιταριού, θα πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του κοντά σε σιταροχώραφα. Δεν πρέπει να φυτεύεται σε πολύ υγρά εδάφη ή σε εδάφη που δεν στραγγίζουν καλά, γιατί οι ρίζες συχνά αποσυντίθενται και σαπίζουν.
Καλύτερη εποχή μεταφύτευσης στις μόνιμες θέσεις είναι το τέλος της άνοιξης, μετά το τέλος των όψιμων παγετών, αλλιώς πρέπει να αναμένουμε μέχρι το επόμενο φθινόπωρο.
Κοινή Ονομασία: Πυξάρι
Επιστημονική Ονομασία: Buxus sempervirens
Περιγραφή: Είναι αειθαλής μικρός θάμνος, με πυκνό φύλλωμα, αργής ανάπτυξης. Φθάνει μέχρι 5 μέτρα σε ύψος και 5 μέτρα σε πλάτος. Όλα τα μέρη του φυτού είναι δηλητηριώδη, ιδιαίτερα τα φύλλα και ο φλοιός.
Απαιτήσεις: Είδος φωτόφυτο, αντέχει όμως αρκετά σε μερική σκίαση. Αντέχει σε θερμοκρασίες μέχρι και -23o C, αλλά αναπτύσσεται καλύτερα σε περιοχές με ήπιους χειμώνες. Είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό σε δυνατούς ανέμους. Αυξάνεται σε ξηρά ή νωπά εδάφη διάφορης δομής και σύστασης, ακόμη και σε πολύ βαριά πηλώδη, αρκεί να αποστραγγίζονται. Αναπτύσσεται σε όξινα, ουδέτερα έως και πολύ αλκαλικά εδάφη, όχι όμως και σε αλατούχα.
Χρησιμότητα: Αποτελεί άριστη τροφή για την άγρια πανίδα. Βρίσκει, επίσης, πολλές εφαρμογές στην ιατρική, στην παρασκευή μπίρας και στη δημιουργία φρακτών, καθώς επιδέχεται επεμβάσεις με κλάδεμα και περιποίηση.
Προτάσεις φυτεύσεων: Πρέπει να προτιμάται σε περιοχές όπου υπάρχει έντονο μελισσοκομικό ενδιαφέρον. Επίσης, για τη δημιουργία φρακτών. Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση του σε φυτεύσεις της ευμεσογειακής ζώνης, διότι υποφέρει στις υψηλές θερινές θερμοκρασίες.
Κοινή ονομασία: Γαύρος
Επιστημονική Ονομασία: Caprinus betulus
Περιγραφή: Είναι δέντρο φυλλοβόλο, μέσου ρυθμού αύξησης. Ο κορμός του είναι συνήθως κοντός, με πλούσια διακλάδωση. Στο φλοιό του εμφανίζονται ραβδώσεις που του δίνουν ωραία όψη. Δεν σχηματίζουν δάση, αλλά βρίσκονται σκόρπια, ανακατεμένα με τα κύρια δέντρα των δασών μας.
Απαιτήσεις: Είναι σκιανθεκτικό είδος. Αναπτύσσεται τόσο σε συνθήκες φωτισμού όσο και σε πλήρη σκίαση. Αντίθετα, δεν αντέχει τους παρατεταμένους παγετούς. Αναπτύσσεται συχνά σε ελαφριά αμμώδη και μέτρια αργιλώδη εδάφη. Όμως δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στα βαριά νωπά εδάφη. Είναι αδιάφορο στο pH του εδάφους.
Χρησιμότητα: Το ξύλο του είναι λευκού χρώματος και δεν διακρίνεται σε εγκάρδιο και σομφό. Είναι βαρύ, συμπαγές, σκληρό, ελαστικό, δυσκατέργαστο και γενικά δύσχιστο. Χρησιμοποιείται για γεωργικά εργαλεία και στη λεπτουργική. Αποτελεί άριστη τροφή για την άγρια πανίδα. Το ξύλο της καίγεται πολύ καλά και θεωρείται ως άριστο καύσιμο. Επίσης, χρησιμοποιείται στην ιατρική.
