Του Χρήστου Χατζιώτη
Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί κατά πολύ τα άτομα που ζητάνε να μάθουν αν το όπλο που έχουν στην κατοχή τους (συνήθως κειμήλιο) χρειάζεται να το εμπιστευτούν σε κάποιον οπλουργό ή αν μπορούν να το συντηρήσουν μόνοι τους. Το θέμα είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο και έτσι αυτή η πρώτη προσέγγιση θα είναι καθαρά επιγραμματική, αλλά αρκετά διαφωτιστική.
Αιτίες επεμβάσεων σε παλιό λειόκαννο
Οι σκέψεις για συντήρηση ή αναβάθμιση της κατάστασης ενός λειόκαννου έχουν να κάνουν συνήθως:
α) Με ένα όπλο – οικογενειακό κειμήλιο που ναι μεν δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί στο κυνήγι μελλοντικά, ο κάτοχός του όμως έχει ένα συναισθηματικό δέσιμο μαζί του και θα ήθελε να διασφαλίσει την παράταση ζωής του, στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Εδώ πρέπει να γίνει μια σαφής και αντικειμενική διάγνωση των φθορών εκείνων που αν δεν αναταχθούν άμεσα, επεκτείνονται καταστρέφοντας τελικά το όπλο ολοκληρωτικά και των φθορών εκείνων που επιβαρύνουν τη συνολική κατάσταση του όπλου, αλλά η παραμονή τους δεν επιταχύνει την περαιτέρω φθορά. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι ο κάτοχος του όπλου να θέσει με το σαφέστερο τρόπο τις ασφαλιστικές δικλείδες που θα εγγυώνται ότι το όπλο αυτό δεν θα χρησιμοποιηθεί στο μέλλον από κάποιο μέλος της οικογένειας, αν οι φθορές του το έχουν κάνει επικίνδυνο.
β) Με ένα παλιό όπλο που παραμένει σε χρήση είτε σε μόνιμη βάση είτε περιστασιακά, έχοντας βέβαια την απαίτηση να μη θέτουμε σε κίνδυνο ούτε το ίδιο το όπλο, ούτε πολύ περισσότερο την αρτιμέλειά μας. Σ’ αυτά τα όπλα οι επεμβάσεις έχουν να κάνουν κυρίως με τη διατήρησή τους σε ασφαλή κατάσταση χρήσης και με την παράταση ζωής τους μέσω της ανάταξης συγκεκριμένων φθορών που βρίσκονται σε εξέλιξη. Εδώ η αισθητική περνάει σε δεύτερη μοίρα και η ασφαλής κατάσταση του όπλου σήμερα, αλλά και μετά από χρόνια, κατέχει πρωτεύουσα θέση στις αποφάσεις και τις επιλογές μας. Ο κάτοχος του όπλου πρέπει να συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα κάποιων επεμβάσεων που θα του προταθούν, αλλά πάνω απ’ όλα να αποδεχθεί πλήρως την ανάγκη καλής συντήρησης μετά από κάθε χρήση, προκειμένου να μην ακυρωθούν οι όποιες δαπανηρές ή μη επεμβάσεις έχουν γίνει στο όπλο. Στην περίπτωση αυτή που δεν υπάρχει συναισθηματικό δέσιμο έντονο με το όπλο (όπως στην προηγούμενη περίπτωση που αποτελεί κειμήλιο), οι επεμβάσεις κρίνονται και ως προς την αξία του όπλου. Πολλές φορές συμφέρει περισσότερο να θέσουμε σε αχρηστία ένα όπλο, παρά να προχωρήσουμε στην επισκευή του, αφού αυτή στοιχίζει περισσότερο από ό,τι το ίδιο το όπλο στην κατάσταση που βρίσκεται.
