Με έκπληξη διαβάσαμε το αναγραφόμενα στο νομοσχέδιο για τα αδέσποτα και δεσποζόμενα ζώα συντροφιάς που προωθείται προς ψήφιση στη Βουλή. Για ακόμη μια φορά διαφαίνεται η πρόθεση της κυβέρνησης να στραφεί τιμωρητικά κατά των πολιτών που διατηρούν ζώα συντροφιάς και περισσότερο κατά των κυνηγών.
Παρά το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της δημόσιας διαβούλευσης του συγκεκριμένου νομοσχεδίου την περασμένη άνοιξη υπήρξε καθολική αποδοκιμασία του, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80%, η κυβέρνηση επέλεξε να αγνοήσει παντελώς τις έντονες και αιτιολογημένες αντιδράσεις επίσημων φορέων και απλών πολιτών και να φέρει προς ψήφιση ουσιαστικά το ίδιο κείμενο, με ελάχιστες, επικοινωνιακού τύπου αλλαγές.
Ουσιαστικά η κυβέρνηση υποχρεώνει όλους τους ιδιοκτήτες ζώων συντροφιάς να πληρώσουν χαράτσι για να συνεχίσουν να συμβιώνουν με τους τετράποδους φίλους τους. Συγκεκριμένα πρέπει υποχρεωτικά ή να στειρώσεις το ζώο (κόστος μεγαλύτερο των 300 ευρώ) ή να στείλεις δείγμα γενετικού υλικού (DNA) του στο Εργαστήριο Φύλαξης και Ανάλυσης Γενετικού Υλικού Ζώων Συντροφιάς (κόστος μεγαλύτερο των 150 ευρώ). Και στη μια περίπτωση και στην άλλη η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται την αγάπη των ανθρώπων για τα ζώα με σκοπό να αποκομίσει οικονομικό όφελος. Αυτό άλλωστε διαφαίνεται και από τα εξοντωτικά πρόστιμα που θεσπίστηκαν καθώς, σε περίπτωση που δε στειρωθούν τα ζώα ή δεν σταλεί δείγμα DNA, θα κληθούν οι ιδιοκτήτες τους να πληρώσουν πρόστιμο 1.000 ευρώ, το οποίο θα διπλασιάζεται ανά τρίμηνο όσο δεν πληρώνεται.
Ειδικά δε για όσους έχουν περισσότερα του ενός ζώα θα κληθούν, σε περίοδο οικονομικής και υγειονομικής κρίσης, να πληρώσουν ιδιαιτέρως μεγάλα ποσά.
Επίσης προβλέπεται μόνο μία γέννα στη διάρκεια της ζωής του σκύλου σε περίπτωση που κάποιος δεν είναι ερασιτέχνης εκτροφέας. Για να αναγνωριστεί κάποιος ως ερασιτέχνης εκτροφέας πρέπει να εγγραφεί στον Κυνολογικό Όμιλο Ελλάδος, ο οποίος δέχεται μόνο καθαρόαιμα σκυλιά.
Η κυνοφιλία και το κυνήγι όμως δεν περιορίζονται στην καθαροαιμία και καμία εξάρτηση δε θα πρέπει να έχουν από αυτή. Με την ερασιτεχνική εκτροφή διασφαλίζεται η διατήρηση των αυτόχθονων Ελληνικών φυλών που αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά και έργο αιώνων χιλιάδων ανθρώπων. Με τη διάταξη αυτή η κυβέρνηση μετά βεβαιότητας επιδιώκει την εξαφάνιση της οργανωμένης κυνοφιλίας στη χώρα μας η οποία βρίσκεται στις πρώτες θέσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και καταργεί την αναπαραγωγή ημίαιμων καλών κυνηγόσκυλων.
Στο νέο νομοσχέδιο, διατηρείται η αντικυνηγετική στάση της Κυβέρνησης απέναντι στους κυνηγούς ιδιοκτήτες σκύλων και συγκεκριμένα προβλέπεται:
- Πρόστιμο 500 ευρώ αν δεν έχουμε μαζί μας στο κυνήγι ή σε οποιαδήποτε άλλη μετακίνηση με σκύλο, ενημερωμένο το ηλεκτρονικό βιβλιάριο του σκύλου μας. (Δεν προβλέπεται αντίστοιχο πρόστιμο για καμία άλλη κατηγορία πολιτών.)
- Αφαίρεση άδειας θήρας για δύο (2) έτη σε κυνηγό, του οποίου ο σκύλος που χρησιμοποιείται στο κυνήγι δεν έχει σημανθεί, καταχωρηθεί στο ΕΜΖΣ και στειρωθεί ή για τον οποίο δεν έχει αποσταλεί δείγμα γενετικού υλικού στο Εργαστήριο Φύλαξης και Ανάλυσης Γενετικού Υλικού Ζώων Συντροφιάς του άρθρου 13. (Δεν προβλέπεται αντίστοιχη ποινή με αφαίρεση άδειας άλλων επαγγελματικών ή δραστηριοτήτων ελευθέρου χρόνου για καμία άλλη κατηγορία πολιτών).