Προτάσεις φυτεύσεων: Μπορεί να αναπτυχθεί σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι κατάλληλο για φράκτες και για στενές περιοχές. Γενικά είναι πολύ όμορφο δέντρο και γι’ αυτό συνιστάται η φύτευσή του σε κήπους ή αλσύλλια. Δημιουργεί ιδιαίτερα φωτόφιλους θάμνους. Είναι επιπολαιόριζο, γι’ αυτό δεν πρέπει να φυτεύεται σε δρόμους που είναι εκτεθειμένοι σε ισχυρούς ανέμους. Σε ώριμη ηλικία είναι ανθεκτικό στο κρύο, σε νεαρή, όμως, ηλικία καταστρέφεται από τους όψιμους παγετούς. Μπορεί να κλαδευτεί και να πάρει όποιο σχήμα επιθυμούμε.
Κοινή Ονομασία: Γαύρος ανατολικός
Επιστημονική Ονομασία: Caprinus orientalis
Περιγραφή: Είναι μικρό φυλλοβόλο δέντρο, μέσου ρυθμού αύξησης. Φθάνει σε ύψος τα 10-15 μέτρα και πλάτος κόμης 10 μέτρα. Αναπτύσσεται σχεδόν σε όλα τα δάση της χώρας.
Απαιτήσεις: Ιδιαίτερα σκιανθεκτικό είδος. Αναπτύσσεται τόσο σε συνθήκες φωτισμού όσο και σε συνθήκες πλήρους σκίασης. Σε ώριμη ηλικία είναι ανθεκτικό στο κρύο, σε μικρή όμως ηλικία καταστρέφεται από τους όψιμους παγετούς. Είναι ιδιαίτερα λιτοδίαιτο είδος. Αναπτύσσεται σε ελαφριά αμμώδη και σε μέτρια αργιλώδη εδάφη. Δείχνει όμως ιδιαίτερη προτίμηση στα βαριά νωπά εδάφη. Αναπτύσσεται πολύ καλά σε ασβεστολιθικά εδάφη και σε βραχώδεις θέσεις.
Χρησιμότητα: Αποτελεί άριστη τροφή για την άγρια πανίδα. Χρησιμοποιείται ως καύσιμο οικιακής χρήσης, στην κατασκευή διαφόρων εργαλείων και αντικειμένων, καθώς και στην ιατρική.
Προτάσεις φυτεύσεων: Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αναδασώσεις όλης της χώρας. Προτιμάται για φράκτες και για στενές περιοχές. Είναι επιπολαιόριζο, γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του σε δρόμους που είναι εκτεθειμένοι σε ισχυρούς ανέμους. Μπορεί να κλαδευτεί και να πάρει όποιο σχήμα επιθυμούμε.
Επιστημονική Ονομασία: Ceratonia siliqua
Περιγραφή: Είναι χαρακτηριστικό είδος της θερμής μεσογειακής ζώνης. Συναντάται σε βραχώδη παραθαλάσσια μέρη. Αειθαλές δέντρο που φθάνει σε ύψος μέχρι τα 10 και σπανιότερα τα 15 μέτρα.
Απαιτήσεις: Ιδιαίτερα φωτόφιλο είδος. Δεν επιδέχεται σκίαση και αντέχει στην έντονη και παρατεταμένη ξηρασία. Είναι βαθύρριζο, για το λόγο αυτό είναι πολύ ανθεκτικό στους ισχυρούς ανέμους. Δεν αντέχει τις χαμηλές θερμοκρασίες, ενώ παρουσιάζει μεγάλη ευαισθησία στους παγετούς. Αναπτύσσεται σε ελαφριά ή μέτρια εδάφη, ξηρά ή νωπά, αλλά καλά αποστραγγισμένα. Αντέχει ακόμα και σε ακραία περιβάλλοντα: φτωχά, ξηρά, αβαθή, χαλικώδη ή βραχώδη ασβεστολιθικά εδάφη, με pH που φτάνει μέχρι και 8,5.