γ) Με τη διαφύλαξη της επενδυτικής αξίας κάποιου όπλου, που έχει μεν υποστεί κάποιες φθορές αλλά η σωστή αναβάθμιση, επισκευή και συντήρησή του μπορεί να του προσδώσει αυτό που χαρακτηρίζουμε ως «προστιθέμενη αξία» στην αρχική επένδυση αγοράς του. Εδώ η καλύτερη συνταγή είναι η προσφυγή σε ειλικρινή και έμπειρο οπλουργό, που δεν θα προσπαθήσει να εφαρμόσει επεμβάσεις στο όπλο ασύμφορες μόνο και μόνο για να τις πληρωθεί και δευτερευόντως όταν αυτές κριθούν απαραίτητες, θα έχει τη γνώση, την εμπειρία και την κατάλληλη υποδομή για να τις πραγματοποιήσει. Χρειάζεται όμως πάνω απ’ όλα και μια επικοινωνία ανάμεσα στον πελάτη και τον οπλουργό, μια σχετική ταυτότητα απόψεων και κουλτούρας πάνω στα όπλα, προκειμένου οι επεμβάσεις που θα γίνουν να είναι στην κατεύθυνση που θέλει ο πελάτης και που κρίνει σκόπιμη ο οπλουργός. Δεν είναι λίγοι οι οπλουργοί που καμαρώνουν όταν βλέπουν ένα παμπάλαιο όπλο να γυαλίζει σαν να βγήκε τώρα από το κουτί του. Απ’ την άλλη μεριά, είναι πολλοί οι οπλόφιλοι (ευτυχώς και κάποιοι οπλουργοί) που θεωρούν σημαντικό να μην εξαφανίζεται η πατίνα του χρόνου από ένα παλιό όπλο και να προσδίδεται κύρος στο όπλο αυτό μέσα από τη διατήρησή του σε άψογη λειτουργική κατάσταση, παρά την ηλικία του που δηλώνεται από το εξωτερικό του παρουσιαστικό. Προσωπικά όταν βλέπω ένα παλιό καλοσυντηρημένο όπλο να έχουν ξαναβαφτεί οι κάννες του και να γυαλίζουν σαν καινούργιες, να έχει τριφτεί το σκάλισμα στη μπάσκουλά του σε κάποιο κετσέ και να αστράφτει σαν να βγήκε σήμερα από το κουτί του και να έχει ξαναβαφτεί ο υποφυλακτήρας του, βιώνω τα συναισθήματα που έχει οποιοσδήποτε όταν δει μια 80χρονη με βαθύ ντεκολτέ και μίνι φούστα. Η άποψη αυτή οδηγεί συχνά, βέβαια, στην εσφαλμένη εντύπωση ότι ένα παλιό καλοσυντηρημένο όπλο δεν χρειάζεται κανενός είδους επέμβαση. Ότι οποιαδήποτε επέμβαση θα αλλοίωνε την προσωπικότητά του και θα το μετέτρεπε σε μια ερμαφρόδιτη οπλοκατασκευή, με στοιχεία δανεισμένα από την εποχή της και από το μοντέρνο παρόν. Αυτό βέβαια δεν ισχύει. Οι επεμβάσεις ενός οπλουργού δεν έχουν μόνο αισθητικό χαρακτήρα. Και ακόμη, το λίφτινγκ ενός όπλου δεν είναι κατ’ ανάγκη μια κακόγουστη επέμβαση σε επίπεδο σύλληψης και εφαρμογής. Ας δούμε, όμως, τις επεμβάσεις που γίνονται σε ένα όπλο.
Κατηγορίες επεμβάσεων στο οπλουργείο
Οι επεμβάσεις που γίνονται σε ένα οπλουργείο μπορεί να έχουν ως στόχο:
α) Την «αισθητική» αναβάθμιση (με ή χωρίς εισαγωγικά) του όπλου.
β) Τη λειτουργική αποκατάστασή του μέσω της επανάταξης κάποιων φθορών που το έχουν θέσει εκτός λειτουργίας.
γ) Την προστασία του από την επέκταση κάποιων φθορών που μελλοντικά θα το καταστήσουν επικίνδυνο προς χρήση.
δ) Την αναβάθμιση της ήδη καλής κατάστασής του, προκειμένου να αποκτήσει προστιθέμενη αξία και να βρεθεί πιο κοντά στα γούστα και στις επιλογές του κατόχου του.
ε) Το συνδυασμό των παραπάνω επεμβάσεων, προκειμένου να επιτευχθούν λειτουργικές, προστατευτικές και αισθητικές αλλαγές.
