Του Χρήστου Χατζιώτη
Το λάκτισμα είναι πάνω από όλα αίσθηση και η αίσθηση δεν προσμετράται εύκολα. Προς αποφυγή δυσάρεστων εκπλήξεων αλλά και… ανυπόφορου πόνου, καταγράφουμε τους αντικειμενικούς αλλά και υποκειμενικούς παράγοντες που αυξάνουν ή μειώνουν την αίσθηση της έντασής του.
Είναι πια κοινός τόπος, σε αντίθεση με ό,τι πολλοί πίστευαν τα παλιά χρόνια, ότι το βάρος του όπλου είναι ένας μόνο από τους παράγοντες που επηρεάζουν το λάκτισμα. Θα αναφερθούμε κυρίως στους υποκειμενικούς παράγοντες που αυξομειώνουν έντονα όχι το μετρήσιμο λάκτισμα αυτό καθ’ αυτό, αλλά την αίσθηση λακτίσματος του όπλου στον κυνηγό. Γιατί σε τελική ανάλυση, αυτό που εμείς εισπράττουμε είναι ό,τι αισθανόμαστε τη στιγμή της πυροδότησης και όχι ό,τι μετράει ένα εξειδικευμένο μηχάνημα μέτρησης λακτίσματος.
Αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες
Πέρα από τα αντικειμενικά στοιχεία του όπλου, όπως είναι το βάρος του, το ζύγισμά του, το βάθος του υποδοχέα της πατούρας τού πάφυλα στο πίσω μέρος της θαλάμης, το γνωστότερο ως head space (που παρεπιπτόντως είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αύξησης ή μείωσης του λακτίσματος), υπάρχουν παράμετροι, όπως οι κλίσεις του κοντακιού, που μπορούν κάλλιστα να θεωρηθούν και ως υποκειμενικός παράγοντας αφού εξαρτώνται από το σωματομετρικό τύπο αλλά και από τις σκοπευτικές συνήθειες του χρήστη του όπλου, οι βασικές διαστάσεις της κάννης (κυρίως τον κώνο συναρμογής και την εσωτερική διάμετρο αυλού), υπάρχουν και άλλοι παράγοντες αισθητοί, αλλά δύσκολα μετρήσιμοι.
Το πιτς του κοντακιού
Το πιτς ενός κοντακιού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αίσθηση λακτίσματος σε δύο επίπεδα.
Κατ’ αρχήν όσον αφορά τη σωστή κλίση του πιτς, το πόσο δηλαδή είναι αντίστοιχη με τη διάπλαση του ώμου του σκοπευτή και με το γενικότερο σωματομετρικό του τύπο. Ένα λάθος πιτς μπορεί να κάνει την αίσθηση του λακτίσματος πολύ εντονότερη σε έναν κυνηγό και σε έναν άλλο, που θα του ταιριάζει καλύτερα, πολύ πιο ήπια.
Κατά δεύτερον, αυτή καθ’ αυτή η σωστή διαμόρφωση του πιτς, μια διαμόρφωση δηλαδή που θα λαμβάνει υπόψη της πέρα από το σωματομετρικό τύπο του χρήστη του όπλου και τις νοητές ευθείες προς τις οποίες ασκείται η ανάκρουση, μειώνει σημαντικά την αίσθηση λακτίσματος. Αυτή η δεύτερη παράμετρος ακούγεται ίσως εξεζητημένη αλλά είναι εκείνη που κυρίως λαμβάνουν υπόψη τους όσοι κατασκευαστές όπλων ενδιαφέρονται να προσφέρουν στην αγορά όπλα μαζικής παραγωγής, καλής ποιότητας και λειτουργικά.
Χρονική διάρκεια και συνήθεια
Μια άλλη παράμετρος που επηρεάζει εντελώς υποκειμενικά το λάκτισμα, είναι ο ίδιος ο τύπος του λακτίσματος. Για να γίνει κατανοητό αυτό αρκεί να φέρουμε στο μυαλό μας τις διαφορές ανάπτυξης των πιέσεων μιας ταχύκαυστης και μιας υπερπροοδευτικής πυρίτιδας. Η πρώτη μπορεί να αναπτύσσει μεσαίες ή υψηλές πιέσεις για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αφού η καύση της είναι σχεδόν ακαριαία. Η δεύτερη αναπτύσσει κατά κανόνα χαμηλές ή μέσες πιέσεις που όμως επιδρούν για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αφού η καύση διαρκεί περισσότερο χρόνο. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με το λάκτισμα. Μπορεί το λάκτισμα να είναι στιγμιαίο και όταν μετρηθεί να βρεθεί σε υψηλά επίπεδα, αλλά η αίσθησή του στο σκοπευτή ή τον κυνηγό να είναι αμελητέα. Αντίστοιχα, μπορεί το λάκτισμα μετρούμενο να παρουσιάζει πολύ χαμηλά επίπεδα, αλλά η χρονική του διάρκεια να δημιουργεί στο χρήστη του όπλου ανυπόφορη αίσθηση. Σε όλα αυτά παρεμβαίνει έντονα η δύναμη της συνήθειας. Κάποιος που έχει συνηθίσει να ρίχνει με ένα καλοζυγισμένο όπλο χωρίς πέλμα, βρίσκει ιδιόρρυθμο και κάποιες φορές αποκρουστικό το λάκτισμα του όπλου του όταν προστεθεί ένα πέλμα από καουτσούκ. Αντίστροφα, κάποιος που έχει συνηθίσει με καουτσουκένιο πέλμα, πέλμα δηλαδή που μειώνει την ένταση αλλά επιμηκύνει το χρόνο λακτίσματος, μπορεί να αντιμετωπίσει με μεγάλη δυσφορία το «ξερό» λάκτισμα ενός κοντακιού χωρίς πέλμα.