Χρησιμότητα: Δημιουργεί συμβιώσεις, δεσμεύοντας άζωτο. Είναι πολύ χρήσιμο φυτό για τους καρπούς του, το οποίο εκτός από πολύ θρεπτική ζωοτροφή, χρησιμοποιείται για την παρασκευή μιας μορφής σοκολάτας.
Προτάσεις φυτεύσεων: Είναι μακρόβιο δένδρο με πολύ όμορφα κηρώδη σύνθετα φύλλα. Διαθέτει έντονη ανταγωνιστική δράση, είτε ανάμεσα στους πυκνούς μεσογειακούς θάμνους είτε και σε σχετικά πυκνά δάση. Δεν αντέχει τις χαμηλότερες θερμοκρασίες της βόρειας ηπειρωτικής χώρας. Η έντονη μυρωδιά των λουλουδιών της και τα απομεινάρια των καρπών της μπορεί να δημιουργήσουν κάποιο πρόβλημα σε ευαίσθητα άτομα. Εάν χρησιμοποιείται σε πάρκα θα πρέπει να αποφεύγεται το πότισμα, διότι σαπίζουν εύκολα οι ρίζες. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του κοντά σε ασφαλτοστρωμένους δρόμους, διότι οι ρίζες του μπορεί να σηκώσουν το οδόστρωμα, καταστρέφοντάς το.
Κοινή Ονομασία: Φούσκα
Επιστημονική Ονομασία: Colutea arborescens
Περιγραφή: Μικρός φυλλοβόλος θάμνος, αρκετά ταχυαυξής. Φθάνει τα 3,5 μέτρα σε ύψος και 3 μέτρα σε διάμετρο κόμης. Συναντάται σε ανοιχτά δάση, σε πλευρές δρόμων, σε αναχώματα σιδηρογραμμών και γενικά σε φωτεινές περιοχές.
Απαιτήσεις: Αντέχει μερική σκίαση, ξηρασία και δυνατούς ανέμους. Είναι πολύ ανθεκτικό στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες που φθάνουν μέχρι και τους -20 οC. Αντέχει σε φτωχά εδάφη. Προτιμά ξηρά ή νωπά, ελαφριά, μέτρια ή βαριά εδάφη, αρκεί να αποστραγγίζονται καλά. Αναπτύσσεται ακόμη σε όξινα, ουδέτερα ή αλκαλικά εδάφη και συχνά σε ασβεστούχα εδάφη.
Χρησιμότητα: Δημιουργεί συμβιωτική σχέση με τα αζωτοβατήρια του εδάφους, με τα οποία δημιουργούν φυμάτια στις ρίζες και δεσμεύουν το ατμοσφαιρικό άζωτο(εδαφοβελτιωτικό είδος). Αποτελεί άριστη τροφή για την άγρια πανίδα. Χρησιμοποιείται μερικώς στην ιατρική. Τα άνθη ελκύουν τις μέλισσες και θεωρείται πολύ καλό μελισσοτροφικό φυτό. Προτιμάται σε αισθητικές αναδασώσεις διότι έχουν μεγάλη περίοδο ανθοφορίας.
Προτάσεις φυτεύσεων: Λόγω του πλούσιου επιφανειακού ριζικού συστήματος και του χαμηλού του βάρους, είναι κατάλληλο για φυτεύσεις κεκλιμένων εδαφών και σε πρανή νέων δρόμων, τόσο για τη σταθεροποίησή τους, όσο και ως αντιδιαβρωτικό. Μπορεί με κατάλληλο χειρισμό (κλαδεύσεις) να χρησιμοποιηθεί ως χαμηλός φράκτης. Κατάλληλο για αναδασώσεις σε βιομηχανικές ή αστικές περιοχές μεγάλης ρύπανσης.
