«Πλέον φτάσαμε σε οριακό σημείο. Ό,τι και να κάνουμε έχουν γίνει πια τόσα που δύσκολα θα καταφέρουμε να μειώσουμε τους πληθυσμούς». Με αυτή τη φράση ο Δημήτρης, που κυνηγάει αρκετά χρόνια αγριόχοιρους στην ευρύτερη περιοχή του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, συμπυκνώνει την κατάσταση που επικρατεί με τη ραγδαία αύξηση των πληθυσμών είδους και των υβριδίων του.
Μια κατάσταση που είναι ορατή και στην υπόλοιπη χώρα, αφού το περασμένο καλοκαίρι έγινε γνωστό ότι τα αγριογούρουνα αγγίζουν αριθμητικά τους 600.000, πληθυσμός που σίγουρα δημιουργεί αναταράξεις στην οικολογική ισορροπία.
Στο στέκι των κυνηγών στον Λαγκαδά οι συζητήσεις για την αύξηση των αγριόχοιρων δίνουν και παίρνουν.
Άλλωστε εδώ και καιρό το τοπικό Δασαρχείο έχει εκδώσει επανειλημμένα ανακοινώσεις για συνεργεία δίωξης αγριόχοιρου στα καταφύγια του Πολυδενδρίου, του Κολχικού, αλλά και στην παραλίμνια περιοχή, τα Σαββατοκύριακα και τις Τετάρτες, όταν δηλαδή είναι νόμιμη η θήρα του αγριόχοιρου.
«Με τα συνεργεία σε αυτό το περιορισμένο χρονικό όριο είναι δύσκολο να γίνει κάτι. Πρέπει να απελευθερωθεί το κυνήγι όλες τις μέρες της εβδομάδας ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε κάτι με τους πληθυσμούς», αναφέρει ο Στέλιος Μπέης, κυνηγός, αλλά και αγρότης, που έχει δει με ίδια του τα μάτια τις επιπτώσεις των υπερπληθυσμών των αγριόχοιρων στην περιοχή.
«Τα ζώα αυτά επειδή είναι πάρα πολλά πλέον ψάχνουν παντού, κυριολεκτικά παντού, για τροφή. Εάν τα βλέπουμε να πηγαίνουν σε αστικές περιοχές, όπως στο Πανόραμα, φανταστείτε τι γίνεται στην ύπαιθρο», λέει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος αλλά και πολλοί συνάδελφοί του αντίκρισαν ουκ ολίγες φορές εικόνα βομβαρδισμένου τοπίου σε καλλιέργειες καλαμποκιού, ηλιόσπορου, μαρουλιών και άλλων ειδών. «Είναι ασταμάτητα και συνεχώς αυξάνονται».
Οι καρπώσεις
Κάθε Σάββατο, το στέκι των κυνηγών, το καφενείο που αποτελεί το σημείο συνάντησης στο κέντρο της πόλης του Λαγκαδά, γεμίζει με αγροτικά φορτηγάκια. Πολλά από αυτά έχουν στην καρότσα τους το λάφυρο της κυνηγετικής εξόδου. Αγριόχοιροι και κυρίως υβρίδια θα βρεθούν σε πολλές περιπτώσεις στο διάβα των κυνηγών.
«Κάποτε το κυνήγι αγριόχοιρου ήταν ακριβό σπορ. Χρειαζόταν μετάβαση στην ορεινή περιοχή της Δράμας και χρειαζόταν αρκετά έξοδα. Η κάρπωση ήταν έξι με επτά αγριογούρουνα. Τώρα μπορεί να υπάρχουν έξι με επτά αγριογούρουνα σε κάθε κυνηγετική έξοδο», λέει ο κ. Μπέης.
Όπως λέει ο Δημήτρης, οι περισσότεροι κυνηγοί πηγαίνουν σε ορεινές περιοχές της Επαρχίας Λαγκαδά για να βρουν θηράματα, αφού στην πεδινή περιοχή των λιμνών οι καλαμιές μπορεί πολλές φορές να αποβούν μοιραίες για τα κυνηγετικά σκυλιά, όπου μπορεί να κρύβονται οι αγριόχοιροι.
«Μιλάμε για ένα ογκώδες και επικίνδυνο ζώο που η θήρα του χρειάζεται οργάνωση. Δεν είναι κάτι απλό. Αλλά και τώρα που τα θηράματα είναι περισσότερα πάλι δεν βλέπουμε μείωση των πληθυσμών», αναφέρει ο έμπειρος κυνηγός. Σημειώνεται ότι την τρέχουσα κυνηγετική περίοδο η θήρα του αγριόχοιρου επιτρέπεται έως τις 28/2/2023.
Σύμφωνα με την κείμενη διάταξη, το κυνήγι του αγριόχοιρου επιτρέπεται σε ομάδες μέχρι δέκα κυνηγών, με δικαίωμα θήρευσης χωρίς περιορισμό στο όριο κάρπωσης ανά ομάδα και έξοδο. Για λόγους προστασίας της φυσικής παραγωγής του αγριόχοιρου, απαγορεύεται το κυνήγι σε όλη τη χώρα του νεαρού αγριόχοιρου, όσο αυτός φέρει τις χαρακτηριστικές ραβδώσεις στο σώμα του, καθώς και των χοιρομητέρων αυτών.
Προς αποφυγή ατυχημάτων κατά τη διάρκεια κυνηγίου αγριογούρουνου, λαγού, μπεκάτσας και ορτυκιού, οι κυνηγοί υποχρεούνται να φέρουν στον κορμό του σώματος τους ένδυμα φωσφορίζοντος χρώματος πορτοκαλί (αποκλειομένης απλής λωρίδας), ορατό από κάθε οπτική πλευρά.
Πηγή: voria.gr