Του Θωμά Πετρόχειλου, Εκπαιδευτή
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα ποια είναι η διαφορά στο κυνήγι ενός εκπαιδευμένου κυνηγετικού σκύλου από έναν ανεκπαίδευτο, πρέπει πρώτα να καθορίσουμε ποιο σκύλο θεωρούμε εκπαιδευμένο και ποιον ανεκπαίδευτο. Αν θεωρήσουμε λοιπόν ότι το ανεκπαίδευτο είναι εκείνο το οποίο δεν έχει την εμπειρία και την τριβή με το θήραμα και το κυνήγι και το εκπαιδευμένο έχει όχι μόνο την πείρα του άγριου θηράματος αλλά έχει διδαχθεί και τον τρόπο με τον οποίο θα βοηθήσει τον κυνηγό ώστε να το βάλει στην τσάντα, τότε αυτά τα δύο ζώα δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, διότι το ένα βρίσκεται στο ζενίθ και το άλλο στο ναδίρ.
Ο έμπειρος και ανεκπαίδευτος σκύλος
Αν θεωρήσουμε ότι ανεκπαίδευτο είναι ένα ζώο το οποίο έχει μεν την εμπειρία πάνω στο κυνήγι του άγριου θηράματος, αλλά δεν έχει διδαχθεί τον τρόπο ώστε να είναι αποτελεσματικότερο, τότε δεν έχουμε να συγκρίνουμε έναν ανεκπαίδευτο με έναν εκπαιδευμένο κυνηγετικό σκύλο, αλλά ένα μερικώς με ένα πλήρως εκπαιδευμένο ζώο.
Διότι και το γεγονός ότι έχουμε κάνει με το ζώο μας τόσες εξόδους ώστε να ξέρει να πατάει στους κάμπους, στα βουνά και στα δάση και να ανακαλύπτει μπεκάτσες, πέρδικες και ορτύκια, σημαίνει ότι έχουμε διανύσει πολύ δρόμο εκπαιδεύοντάς το, καθώς αυτό είναι και το κυρίως έργο το οποίο κάνει ένας εκπαιδευτής.
Ένας σκύλος αυτής της κατηγορίας μπορεί κάλλιστα να ψάχνει εξαιρετικά εκμεταλλευόμενος τον αέρα και το έδαφος, να έχει αίσθηση θηράματος, να μπορεί να φερμάρει αποτελεσματικά οποιοδήποτε θήραμα, ακόμα να συναινεί και να απορτάρει εκμεταλλευόμενος τα φυσικά του προσόντα. Αν όμως κάποια στιγμή κάνει λάθος, όπως π.χ. να μη συνεργάζεται στην έρευνά του με τον κυνηγό, να μην είναι σταθερό στη φέρμα του, να διεκδικεί για τον εαυτό του το θήραμα και να μην το απορτάρει, να κυνηγάει κότες, πρόβατα και γίδια, δεν έχουμε τον τρόπο να τον διορθώσουμε ώστε να μην επαναλάβει τη λανθασμένη συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να απολαύσουμε το κυνήγι μας και τις απαράμιλλες στιγμές ευτυχίας και πληρότητας, αλλά να μας γεμίζει με άγχος και ανασφάλεια.
Ισορροπώντας τη ζυγαριά
Έχω γράψει και άλλη φορά ότι η προσπάθεια για τη δημιουργία ενός καλού κυνηγετικού σκύλου, ο οποίος να μπορεί να μας συνδέσει με την κυνηγετική επιτυχία και την ευψυχία που αυτή μας χαρίζει, μπορεί να παρομοιαστεί με έναν ζυγό. Στη μία μεριά θα βρίσκονται οι δυσκολίες της απόκτησης ενός κατάλληλου κυνηγετικού σκύλου και της εκπαίδευσής του και στην άλλη μεριά του ζυγού βρίσκονται τα φυσικά προσόντα και η σωστή δουλειά την οποία προσθέτουμε επάνω του.
Τα λάθη της εκπαίδευσης προστίθενται στη μεριά των δυσκολιών και των μειονεκτημάτων, όλο δε αυτό το σύστημα βρίσκεται σε κίνηση και υφίσταται κραδασμούς.
Στην αρχή οι δυσκολίες της εκπαίδευσης είναι τόσες που όποια κίνηση κι αν πάρει το σύστημα, ο ζυγός είναι γυρισμένος προς τη μεριά τους.
Συνεχώς όμως εμείς προσθέτουμε το βάρος της δουλειάς μας στο τάσι των φυσικών προσόντων μέχρι που κάποια στιγμή το τάσι των δυσκολιών σηκώνεται στιγμιαία, αλλά και πάλι ξανακάθεται προς τη μεριά τους.
Εμείς συνεχίζουμε και προσθέτουμε δουλειά μέχρις ότου κάποια στιγμή ο ζυγός ισορροπεί. Αλλά ακόμα και τότε με τους κραδασμούς που υφίσταται το σύστημα, ο ζυγός άλλοτε γέρνει προς τη μεριά των δυσκολιών και άλλοτε προς τη μεριά των φυσικών προσόντων και της δουλειάς.
Εμείς εξακολουθούμε να προσθέτουμε δουλειά μέχρις ότου ο ζυγός να κλίνει προς τη μεριά των προτερημάτων και όσους κραδασμούς κι αν υφίσταται το σύστημα ο ζυγός να δείχνει σταθερά προς τη μεριά των φυσικών προσόντων και της δουλειάς.
Και ένα εκπαιδευμένο ζώο μπορεί να κάνει οποιαδήποτε στιγμή ένα λάθος, αλλά σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να το διορθώσουμε ώστε να μην επαναληφθεί. Όπως θα καταλάβατε, η διαδικασία αυτή απαιτεί γνώσεις, μέθοδο, υπομονή, επιμονή και κυρίως πάθος και αγάπη για το σκύλο, αλλά πιστέψτε με ότι αξίζει τον κόπο.