Το βάρος του σώματος
Από τους υποκειμενικούς παράγοντες του λακτίσματος, σημαντικότερος είναι το βάρος όχι του όπλου αλλά του ίδιου του σκοπευτή. Ένας εύσωμος κυνηγός, με μεγάλη σωματική αδράνεια, δέχεται όλο το λάκτισμα στο σημείο επώμισης. Αντίθετα, ένας πολύ αδύνατος σκοπευτής αναλώνει μέρος της ενέργειας του λακτίσματος σε κινητική ενέργεια που χρησιμοποιείται για την ακούσια οπισθοδρόμηση του ώμου του κατά τη βολή. Αυτό τον βοηθά να ρίχνει πιο ξεκούραστα μεγάλη ποσότητα φυσιγγίων, αλλά παράλληλα τον κάνει να χρειάζεται περισσότερη διόρθωση σκόπευσης στη δεύτερη βολή ενός ντουμπλέ.
Αντικραδασμικά μεν, “αντιφατικά” δε
Αν κάτι μου έδωσε το ερέθισμα να επανέλθω στο ζήτημα του λακτίσματος με αυτό το άρθρο, είναι η διάδοση που ξαφνικά γνώρισαν τα τελευταία χρόνια τα διαφόρων προελεύσεων κι ευρεσιτεχνιών «αντικραδασμικά κοντάκια», εκείνα, δηλαδή, που με διαφορετικούς μηχανισμούς και επινοήσεις προσπαθούν να μειώσουν το λάκτισμα. Όλα ανεξαιρέτως στους μετρητές λακτίσματος αποδεικνύουν την επιτυχία της αρχικής επινόησης. Όταν όμως βρεθούν στον κυνηγότοπο στα χέρια του χρήστη τους, τα όπλα αυτά κάποιες φορές προκαλούν μια αίσθηση αυξημένου λακτίσματος, εκ πρώτης όψεως ανεξήγητη. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει με όλους τους κυνηγούς, αλλά πάντως με ένα σημαντικό ποσοστό τους.
Παράταση εφαρμογής λακτίσματος
Προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω αυτή την ψευδαίσθηση αυξημένου λακτίσματος, αφού επιβεβαίωσα την όντως μειωμένη τιμή τού «μέγιστου λακτίσματος» σ’ αυτά τα όπλα, έκανα αλλεπάλληλες δοκιμές έχοντας δίπλα–δίπλα όπλα παρόμοιας κατασκευής με συμβατικά και με σύγχρονα «μειωμένου λακτίσματος» κοντάκια. Ήταν πασιφανές ότι η αίσθηση εντονότερου λακτίσματος οφειλόταν στη μεγάλη χρονική παράταση εφαρμογής του λακτίσματος. Το λάκτισμα αυτών των όπλων μού έφερε στο μυαλό την αίσθηση λακτίσματος ενός δίκαννου διαμετρήματος 10 super magnum, που ενώ λόγω του εξαιρετικά μεγάλου βάρους του (4.600 γραμμάρια) δεν είχε οδυνηρό λάκτισμα, εν τούτοις η χρονική διάρκεια του λακτίσματός του ήταν εντυπωσιακή και ξένιζε έντονα το χρήστη του όπλου. Φυσικά δεν υπάρχουν αντιστοιχίες στην αίσθηση λακτίσματος του ενός όπλου και του άλλου, υπάρχει όμως το κοινό στοιχείο της συνειδητοποίησης της χρονικής παράτασης του λακτίσματος που σε κάποιους είναι οδυνηρή.
Δοκιμή στην πράξη
Σε δεύτερη φάση θέλησα να προσδιορίσω τους παράγοντες εκείνους που κάνουν κάποιους κυνηγούς να εκτιμούν την αίσθηση αυτών των κοντακιών μειωμένου λακτίσματος και κάποιους άλλους να τα βρίσκουν εξαιρετικά επώδυνα στο κυνήγι. Προς μεγάλη μου έκπληξη συνειδητοποίησα ότι εύσωμοι φίλοι και συγκυνηγοί, που λόγω του σωματικού τους βάρους δέχονται όλο το λάκτισμα του όπλου χωρίς ιδιαίτερη οπισθοδρόμηση του σώματός τους, βρήκαν εξαιρετικά βολικά αυτά τα κοντάκια. Αντίθετα, πιο αδύνατοι κυνηγοί που έχουν συνηθίσει στην ακούσια οπισθοδρόμηση του σώματός τους κατά την ανάκρουση, θεώρησαν ότι η τελική αίσθηση αυτών των κοντακιών είναι ο πολλαπλασιασμός και όχι η μείωση του λακτίσματος. Σε κάθε περίπτωση, όπως συμβαίνει με πολλά στοιχεία στη βλητική του λειόκαννου και στη συμπεριφορά των όπλων, πριν ενστερνιστεί κανείς καινοτομίες πρέπει να τις δοκιμάσει στην πράξη και να τις αξιολογήσει προσεκτικά. Μπορεί κάποια από τις καινοτομίες αυτές να του προσφέρει ό,τι αποζητούσε χρόνια στις οπλοκατασκευές, μπορεί όμως και να αποδειχθεί ότι για εκείνον συγκεκριμένα είχε τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.