Για αγριοπερίστερα στις Σποράδες

Αγαπώ το κυνήγι των αγριοπερίστερων και ομολογώ ότι λίγες φορές στη ζωή μου είχα την ευκαιρία να το γευτώ. Όμως εκείνη τη χρονιά όλα έδειχναν που η τύχη μου μού χαμογελούσε.

Του Φιντέλ

 

Ζητείστε βοήθεια

Ένας φίλος, ο Σταύρος, με κάλεσε σε κάποιο νησί των Σποράδων, να κάνουμε έναρξη του κυνηγίου με πέρδικες. Και επιπλέον η έναρξη έπεφτε ημέρα Σάββατο. Ήταν βέβαιο λοιπόν ότι όλοι οι ντόπιοι θα έτρεχαν για πέρδικες και εγώ θα μπορούσα να κυνηγήσω ήσυχος, χωρίς πολυκοσμία στα καρτέρια, αγριοπερίστερα.

Το κάποτε μυστικό ορμητήριο του φίλου μου του Σταύρου, ένα φιλόξενο νησί των Σποράδων, το έχει μάθει πλέον η κωμόπολη στην οποία κατοικεί ο ίδιος και τα γύρω χωριά σε ακτίνα αρκετών χιλιομέτρων. Όμως αυτό δεν αρκεί. Γιατί το νησί είναι μεγάλο και κάποιος πρέπει να σου μαρτυρήσει που είναι τα πουλιά.

Παραμονή έναρξης αυτοκίνητο – πλοίο – αυτοκίνητο και να ‘μαστε σε ένα ήσυχο ταβερνάκι με το Σταύρο, τη γυναίκα μου και ένα φίλο οπλοπώλη. Κοντεύει 12 το βράδυ και η συζήτηση είναι ακόμα στις πέρδικες και όχι στο δικό μου ζητούμενο. Ώσπου κάποια στιγμή κάνω τη ντροπή μου ανάγκη και ζητάω λεπτομερείς πληροφορίες από το ντόπιο φίλο μας για το πού έπρεπε να ψαχτώ την επόμενη μέρα για τα αγριοπερίστερα. Τα αγριοπερίστερα που ήξερα καλά ότι ήταν αρκετά, αλλά όχι οπουδήποτε. Μετά από αρκετές ερωτήσεις, ισάριθμες υποδείξεις διαδρομών και άλλες τόσες δηλώσεις άγνοιας δικές μου, για τα πού πέφτουν τα μέρη αυτά, ο φίλος οπλοπώλης προθυμοποιήθηκε να πάμε μεσάνυχτα μέχρι τα καρτέρια να μου τα δείξει.

 

Περιμένοντας για ώρες

Το σημαντικότερο όμως δεν το ανέφερα ακόμη. Με το που άκουσαν στην Αθήνα φίλοι και γνωστοί ότι θα πάω σε νησί (φροντίζω πάντα να αποφεύγω ότι έχει σχέση με θάλασσα), άρχισαν να δηλώνουν συμμετοχές. Ο Λουκάς ο κουμπάρος μου, φανατικός ψαροντουφεκάς ήρθε μαζί μας και έφυγε από τα αξημέρωτα την επόμενη μέρα για να βουτήξει. Η φίλη μας η Κατερίνα ήρθε για ξεκούραση και… για μπάνια. Και εγώ με τη γυναίκα μου (οι μόνοι της παρέας που είχαμε άδεια κυνηγίου) βρεθήκαμε με το ξημέρωμα σε κάτι βράχια, με πέντε αγριλίδια για μοναδική απόκρυψη και με κοντά 7 μποφόρ αέρα, να περιμένουμε τα περιστέρια που δεν έλεγαν να εμφανιστούν. Βλέπαμε τα πάντα. Το καρτέρι που μας είχαν υποδείξει, την απότομη ντυμένη χούνη προς τη θάλασσα από όπου θα ερχόντουσαν τα περιστέρια, τη μεγάλη κοπάνα για τα γίδια, 300 μέτρα δεξιά μας, αλάθητο σημάδι ότι είχαμε ξαναβρεί το σωστό μέρος που μας υπέδειξαν αποβραδίς. Μόνο τα περιστέρια δεν βλέπαμε και από τις 7:00 που φτάσαμε η ώρα είχε πάει 10:00. Μου το είχε πει ο οπλοπώλης, ο φίλος μου: «Μην πας από νωρίς, τα πουλιά περνάνε αργά, πολύ αργά!». Αλλά έστω και ένα δείγμα φανταζόμουν ότι έπρεπε να είχε εμφανιστεί.