Κοινή Ονομασία: Κράταιγος
Επιστημονική Ονομασία: Crataegus monogyna
Περιγραφή: Αρωματικός φυλλοβόλος, ακανθώδης θάμνος ή μικρό δέντρο, μέσου ρυθμού αύξησης. Φθάνει τα 6-10 μέτρα ύψος και 6 μέτρα πλάτος κόμης. Βρίσκεται σε δάση, φράχτες, θαμνώνες.
Απαιτήσεις: Φωτόφυτο είδος, επιδέχεται μερική μόνο σκίαση. Είναι ανθεκτικό στην ξηρασία, στους ισχυρούς θαλασσινούς ανέμους και στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Υποφέρει στις χαμηλές θερμοκρασίες (μέχρι και -15ο C). Αναπτύσσεται σε ελαφριά, μέτρια έως και πολύ βαριά, ενώ παρουσιάζει προτίμηση στα νωπά και υγρά εδάφη. Μεγάλη αντοχή παρουσιάζει και στα πολύ φτωχά εδάφη. Ζει σε όξινα, ουδέτερα έως και πολύ αλκαλικά εδάφη, όχι όμως σε αλατούχα.
Χρησιμότητα: Είδος εξαιρετικής τροφής για την άγρια πανίδα. Βρίσκει αρκετές χρήσεις στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική, τη δημιουργία φρακτών και ως οικιακή καύσιμη ύλη. Το ξύλο του είναι πολύ σκληρό και χρησιμοποιείται στην τορνευτική και στην ξυλογλυπτική. Από τα άνθη του παλιότερα παρασκεύαζαν αφέψημα, με υποτασικές και καρδιοτονωτικές ιδιότητες.
Προτάσεις φυτεύσεων: Αντέχει την ατμοσφαιρική ρύπανση, για το λόγο αυτό προτιμάται η φύτευσή του σε βιομηχανικές ζώνες. Χρησιμοποιείται επίσης και σε αισθητικές αναδασώσεις. Οι κόκκινοι καρποί ελκύουν τα πουλιά. Χρειάζεται προσοχή εξαιτίας των αγκαθιών. Τα γυαλιστερά πράσινα φύλλα γίνονται πορτοκαλί – κόκκινα το φθινόπωρο. Όμως η χαρακτηριστική (άσχημη) μυρωδιά των λουλουδιών, ελκύει τα κουνούπια και για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση του κοντά σε κατοικίες. Κατάλληλο για τη δημιουργία φυσικών φρακτών.
Κοινή Ονομασία: Αγιόκλημα
Επιστημονική Ονομασία: Lonicera periclymenum
Περιγραφή: Πολύ όμορφο, φυλλοβόλο, αναρριχητικό φυτό, μέσου ρυθμού αύξησης. Φθάνει μέχρι τα 5 μέτρα ύψος. Δηλητηριώδες σε μεγάλες δόσεις, μόνο που το δηλητήριο έχει πολύ ήπια δράση. Συναντάται σε δάση, φράχτες, θαμνώνες και σκιερά μέρη.
Απαιτήσεις: Μπορεί να αναπτυχθεί ακόμη και υπό πλήρη σκίαση ή σε καθόλου σκιά (όμως τότε δεν ανθίζει), ανθεκτικό στην ξηρασία αλλά όχι σε παγετούς. Προτιμά τις ρίζες του σε σκιερό μέρος και τα βλαστάρια σε ευήλιο. Είναι ανθεκτικά μέχρι τους -20οC. Προτιμά νωπά, ελαφριά ή βαριά εδάφη. Αντέχει στα πολύ όξινα έως και πολύ αλκαλικά εδάφη, αποφεύγει όμως γενικά τα ασβεστούχα.
