Γράφει ο Κώστας Αγγελίδης
Mόλις 7 χλμ. έξω από τα ελληνικά σύνορα βίωσα τον κυνηγετικό μου παράδεισο.
Τον Αύγουστο του 2010 είχα δυο πρωτόγνωρες εμπειρίες. Από την μια για πρώτη φορά θα γιόρταζα την γιορτή της Παναγίας τον δεκαπενταύγουστο μακριά από την οικογένειά μου και η από την άλλη για πρώτη φορά θα κυνηγούσα εκτός Ελλάδας.
Η εκδρομή για κυνήγι του τρυγονιού στην έναρξη της σεζόν στην Βουλγαρία το Σάββατο 14 Αυγούστου, κλείστηκε πολύ νωρίτερα στα τέλη Ιουνίου από τον αρχηγό της παρέας μας.
Οι επαφές με τον οργανωτή των εκδρομών Ζαφείρη Κινάλη περιελάμβαναν μια σειρά από τηλεφωνήματα της παρέας για να αποσαφηνιστούν όλες οι λεπτομέρειες που αφορούσαν το ταξίδι, τα αυτοκίνητα, τα όπλα, τις διαδικασίες στα σύνορα ,το κυνήγι κλπ.
Οι προκαταβολές για την εκδρομή κατατεθήκαν στην τράπεζα, οι θέσεις κλειστήκαν μιας και ο αριθμός των κυνηγών είναι περιορισμένος και η ημερομηνία αναχώρησης ορίστηκε για το πρωί της Παρασκευής 13 Αύγουστου . η εκδρομή θα ήταν διήμερη και περιελάμβανε κυνήγι τρυγονιού.
Από την άλλη όμως οι μέρες μέχρι την αναχώρηση από την Αθήνα περνούσαν βασανιστικά αργά, αλλά οι συχνές απογευματινές συγκεντρώσεις της παρέας στο καφέ της πλατείας, για να «μιλήσουμε για την εκδρομή», απάλυναν αυτήν την προσμονή μιας και μας έφερναν κάθε φορά ακόμη πιο κοντά στο κυνήγι.
Οι οδηγίες του οργανωτή ήταν σαφείς όσον αφορά τον εξοπλισμό μας και τα απαραίτητα έγγραφα που χρειαζόμασταν και το ραντεβού μαζί του κλείστηκε στα σύνορα του Ορμένιου στον Έβρο το απόγευμα της Παρασκευής.
Τα αυτοκίνητα κατάπιαν τα 1000 χιλιόμετρα από Αθήνα μέχρι το Ορμένιο, φορτωμένα με όπλα, φυσίγγια, σκαμνάκια ,ψυγεία κάμπινγκ και μια πολύ ανυπόμονη παρέα για να ξεχυθεί στους κάμπους της Βουλγαρίας για κυνήγι.
H οργάνωση
Η συνάντηση έγινε με τον Ζαφείρη στα σύνορα, έναν άνθρωπο ήρεμο, συμπαθή που από την πρώτη στιγμή καταλάβαινες ότι «το έχει». Οι διαδικασίες στα σύνορα ήταν από ελάχιστες ως ανύπαρκτες εφόσον η Βουλγαρία από το 2007 είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι έλεγχοι έχουν απλουστευτεί. Έτσι σύνορα δείξαμε τις ταυτότητες μας και τα δελτία κατοχής των όπλων, δεν άνοιξε ούτε ένα πορτ-μπαγκάζ για έλεγχο και μετά από 7 χιλιόμετρα παρκάραμε τα αυτοκίνητα μας στην αυλή του ξενοδοχείου μας στην πόλη Σβιλενγκραντ.
Τακτοποίηση στα δωμάτια, και ο πρώτος καφές στον κήπο του ξενοδοχείου με τον οργανωτή όπου φυσικά συζητήσαμε για το αυριανό κυνήγι, οι πληροφορίες για πουλιά πολύ ευχάριστες , εφόσον ο Ζαφείρης με τους συνεργάτες του τις τελευταίες 20 μέρες ασχολούνταν μονό με αναγνωρίσεις των χωραφιών.