- Οριστική αφαίρεση άδειας θήρας αν ένας ο κυνηγός έχει εγκαταλείψει ζώα που βρίσκονται στην ιδιοκτησία του ή άμεσους απογόνους αυτών. (Δεν προβλέπεται αντίστοιχη ποινή με αφαίρεση άδειας άλλων επαγγελματικών ή δραστηριοτήτων ελευθέρου χρόνου για καμία άλλη κατηγορία πολιτών)
Γίνεται λοιπόν σαφέστατη και «ρατσιστικού» τύπου διάκριση μεταξύ κυνηγών και όλων των άλλων κατόχων σκύλων στη χώρα μας η οποία καταργεί την έννοια της ισονομίας των Ελλήνων πολιτών που αποτελεί συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή
στη χώρα μας.
Επίσης παρόλο που ορίζεται ότι οι κυνηγετικοί σκύλοι είναι σκύλοι εργασίας η κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνεται και στα ζώα συντροφιάς, κάτι που δεν ισχύει πουθενά αλλού στην Ευρώπη.
Όλα τα παραπάνω θα έχουν ως αποτέλεσμα πολλοί ιδιοκτήτες σκύλων οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να επιβαρυνθούν, συν των άλλων εξόδων, και με το κόστος της στείρωσης ή της δειγματοληψίας DNA, να εξετάσουν το ενδεχόμενο να δώσουν τα σκυλιά τους στους Δήμους ή ακόμη χειρότερα να τα εγκαταλείψουν.
Επιπλέον των όσων αναφέρθηκαν και πλήττουν άμεσα την κυνηγετική οικογένεια, υπάρχουν διατάξεις στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο που μαρτυρούν ότι στην πραγματικότητα η ψήφιση του νομοσχεδίου στοχεύει ουσιαστικά στην παραχώρηση της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων σε ιδιώτες χωρίς την κρατική εποπτεία, στην απαλλαγή της ευθύνης των Δήμων ως μοναδικοί αρμόδιοι για την περισυλλογή και διαχείριση των αδέσποτων ζώων και στη νομιμοποίηση της εμπορίας των αδέσποτων ζώων (καταβολή δαπανών σίτισης και ιατρικής φροντίδας, ΚΕΦ Γ ́, άρθρο 7, παρ.3)
Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο Ν4039/12 και την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς η οποία κυρώθηκε με τον Ν2017/1992, η φροντίδα για την ευζωία των ζώων πρέπει να ασκείται, κατά κύριο λόγο, από δημόσιους φορείς με την εποπτεία των Υπηρεσιών τους και να μην επαφίεται στον εθελοντισμό των οργανώσεων ώστε να είναι συστηματική και όχι περιστασιακή (ΓΝΣΚ 200/2018).
Φαίνεται πως παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις από την πλειοψηφία των Βουλευτών της Κυβέρνησης προς τους κυνηγούς των περιοχών στις οποίες εκλέγονται, ο σκληρός πυρήνας της Κυβέρνησης εξακολουθεί να υιοθετεί το αντικυνηγετικό μένος μίας μικρής μειοψηφίας ζωόφιλων και διατηρεί στο νέο νομοσχέδιο τις διακρίσεις σε βάρος αποκλειστικά των κυνηγών με ειδικά πρόστιμα.
Στις 13 Σεπτεμβρίου οι εκπρόσωποι της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος θα καταθέσουν αναλυτικά τις θέσεις και τις προτάσεις των Κυνηγετικών Οργανώσεων, τόσο κατά τη διαδικασία «ακρόασης» στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, όσο και στους εισηγητές όλων των κομμάτων.
Οι Βουλευτές της Κυβέρνησης, που θα κληθούν να ψηφίσουν το νομοσχέδιο, έχουν πλέον την κύρια και αποκλειστική ευθύνη για το εάν οι κυνηγετικές εμμονές συγκεκριμένων κύκλων θα γίνουν τελικά Νόμος του Κράτους, με δεδομένη την αντίθεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Αξίζει να σημειώσουμε ακόμη, ότι την αντίθεσή της στο νομοσχέδιο εκφράζει και η συντριπτική πλειονότητα των φιλοζωικών σωματείων.
Η στάση και πολιτική απόφαση της Κυβέρνησης όμως, που κατέθεσε προς συζήτηση και ψήφιση, ουσιαστικά το ίδιο, απαράδεκτο νομοσχέδιο, που είχε παρουσιάσει και την Άνοιξη, σε συνδυασμό με όσα έγιναν την περσινή κυνηγετική περίοδο, αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι για τη συγκεκριμένη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, οι κυνηγοί είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας και ως τέτοιοι αντιμετωπίζονται, χωρίς μάλιστα να διστάσει να τους εξαπατά με δεσμεύσεις και υποσχέσεις που αναιρούνται.
Αυτό προφανώς οι κυνηγοί δεν πρέπει να το ξεχάσουμε.