Χρησιμότητα: Αποτελεί τροφή για την άγρια πανίδα. Τα άνθη είναι αρωματικά, ειδικά το βράδυ και ελκύει πολλά έντομα. Η πυκνή ανάπτυξη του φυτού είναι ιδανική για το φώλιασμα των πουλιών. Χρησιμοποιείται κυρίως στην ιατρική και για εδαφοκάλυψη. Κατάλληλο για διακόσμηση.
Προτάσεις φυτεύσεων: Μπορεί να αναπτυχθεί σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι ιδανικό για περιφράξεις. Σε φυσικές αναδασώσεις μπορεί να εμπλουτίζει βιότοπο. Είναι δείκτης καλής ποιότητας τόπου, για το λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγεται η χρησιμοποίησή του σε φτωχά εδάφη. Κατά τις φυτεύσεις συνιστάται η τοποθέτηση καλοχωνεμένης κοπριάς.
Επιστημονική Ονομασία: Populus alba
Περιγραφή: Φυλλοβόλο δέντρο, ταχυαυξές, με κορμό μεγάλο και φλοιό λευκού-σταχτί χρώματος. Φθάνει τα 20 μέτρα ύψος και 12 μέτρα πλάτος. Συναντάται σε δάση και παρυδάτιες περιοχές.
Απαιτήσεις: Δεν αντέχει στη σκίαση ούτε σε παγετούς, αλλά αντέχει την έκθεση σε δυνατούς θαλάσσιους ανέμους. Ευδοκιμεί σε ξηρότερα εδάφη από ότι τα άλλα μέλη του γένους. Δεν μεγαλώνει σε εκτεθειμένα υψίπεδα, αλλά αντέχει στις παραθαλάσσιες περιοχές, αν και μπορεί να αποκλαδωθεί από τον αέρα. Ανθεκτικό και στη ρύπανση. Προτιμά τα ξηρά ή νωπά εδάφη αλλά αναπτύσσεται σε όλους τους τύπους, από ελαφριά αμμώδη μέχρι πολύ βαριά πηλώδη, καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη. Επίσης ζει σε όξινα, ουδέτερα ή αλκαλικά εδάφη.
Χρησιμότητα: Αποτελεί τροφή για την άγρια πανίδα. Χρησιμοποιείται περιορισμένα στη μαγειρική, ιατρική, στη δημιουργία ανεμοφρακτών, στην παραγωγή αυξητικών ορμονών για φυτά και χρώματος. Καλλιεργείται επίσης για το ξύλο του, το οποίο όμως δεν είναι καλής ποιότητας. Κατάλληλο για διακόσμηση.
Προτάσεις φυτεύσεων: Δεν αντέχει τον υπόγειο ή υπέργειο ανταγωνισμό. Τα φυτά έχουν απλωμένες ρίζες και μπορούν να καταστρέψουν τα συστήματα αποστράγγισης. Ειδικά όταν μεγαλώνουν σε αργιλικά εδάφη δεν πρέπει να φυτευτούν σε απόσταση 12 μέτρων από κτίρια γιατί το ριζικό σύστημα μπορεί να καταστρέψει τα θεμέλια των κτιρίων. Για να μειωθεί η ρύπανση από τους σπόρους, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μοσχεύματα από αρσενικά δέντρα.
Κοινή Ονομασία: Πυράκανθος
Επιστημονική Ονομασία: Pyracantha coccinea
Περιγραφή: Αείφυλλος πολύκλαδος θάμνος με πολλά αγκάθια. Το ύψος του φθάνει τα 4 μέτρα και η διάμετρος κόμης επίσης τα 4 μέτρα. Στη φύση συναντάται σε θαμνώνες της Βόρειας Ελλάδας.