Γνωριστήκαμε και με τους κυνηγούς από την Κρήτη και όλοι μαζί θα απαρτίζαμε την κυνηγητική ομάδα περίπου 12 άτομα, μιας και τα χωράφια με τα ηλιόσπορα είναι πραγματικά τεράστια, με μέσο όρο τα 1000 στρέμματα. Όπως μας εξήγησε ο Ζαφείρης χρειάζονται όπλα για να «ανεμίζουν» τα πουλιά δηλ. να μην κάθονται στον ηλιόσπορο και τρώνε αλλά να «κυκλοφορούν» στο χωράφι και να ντουφεκίζονται από τα καρτέρια.
Παραδοσιακό βουλγαρικό φαγητό το βράδυ στο εστιατόριο όλοι η ομάδα πια μαζί, συζητήσεις, τουφεκιές σκοτώματα, θηράματα και εξαιρετικό κρασί μας οδήγησε στα κρεβάτια μας.
Το κυνήγι
Η έναρξη του κυνηγίου μας βρήκε αξημέρωτα στο χωράφι με τα ξερά λιόσπορα, τα καρτέρια στήθηκαν ,ο τόπος πολύς ,ένα απέραντο χωράφι που γειτνίαζε με δάσος και στα 3 χιλιόμετρα χαμηλότερα γυάλιζε η λίμνη ,φυσικός ταμιευτήρας νερού, τι άλλο να ζητήσει το τρυγόνι.
Η αρχική μας ανησυχία για τα 12 ντουφέκια της παρέας μη τυχόν δεν έχει μέρος για όλους διαλύθηκε με το που αντικρίσαμε το χωράφι, μάλιστα μας πέρασε από το μυαλό μη τυχόν δεν «πιάναμε» το μέρος καλά.
Η ώρα έφτασε και τα πουλιά άρχισαν να ξεχύνονται από το κοντινό δάσος πεινασμένα να πέσουν στον ηλιόσπορο, οι πρώτες τουφεκιές έπεσαν σημαίνοντας την έναρξη του κυνηγίου και της σεζόν. Το μπάσιμο πύκνωνε όσο περνούσε η ώρα ,από μικρά κοπαδάκια, αλλά και πολλά μονά και διπλά πουλιά, βουτούσαν θαρραλέα στο χωράφι αψηφώντας το φράγμα πύρος των ντουφεκιών μας.
Τώρα πια όλα τα καρτέρια τουφεκούσαν καλά, τα πουλιά πάρα πολλά να μπαίνουν από παντού, μοναδικό θέαμα που είχα να το δω στην Ελλάδα εδώ και 20 χρόνια.
Ααα…!!! και κάτι άλλο, στον απέραντο αυτό κυνηγότοπο κυνηγούσαμε μόνοι μας, χωρίς κάποιος να μας ενοχλήσει, πάντα βέβαια με την συνοδεία του δασαρχείου και του κυνηγητικού συλλόγου που διακριτικά παρατηρούσαν από εκεί που είχαμε παρκάρει τα αυτοκίνητα μας. Σημαντικό να πω ότι ο οργανωτής ήταν κάθετος στο θέμα των σκουπιδιών στον κυνηγότοπο πλαστικά μπουκάλια, χαρτιά άδεια κουτιά από φυσίγγια κλπ. αλλά και στα ίδια τα χωράφια δεν έβλεπες παλιά τσουβάλια, μπουκάλια από φυτοφάρμακα πεταμένα και άλλα σκουπίδια που συνήθως βλέπω στους ελληνικούς κυνηγότοπους.
Κατά τις 10 τα πουλιά «κόψανε» και άρχισαν οι κυνηγοί να ψάχνουν μέσα στο χωράφι γύρω από τα καρτέρια τους για πεσμένα πουλιά. Οι κρητικοί είχαν προβλέψει για βοηθούς, δηλ. για ντόπιους πιτσιρικάδες 15-17 χρονών που βρίσκανε τα τρυγόνια μέσα στον ηλιόσπορο. Παρόλο που μας το πρότεινε ο οργανωτής εμείς δεν το θεωρήσαμε σημαντικό… λάθος μας!!!
