Του Θανάση Κυριτσάκα
O Αύγουστος και η πολυπόθητη έναρξη είναι κοντά και σίγουρα δεν υπάρχει κυνηγός που να μην την ονειρεύεται και κάποια στιγμή της ζωής του δεν έχει ασχοληθεί με το κυνήγι του ορτυκιού, είτε για να εκπαιδεύσει το σκύλο του, είτε για να απολαύσει τις συγκινήσεις που προσφέρει απλόχερα αυτό το μικρό θήραμα τους πρώτους μήνες της κυνηγετικής περιόδου.
Το ορτύκι ξεκινά την μετανάστευσή του στα μέσα του καλοκαιριού, αρχίζοντας μια αργή και σταδιακή αποδημία από το βορρά προς το νότο, με τελικό προορισμό την Αφρική, για να περάσει τους πιο δύσκολους μήνες του χειμώνα. Στη χώρα μας κάνει τη μαζική του εμφάνιση από τα μέσα του Ιουλίου και ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, παραμένει μέχρι τα τέλη του Οκτώβρη ή και τις πρώτες εβδομάδες του Νοεμβρίου. Είναι θήραμα πολύ ευαίσθητο στις κλιματολογικές αλλαγές και δεν διστάζει να μετακινηθεί σε μικρές ή μεγάλες αποστάσεις και μάλιστα πολύ γρήγορα. Τα ορτύκια επηρεάζονται πολύ από την ξηρασία ή την έντονη υγρασία και ενώ τη μια μέρα θα τα συναντήσεις στα ψηλώματα, μια απότομη αλλαγή του καιρού θα τα οδηγήσει στους κάμπους και αντίστροφα. Το ορτύκι προτιμάει να παραμένει σε ανοιχτούς χώρους όπου μπορεί εύκολα να αναζητά την τροφή του, αλλά και να απομακρυνθεί γρήγορα και αθόρυβα αν ενοχληθεί, είτε ποδαρώνοντας, είτε με τη χαρακτηριστική χαμηλή πτήση του. Οι καλλιέργειες παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην παρουσία του ορτυκιού. Προτιμά να κρύβεται στην ασφάλεια και τη δροσιά που του προσφέρουν οι καλαμποκιές, οι μπαμπακιές και τα εγκαταλελειμμένα μποστάνια, ενώ το τριφύλλι, οι θερισμένες σταριές, αλλά και οι πλαγιές των βουνών που αποτελούν σταθμούς κατά τη μαζική του μετανάστευση είναι και τα μέρη που θα το αναζητήσει ο κυνηγός στο ξεκίνημα της κυνηγετικής περιόδου.
Παράγοντες επιτυχίας
Το κυνήγι του ορτυκιού ξεκινάει τις πρώτες πρωινές ώρες με την ανατολή του ηλίου, όταν τα ορτύκια εγκαταλείπουν τις πυκνές καλαμποκιές ή τις γράνες που έχουν επιλέξει για καταφύγιο για να αναζητήσουν την τροφή τους, και σταματάει λίγες ώρες μετά, όταν η θερμοκρασία αυξάνεται και το έδαφος ξεραίνεται, με αποτέλεσμα οι οσμές και οι αναθυμιάσεις που έχει αφήσει το θήραμα να μειωθούν και ο εντοπισμός τους να γίνεται πολύ δύσκολος ακόμα και για τα πιο έμπειρα κυνηγόσκυλα. Αργά το απόγευμα, λίγο πριν το σούρουπο, τα ορτύκια εγκαταλείπουν πάλι τις κρυψώνες, τους δίνοντας ακόμα μερικές ευκαιρίες σε κυνηγόσκυλο και κυνηγό και μάλιστα με πολύ καλύτερες συνθήκες, καθώς η ζεστή της ημέρας υποχωρεί και κάνει την αναζήτησή τους αρκετά πιο εύκολη. Σημαντικός παράγοντας επιτυχίας στο κυνήγι του ορτυκιού, εκτός από το σκύλο, είναι και η απόλυτη ησυχία και αυτό για δύο λόγους: πρώτον το ορτύκι είναι από τη φύση του πολύ δύσπιστο θήραμα και ο παραμικρός θόρυβος έχει συνήθως ως αποτέλεσμα να απομακρυνθεί γρήγορα, ποδαρώνοντας παρά πετώντας, και δεύτερον γιατί είναι πολύ πιθανό να ακούσουμε το κάλεσμα του αρσενικού ορτυκιού νωρίς το πρωί και ο εντοπισμός να γίνει πολύ πιο εύκολα.