Απαιτήσεις: Επιθυμεί ευήλιο ή μερικώς σκιερό μέρος, αν και δεν δίνει ωραίους φωτεινούς καρπούς σε σκιερό μέρος. Αντέχει στην ατμοσφαιρική ρύπανση και στην έκθεση σε ήπιες καιρικές συνθήκες. Προτιμά εύφορο, καλοστραγγισμένο, υγρό πηλώδες έδαφος. Ευδοκιμεί σε εδάφη που είναι θερμά και όχι βαριά. Υπάρχουν καταγραφές για ανάπτυξή της σε βαριά αργιλώδη εδάφη, αλλά καλύτερα να αποφεύγονται γιατί η πληροφορία δεν επιβεβαιώνεται. Όταν αναπτύσσεται σε αμμώδη όξινα εδάφη, υπόκειται σε βακτηριακό κάψιμο από βακτήρια και εσχάρωση.
Χρησιμότητα: Κατάλληλο για διακόσμηση. Υπάρχουν πολλές ποικιλίες. Δεν αντέχει να διαταράσσεται το ριζικό του σύστημα όταν είναι μικρό το φυτό. Προσελκύει μέλισσες και κυρίως πουλιά για τον καρπό του.
Προτάσεις φυτεύσεων: Είναι είδος για κήπους και πάρκα, εξαιτίας του ωραίου κόκκινου χρώματος των καρπών. Χρησιμοποιείται επίσης ως φράκτης, λόγω των ισχυρών αγκαθιών που αναπτύσσει. Όταν φυτεύεται ως διακοσμητικό σε αλσύλλια, προτείνεται το καλοκαίρι να ποτίζεται και να λιπαίνεται τακτικά, για να παράγει περισσότερα άνθη και καρπούς.
Κοινή Ονομασία: Ρουπάκι
Επιστημονική Ονομασία: Quercus cerris
Περιγραφή: Δέντρο μεγάλο και ταχυαυξές. Φθάνει σε ύψος τα 35 μέτρα και το πλάτος της κόμης τα 25 μέτρα. Ο φλοιός της δημιουργεί βαθιές ευθείες σχισμές.
Απαιτήσεις: Τα νεαρά φυτά αντέχουν σε λίγη σκιά και σε μέτρια έκθεση σε φως. Όταν όμως στερούνται το φως δεν αποκτούν το κανονικό τους ύψος. Είναι πολύ ανθεκτικό στους ισχυρούς ανέμους, στο ψύχος και στις παρατεταμένες παγωνιές. Προτιμά εύφορο, γόνιμο, πηλώδες έδαφος. Ακόμη αναπτύσσεται σε επιφάνειες μεγάλων κλίσεων και σε ρηχά εδάφη, αρκεί να είναι νωπά.
Χρησιμότητα: Τα βαλανίδια αποτελούν πολύ καλή τροφή για τα ζώα (ιδίως για τους χοίρους). Το ξύλο είναι συμπαγές βαρύ, σκούρο ξανθό, με εμφανείς σχηματισμούς που οφείλονται στην ποικιλία των ετήσιων δακτυλίων. Χρησιμοποιείται σε πολλές χρήσεις, σχεδόν σε όλες τις ξύλινες κατασκευές.
Προτάσεις φυτεύσεων: Είναι είδος που αναπτύσσεται εύκολα στη ζώνη των φυλλοβόλων δρυών. Δημιουργεί θαυμάσιες συστάδες. Δεν θέλει να διαταράσσεται το ριζικό του σύστημα. Τα δέντρα μεταφυτεύονται άσχημα εάν δεν μετεγκατασταθούν έγκαιρα. Διασταυρώνονται με άλλα μέλη του γένους.
Κοινή Ονομασία: Πλατύφυλλη δρυς
Επιστημονική Ονομασία: Quercus frainetto
Περιγραφή: Μεγάλο δέντρο ύψους ακόμη και 30 μέτρων, με κόμη στην αρχή ωοειδή και στη συνέχεια κυκλική, διαμέτρου 15 μέτρα. Είναι είδος της βαλκανικής χερσονήσου, με λίγες συστάδες στην Ιταλία και Τουρκία.