Όπως και να έχει το πράγμα, οι επεμβάσεις σε ένα οπλουργείο πρέπει να έχουν ως πρώτο στόχο τους την ασφαλή κατάσταση του όπλου. Να αποβλέπουν σε δεύτερο βαθμό στη διατήρηση και βελτίωση της λειτουργικής του κατάστασης, να διαφυλάσσουν την αρμονία εμφάνισης και λειτουργίας του (εδώ εντάσσεται ο σεβασμός στην πατίνα του χρόνου που αλόγιστα πολλοί οπλουργοί εξαφανίζουν για να εντυπωσιάσουν με θεαματικές, αλλά αμφίβολης ποιότητας αλλαγές στο όπλο), να αναβαθμίζουν ουσιαστικά το όπλο και πάνω απ’ όλα να είναι συμφέρουσες! Από αυτό τον τελευταίο κανόνα εξαιρούνται βέβαια τα όπλα που αποτελούν οικογενειακά κειμήλια. Εκεί έχει δικαίωμα ο καθένας, ανάλογα με το βαθμό δεσίματος που έχει με ένα όπλο – κειμήλιο, να απαιτήσει από τον οπλουργό να προβεί σε επεμβάσεις συχνά ασύμφορες, προκειμένου να περάσει στην ίδια κατάσταση που βρίσκεται σήμερα το όπλο (ή και σε καλύτερη) στην επόμενη γενιά. Μπορεί ένα εξώσφυρο Krup Essen να στοιχίζει σε μέτρια κατάσταση το 1/3 των χρημάτων που απαιτούνται για να κατασκευάσει κανείς καινούργιες κάννες για ένα πλαγιόκαννο, αλλά αν το όπλο αποτελεί κειμήλιο και η συναισθηματική αξία του για τον κάτοχό του είναι μεγάλη, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με μια τέτοια επέμβαση.
Οι σημαντικότερες επεμβάσεις και πότε πρέπει να γίνονται
Η συντριπτική πλειονότητα των επεμβάσεων που απαιτούνται σε ένα παλιό όπλο, πολύ περισσότερο σε ένα μη συντηρημένο παλιό όπλο, έχουν να κάνουν με την πρόσφυση των καννών στη μπάσκουλα (κούνημα κλειδιών) και με την αποδόμηση υλικού, μέσω οξειδώσεων, στο εσωτερικό και σπανιότερα στο εξωτερικό μέρος των καννών. Παραπέρα, μπορεί να σχετίζονται με φθορές και οξειδώσεις στο εξωτερικό και το εσωτερικό μέρος της μπάσκουλας (εξωτερική επιφάνεια και μηχανισμό). Ας τα δούμε όμως με τη σειρά.
Η πρόσφυση των καννών στο όπλο είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ποιότητας και της λειτουργικότητάς του. Από τη φάση της αρχικής κατασκευής, η μεγαλύτερη μέριμνα δίνεται στη σωστή εφαρμογή καννών και μπάσκουλας. Η εφαρμογή αυτή, όσο καλύτερη είναι τόσο περισσότερο χρόνο θα διατηρηθεί, χαρίζοντας πολλά χρόνια λειτουργίας στο όπλο. Βέβαια, η μακροζωία του όπλου ως προς την επαφή καννών–μπάσκουλας έχει να κάνει και με τον τύπο των κλειδιών, με τη φύση του ατσαλιού που χρησιμοποιήθηκε στην οπλοκατασκευή, με τον τρόπο σύνδεσης των καννών, που επιτρέπει ή όχι να κατασκευάζεται το μονομπλόκ και τα κλειδιά από διαφορετικό μέταλλο από ό,τι οι κυρίως κάννες, κ.λπ. Πάνω απ’ όλα, όμως, έχει να κάνει με τη σωστή επιλογή πυρομαχικών και όχι όπως πολλοί νομίζουν με τον αριθμό φυσιγγίων που το όπλο έχει ρίξει. Δεκάδες χιλιάδες φυσιγγίων καλής ποιότητας και ελεγχόμενων πιέσεων, είναι ανίκανες να προκαλέσουν τη φθορά που προκαλεί ένα και μόνο φυσίγγι υπερβολικά ψηλών πιέσεων.