Σιγά-σιγά μαζευτήκαμε στα αυτοκίνητα όπου σύμφωνα με το πρωτόκολλο αραδιάσαμε τα πουλιά στο έδαφος για να τα μετρήσει ο υπάλληλος του δασαρχείου, στη συνέχεια τα πουλιά σε σακούλες με τα ονόματα μας και στους καταψύκτες του οργανωτή.
Πραγματικά ευχαριστημένοι από το πρώτο πρωινό, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για ένα ελαφρύ γεύμα, ένα τονωτικό ντους και λίγο ύπνο μιας και το πρωινό εγερτήριο ήταν στις 4.30. Σύμφωνα με το πρόγραμμα περίπου στις τρεις το μεσημέρι και με πολύ ζέστη πιάναμε πάλι τα πρωινά μας καρτέρια. Ο Ζαφείρης μας εφοδίαζε πρωί-απόγευμα με παγωμένα νερά ,αναψυκτικά, καφέδες που σε αυτές τις συνθήκες κυνηγίου κρίνονται πολύτιμα.
Τα πουλιά δεν φάγανε το πρωί λόγω του κυνηγίου και το απογευματινό μπάσιμο ξεκίνησε πιο έντονο από το πρωί τα καρτέρια να δουλεύουν όλα καλά με τα ντουφέκια να έχουν πάρει φωτιά. Η τακτική του οργανωτή να διακόπτει το μεσημέρι το κυνήγι αποδείχτηκε εξαιρετική για πολλούς λόγους. Πρώτον ησυχάζει το μέρος από κυνηγούς, από κίνηση κι από τουφεκιές. Δεύτερον τα πρωινά πουλιά βρίσκουν καταφύγιο στο δάσος κοντά στον κυνηγότοπο και είναι βασικό να μην ενοχλούνται για να μην φεύγουν πιο μακριά. Τρίτον ο κυνηγός μετά από μια τρίωρη ανάπαυση, ντους κλπ. επανέρχεται φρέσκος και ξεκούραστος στο κυνήγι.
Αργά το απόγευμα κλείσαμε το κυνήγι της πρώτης μέρας, εξαιρετικά ευχαριστημένοι από το θέαμα και την κάρπωση, οι συζητήσεις και τα πειράγματα σε έξαρση όλοι μαζί σε μια παρέα σαν να γνωριζόμασταν από καιρό.
Ανήμερα της Παναγίας μας βρήκε να στήνουμε καρτέρια σε άλλο χωράφι πολλά χιλιόμετρα μακρύτερα από το προηγούμενο, στις πλαγιές ενός βουνού, τα πουλιά όπως είναι φυσικό βουτούσαν για τροφή από το υπερκείμενο δάσος .
Πιο ενδιαφέρον κυνηγότοπος από τον επίπεδο χθεσινό αλλά και πιο θεαματικές τουφεκιές.
Το καρτέρι μου το έκανα δίπλα σε μια γκορτσιά μέσα στο χωράφι και για καλή μου τύχη έκανα καλή μαντεψιά, όμως τουφέκισα μόνο 2 φάσες με κάμποσα τρυγόνια σε αντίθεση με το διπλανό μου καρτέρι σε ένα ρεματάκι, που ο συνάδελφος από τα Χανιά πήρε 5 φάσες μαζί με τα τρυγόνια του.
Αυτόν τον δεκαπεντάυγουστο δεν θα τον ξεχάσω ποτέ στην ζωή μου.
Το υπόλοιπο της μέρας κύλισε σύμφωνα με το πρόγραμμα με μια εξαιρετική κάρπωση και την δεύτερη μέρα. Την επομένη τακτοποιήσαμε στα ψυγεία μας τα θηράματα, και με την συνοδεία του οργανωτή μέχρι τα σύνορα πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Το πρώτο μου κυνήγι στην Βουλγαρία ξεπέρασε τις προσδοκίες μου, όσον αφορά τα πουλιά αλλά και όλο το επίπεδο οργάνωσης που πραγματικά καλύπτει και τον πιο απαιτητικό κυνηγό. Πίσω στην Αθήνα πια στο καφέ της πλατείας η παρέα μου σχεδιάζει το επόμενο κυνήγι με τον Ζαφείρη Κινάλη.