 

Επιτέλους…

Ξαφνικά ο αέρας δυνάμωσε και πριν καταλάβω τι γινόταν ένα εικοσάρι κοπάδι ανέβηκε από τη χούνη και ξεχύθηκε με τον αέρα στην πλάτη κατά πάνω μας. Πανικός, άτσαλες επωμίσεις και βολές στο βρόντο. Και καπάκι η ενθουσιώδης φωνή της γυναίκας μου: «Πήρα και εγώ ένα!». Άντε να της πω τώρα ότι εγώ δεν είχα πάρει κανένα! Αυτό ήταν. Κάθε δέκα λεπτά περίπου εμφανιζόντουσαν δύο, τρία ή και τέσσερα πουλιά που με σύμμαχο το δυνατό αέρα πέρναγαν και εξαφανιζόντουσαν. Ξαφνικά έγινε μία μισάωρη παύση και «ανακωχή». Πίστεψα πως αυτό ήταν και τέλειωσε. Είχαμε μαζέψει τέσσερα περιστέρια, τρία εγώ και ένα η γυναίκα μου. Και έπρεπε να είμαστε συνεπείς στο ραντεβού με τους υπόλοιπους λουόμενους, ψαροντουφεκάδες και λοιπά στη 1:00 η ώρα στη Χώρα του νησιού. Την ώρα που έφευγα είδα αναψοκοκκινισμένο τον Βασίλη να ψάχνεται στην περιοχή. Ήταν ο πρώτος περαστικός που είχα αντικρίσει όλη μέρα. Ο Βασίλης, πραγματικός κυνηγός, καλό ντουφέκι, γλεντζές στην παρέα και πάνω απ’ όλα… άσπονδος φίλος του επίσης φίλου μου, του Σταύρου. Μαζί δεν κάνουνε και χώρια δεν μπορούνε. Αν δεν δει ο ένας τον άλλον για λίγες μέρες είναι βέβαιο πως θα του λείψει. Αλλά και όταν βρίσκονται αναλώνονται πάντα σε πειράγματα και ανταγωνισμούς, σε σπόντες και κακεντρέχειες.

Παίζαμε εκείνη την ημέρα στο «γήπεδο» του Σταύρου. Και είχε ξεκαθαριστεί ότι δεν έπρεπε να πω σε κανέναν που είναι τα πουλιά. Όμως ακούγοντας από τον Βασίλη ότι δεν είχε βρει από το πρωί πέρδικες και ούτε μετά περιστέρια, του έδειξα το μέρος. Τα συναισθήματά μου όταν το απόγευμα επέστρεψε με μια αρμαθιά αγριοπερίστερα, ενώ εγώ είχα εγκαταλείψει το καρτέρι πάνω που άρχισαν να μπαίνουν τα πουλιά για να βρω τους φίλους μου, δεν περιγράφονται. Όμως δεν περιγράφονται και οι στιχομυθίες που συνεχίζονται ακόμα ανάμεσα στον Σταύρο και τον Βασίλη που προσπαθούν να συγκρίνουν τις πέρδικες που βρήκε ο ένας με το μεγάλο αριθμό περιστεριών που χτύπησε ο άλλος.

Ίσως όμως η κυνηγετική μας ζωή χωρίς αυτές τις ιστορίες και τα πειράγματα να ήταν σαν φαγητό χωρίς αλάτι.

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook41
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top