Έγκυρη διάγνωση
Ο έντιμος και έμπειρος οπλουργός μπορεί να επισημάνει στον κάτοχο του όπλου αν ένα ανεπαίσθητο «κούνημα» από τα κλειδιά, το κάνει επισφαλές για χρήση ή του επιτρέπει να χρησιμοποιείται ακόμα χωρίς κινδύνους. Αυτό που είναι καθολικό και ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις, είναι ότι ένα κουνημένο όπλο θα συνεχίσει να επιδεινώνει την κατάστασή του ακόμη και με τη χρήση φυσιγγίων πολύ χαμηλών πιέσεων. Μ’ άλλα λόγια, ο τζόγος θα αυξάνεται με τη χρήση του όπλου και ο κάτοχός του θα είναι υποχρεωμένος κάθε λίγο να συμβουλεύεται τον οπλουργό προκειμένου να μην κινδυνεύσει. Αντίθετα, αν το όπλο παρουσιάζει ένα μικρό «κούνημα» και προορίζεται για χρήση κειμηλίου (χρήση που αποκλείει τη χρησιμοποίησή του στο κυνήγι), η αλλαγή πίρου ή η καθ’ οιονδήποτε τρόπο επανάταξη της βλάβης του, δεν κρίνεται αναγκαία. Η εσωτερική φθορά των καννών είναι μια αβαρία στο όπλο που κυριολεκτικά η ανάγκη επανάταξής της εξαρτάται από τη διάγνωση του οπλουργού. Μεγάλες σε έκταση, αλλά εξαιρετικά επιφανειακές (ρηχές) διαβρώσεις, δεν θέτουν σε κίνδυνο συνήθως το χρήστη του όπλου και η επισκευή τους μπορεί να αναβληθεί ή και να κριθεί ασύμφορη (λόγω του ότι συνίσταται στο χόνιγκ (ρεκτιφιέ) της κάννης που απαιτεί μια μικρότερη ή μεγαλύτερη περαιτέρω αποδόμηση υλικού). Απαιτούν πάντα όμως καλύτερο καθαρισμό και επιμελέστερη συντήρηση προκειμένου να επιβραδυνθεί η επέκτασή τους. Αντίθετα, κάννες με τοπικές ή μεγάλης έκτασης, αλλά βαθιές διαβρώσεις (κρατήρες) μπορεί να δίνουν μια σαφώς καλύτερη εικόνα στον μη ειδικό, αλλά είναι εξίσου πιθανό να είναι επικίνδυνες για χρήση. Η περίσσεια λιπαντικού μετά από κάθε καθάρισμα του όπλου, σε περίπτωση που δεν κριθεί αναγκαία η επέμβαση στις κάννες, πρέπει να θεωρείται δεδομένη, γιατί οι οξειδωτικές διεργασίες προχωράνε με πολύ ταχύτερους ρυθμούς σε μια διαβρωμένη κάννη από ό,τι σε μια κάννη με εντελώς λείο και άθικτο το εσωτερικό της. Στο ενδεχόμενο τώρα που θα γίνει κάποιο ρεκτιφιέ στις κάννες ενός όπλου, ο χρήστης του πρέπει αφενός να ακολουθήσει τη συμβουλή του οπλουργού ως προς τις πιέσεις των φυσιγγίων που επιδέχεται το όπλο στη νέα του κατάσταση (η αντοχή των καννών του έχει ούτως ή άλλως μειωθεί μετά την επέμβαση), αλλά και να φροντίζει μετά από κάθε κυνήγι τον επιμελή και πλήρη καθαρισμό των καννών. Οι κάννες που προέρχονται από εσωτερική λείανση (χόνιγκ ή ρεκτιφιέ) είναι τον πρώτο καιρό ιδιαίτερα ευάλωτες στις οξειδώσεις.
Ανεπιθύμητες παρενέργειες
Όσον αφορά τις οξειδώσεις και την αποδόμηση υλικού από την εξωτερική επιφάνεια των καννών, εξαιρουμένων των ακραίων καταστάσεων (απειροελάχιστης ή εξαιρετικά έντονης φθοράς), ο κάτοχος του όπλου με τη συμβολή του οπλουργού, πρέπει να αποφασίσει αν θα γίνει κάποια επέμβαση (νέα βαφή των καννών). Σε ένα όπλο με περιορισμένη φθορά στο εξωτερικό των καννών, είναι κρίμα να τριφτούν οι κάννες (επέμβαση απαραίτητη πριν τη βαφή τους) και να παρουσιάσουν μια έντονη αναντιστοιχία με το υπόλοιπο όπλο, γυαλίζοντας σαν καινούργιες. Μία ανεπιθύμητη παρενέργεια της βαφής των καννών στα καλά όπλα, είναι ότι γίνονται λιγότερο ευκρινή (από το τρίψιμο που προηγείται της βαφής) τα διάφορα στοιχεία που αναγράφονται στη ράχη της κάννης, μαρτυρώντας το συγκεκριμένο τύπο επέμβασης στο μέλλον. Εναλλακτικά, μπορεί ο οπλουργός να μην τρίψει το σημείο που βρίσκονται τα γράμματα πάνω στην κάννη, οπότε η νέα βαφή δεν πιάνει τοπικά, με αποτέλεσμα να γυαλίζει σαν καινούργια, ενώ το σημείο που βρίσκονται τα γράμματα παραμένει σε ένα βαθύ γκρι χρώμα. Από την άλλη μεριά, είναι γεγονός ότι η οξείδωση (όσο περιορισμένη και αν είναι) προκαλεί απώλεια της αντιοξειδωτικής θωράκισης που προσφέρει στο όπλο η βαφή. Έτσι η επέκταση των οξειδώσεων καραδοκεί και ο επιμελής καθαρισμός, από το σπάταλο λάδωμα των καννών, κρίνεται απαραίτητος.