Απαιτήσεις: Είναι είδος ημισκιόφυτο. Επιβιώνει και σε σοβαρή σκίαση, παραμένει όμως σε νανώδη μορφή. Αντέχει σε παρατεταμένους παγετούς και στους δυνατούς ανέμους. Προτιμά εύφορο, βαθύ γόνιμο πηλώδες έδαφος. Αναπτύσσεται σε όλα τα επίπεδα οξύτητας του εδάφους, εκτός και αν οι τιμές είναι ακραίες. Δεν αντέχει ξηρά, αβαθή, άνυδρα εδάφη.
Χρησιμότητα: Τα βαλανίδια είναι πολύ καλή τροφή για τα ζώα (ιδίως για τους χοίρους). Το ξύλο είναι συμπαγές βαρύ, σκούρο ξανθό, με εμφανείς σχηματισμούς που οφείλονται στην ποικιλία των ετήσιων δακτυλίων. Χρησιμοποιείται σε πολλές χρήσεις και σχεδόν σε όλες τις ξύλινες κατασκευές.
Προτάσεις φυτεύσεων: Είναι είδος που αναπτύσσεται εύκολα στη ζώνη των φυλλοβόλων δρυών. Δημιουργεί θαυμάσιες συστάδες. Δεν θέλει να διαταράσσεται το ριζικό του σύστημα. Διασταυρώνεται με άλλα μέλη του γένους. Δεν μπορεί να αντέξει τις ξηροθερμικές συνθήκες της ευμεσογειακής ζώνης, για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του σε τέτοια περιβάλλοντα.
Κοινή Ονομασία: Δρυς χνοώδης
Επιστημονική Ονομασία: Quercus pubescens
Περιγραφή: Μικρό σχετικά δέντρο που σπάνια ξεπερνά τα 20 μέτρα σε ύψος και τα 10 μέτρα σε διάμετρο. Είναι είδος χαρακτηριστικό της παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης. Αποτελεί μαζί με την πλατύφυλλη δρυ το πιο συνηθισμένο είδος των ελληνικών δασών.
Απαιτήσεις: Είναι θερμόβιο και φιλόφωτο είδος. Τα νεαρά φυτά αντέχουν μόνο σε μέτρια σκίαση, όμως εάν δεν λιάζονται επαρκώς παρουσιάζουν μειωμένη ανάπτυξη. Αντέχουν στις χαμηλές θερμοκρασίες και τους χειμερινούς παγετούς. Προτιμά εύφορο, γόνιμο, πηλώδες έδαφος. Αναπτύσσεται ακόμη και σε φτωχά εδάφη, αβαθή και σχετικά ξηρά. Δεν ανέχεται ακραίες τιμές pH.
Χρησιμότητα: Τα βαλανίδια είναι πολύ καλή τροφή για τα ζώα (ιδίως για τους χοίρους). Το ξύλο της αποτελεί άριστο καυσόξυλο, για τους παραδασόβιους πληθυσμούς. Καλά άτομα δίνουν ξύλο άριστης ποιότητας για την ξυλουργική και την επιπλοποιία. Το ξύλο της είναι συμπαγές βαρύ σκούρο ξανθό, με εμφανείς σχηματισμούς που οφείλονται στην ποικιλία ετήσιων δακτυλίων. Χρησιμοποιείται σε πολλές χρήσεις και σχεδόν σε όλες τις ξύλινες κατασκευές.
Προτάσεις φυτεύσεων: Η επιλογή της χνοώδους δρυός για τον εμπλουτισμό των θερμόβιων πευκοδασών μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να έχει πετύχει. Η μειωμένη προσαρμογή της στα ακραία περιβάλλοντα της ευμεσογειακής ζώνης, δυσκολεύει την ανάπτυξή της ακόμη και σε μεγάλη ηλικία. Είναι προτιμότερο να φυτεύεται σε σκιερά ρέματα, όπου το υπόγειο νερό είναι διαθέσιμο ακόμη και τους καλοκαιρινούς μήνες, οι δε θερμοκρασίες εδάφους να μην ανέρχονται σε επίπεδα νέκρωσης του καμβίου κατά τους πρώτους χρόνους ανάπτυξης.