Δημοφιλή ορτυκοτόπια
Η Λαυρεωτική που παραδοσιακά δέχεται μεγάλα περάσματα ορτυκιών και πάντα επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις σε όσους δεν ενοχλούνται από την πολυκοσμία και έχουν υπομονή και επίμονη. Η Κοπαΐδα, που ούτως ή άλλως κρατά σημαντικό αριθμό ντροπιάρικων πουλιών. Ο Δομοκός και όλος ο κάμπος μέχρι την Καρδίτσα. Ο κάμπος από τη Δεσκάτη μέχρι το Καρπερό στο νομό Γρεβενών (μετά τις 15/9). Ο κάμπος της Πτολεμαΐδας στο νομό Κοζάνης. Η Δορκάδα, η Ξυλούπολη, η περιοχή του Ζαγκλιβερίου, καθώς και η περιοχή από την Ειδομένη μέχρι τις Μουριές, για όσους αποφασίσουν να κινηθούν στους νομούς Σερρών και Κιλκίς και γύρω από τον άξονα Στρυμόνα – Αξιού. Και τέλος ο νομός Έβρου που αποτελεί ένα από τα καλύτερα κυνηγοτόπια για την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου ο οποίος σίγουρα δεν αφήνει κανέναν παραπονεμένο με την πλειάδα των επιλογών που προσφέρει.
Οι κατάλληλες ράτσες σκύλων
Τώρα αν θα θέλαμε να μιλήσουμε για τις πιο κατάλληλες ράτσες για το κυνήγι του ορτυκιού, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις δύσκολες κλιματικές συνθήκες και ιδιαίτερα τις μεγάλες θερμοκρασίες της έναρξης, για να είμαστε αντικειμενικοί.
Με αυτά τα δεδομένα, γενικώς τα κοντότριχα σκυλιά πλεονεκτούν έναντι των μακρύτριχων και σκληρότριχων, μόνο από άποψη αντοχής στη ζέστη. Απ’ τα κοντότριχα, πιο πρακτικά, κατά τη δική μου άποψη, είναι όλα τα Μπρακ, που ο τρόπος εργασίας τους είναι κοντά στον κυνηγό, σε ακτίνα μέχρι 70-80 μέτρα, κάνοντας πολλές φορές πισωγυρίσματα και βάζοντας τη μύτη κάτω όταν υπάρχει άπνοια. Τέτοια Μπρακ «σκούπες» είναι όλα τα γαλλικά (τύπου Πυρηναίων και Γασκώνης, Ωβέρνης, Σεν Ζερμέν, Μπουρμπονέ), το ισπανικό, το ιταλικό και το ουγγρικό Βίζλα. Φυσικά έχουμε το Κούρτσχααρ και το Πόιντερ που εργάζονται σε μεγαλύτερες ακτίνες, με μεγαλύτερες ταχύτητες απ’ τα υπόλοιπα Ηπειρωτικά Μπρακ και ιδιαίτερα το Πόιντερ. Βέβαια, το Πόιντερ ή ακόμα και το Κούρτσχααρ, λόγω κεκτημένης ταχύτητας, μπορεί ν’ αφήνει πίσω του μερικά ορτύκια, αν δεν είναι πολύ έμπειρο, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία γιατί ό,τι χάνουμε σε ποσότητα το κερδίζουμε σε θέαμα. Όλα αυτά βέβαια, όπως εξήγησα και παραπάνω, είναι γενικές απόψεις, αλλά καθαρά αντικειμενικές για να είμαστε ειλικρινείς. Και τα μακρύτριχα και τα σκληρότριχα θα κυνηγήσουν άριστα το ορτύκι, στο μέτρο που θα αντέξουν τη ζέστη και τον ήλιο. Δεν υπάρχει ράτσα που να κυνηγάει καλά όλα τα θηράματα, γιατί αν υπήρχε τέτοια δεν θα υπήρχαν οι υπόλοιπες. Κάθε μία έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και ο κυνηγός πρέπει να επιλέγει τη ράτσα που τον ικανοποιεί περισσότερο στο είδος του κυνηγιού που προτιμά.