Κυνηγετική Συνείδηση: Πόσο τελικά απέχουμε από αυτήν;

Η κυνηγετική συνείδηση, αυτή η τόσο αόριστη και αφηρημένη αλλά τόσο οικουμενική και πανανθρώπινη έννοια -την οποία όλοι επικαλούμαστε-, είναι καιρός να αποκτήσει υπόσταση, να γίνει συγκεκριμένη και απτή.

Του Παναγιώτη Καμπούρογλου, Δασοπόνου

Το “Κ&Φ” είναι αφοσιωμένο στην κυνηγετική παιδεία του σύγχρονου κυνηγού και θήγει αυτό το, πάντα επίκαιρο και ευαίσθητο, ζήτημα όλης της κυνηγετικής οικογένειας.

Ήρθε η ώρα να γνωρίσουμε για τι πράγμα μιλάμε όταν αναφερόμαστε στην πολύπαθη παιδεία του έλληνα κυνηγού. Πού πάσχει, πού υπερτερεί, τι πρέπει να αλλάξει και τι να διαφυλάξει, γιατί επιτέλους δεν είναι όλα “σχετικά”. Το παρόν άρθρο αναφέρεται στην κυνηγετική συνείδηση, την εποχή της ηθικής σχετικότητας, και πώς αυτή θεμελιώνεται. Επειδή το θέμα βέβαια δεν εξαντλείται εδώ, θα ακολουθήσουν μια σειρά από άρθρα με τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η χώρας μας, τη διαμόρφωση και την εμπέδωση της κυνηγετικής συνείδησης.

Κάθε χρόνο εκδίδονται στη χώρα μας περίπου 250.000 άδειες θήρας που κατανέμονται σε όλη την επικράτεια, από τα ορεινά χωριά της Κρήτης και της Καρπάθου μέχρι τα καμποχώρια του ποταμού Έβρου και της Ηπείρου και από τα παράλια της Ζακύνθου και της Μάνης μέχρι τη Μυτιλήνη και την Κάλυμνο. Κάθε χρόνο, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εξορμούν στην ελληνική ύπαιθρο κυνηγώντας, είτε μεγάλωσαν σε κάποιο από τα απομονωμένα χωριά των παραπάνω περιοχών, είτε μεγάλωσαν στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη ή σε κάποια άλλη μεγάλη πόλη.
Πόσο διαφορετικές είναι αυτές οι κοινωνίες;
Πόσοι διαφορετικοί άνθρωποι υπάρχουν και πόσοι τρόποι να κυνηγήσει κανείς;
Πόσο εύκολο είναι σήμερα να βγάλει κανείς μια άδεια, να πάρει ένα όπλο και μετά να ξεχυθεί στους κάμπους και στα βουνά σκοτώνοντας με όποιο τρόπο νομίζει ο καθένας καλύτερο, αποτελεσματικότερο, τα άγρια ζώα που θα συναντήσει στο δρόμο του;
Ακόμη ένας κυνηγός θα έχει γεννηθεί, ακόμη ένας άνθρωπος που μπορεί να έχει συνείδηση, ηθικές αρχές και αξίες, αλλά μπορεί και να μην έχει τίποτε από όλα αυτά. Και τότε αρχίζει το μακελειό…

Καλλιεργείται με κόπο και φροντίδα…
Το παραπάνω πρόβλημα δεν είναι ούτε απλό ούτε εύκολο στη λύση του, αφού είναι ένα πρόβλημα βαθύ που αφορά στις συνειδήσεις και στις ηθικές αρχές των ανθρώπων. Δεν υπάρχει κανενός είδους μαγικό ραβδί για την επίλυσή του κι η όποια προσέγγιση αυτού του πολύ δύσκολου θέματος είναι καταδικασμένη σε αστοχία εάν δεν λαμβάνει υπόψη της την πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου.
Η ανθρώπινη συνείδηση αποτέλεσε το μήλον της Έριδος πολλών ηγετών, καθεστώτων, εξουσιών ή ανθρώπινων ομάδων, χωρίς κανείς να καταφέρει να την ελέγξει ή να την κατευθύνει ολοκληρωτικά. Παρ’ όλα αυτά, είναι γεγονός ότι οι ηθικές αξίες που κουβαλάμε μέσα μας είναι αυτές που διδαχθήκαμε από την οικογένεια και από την κοινωνία μέσα στην οποία μεγαλώσαμε και που ορισμένες φορές μπορούν να έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους ή με ευρύτερα επικρατούσες ηθικές αξίες και αντιλήψεις.
Με όμοιο τρόπο, η συνείδηση του σύγχρονου κυνηγού που καθορίζει το σωστό και το λάθος σε μια δραστηριότητα ομήλικη του ανθρώπινου είδους, είναι μια συνείδηση που είτε τη διδάσκουμε εμείς -η κυνηγετική οικογένεια, δηλαδή- στους κυνηγούς-παιδιά μας, είτε αφήνουμε αυτό το κενό να καλυφθεί από άλλες κοινωνικές επιρροές, αφού είναι γνωστό ότι η φύση δεν ανέχεται το κενό. Ή την καλλιεργούμε, επομένως, με την ίδια αγάπη και επιμέλεια που ο Μολιέρος καλλιεργούσε τον κήπο του, ή αδιαφορούμε γι’ αυτή, κι ας γεμίσει ο κήπος μας αγριόχορτα και αγκάθια από αυτά που οι σπόροι τους αφθονούν στους ανέμους που πνέουν στην εποχή μας.

Η σύγχρονη ηθική της σχετικότητας
Σε μια εποχή στην οποία θεωρείται ότι βασιλεύει η ηθική της σχετικότητας και οι άνθρωποι παρασύρονται, έρμαια του ανέμου, από ‘δω και από ‘κει, χωρίς σταθερές αξίες και αρχές, ασφαλώς και δεν δικαιολογείται κανένας εφησυχασμός. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου ο καθένας θεωρεί ηθικά σωστό εκείνο που τον εξυπηρετεί και τον βολεύει, για να δικαιολογήσει τις ήδη τετελεσμένες πράξεις του, πολλές άλλοτε δεδομένες ηθικές αξίες, ακόμη και η ηθική βεβαιότητα της θρησκείας, δοκιμάζονται σκληρά. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, όλα αυτά που ζούμε στις μέρες μας στις οποίες οι θεσμοί πλήττονται από ανάξιους ιεράρχες και επίορκους δικαστές και οι ηθικές αρχές του προηγούμενου αιώνα παραπαίουν μέσα σε μια απάνθρωπη καθημερινότητα όπου κυριαρχεί ο σκληρός ανταγωνισμός, η χωρίς κανόνες επιδίωξη του κέρδους και η εύκολη κοινωνική καταξίωση και προβολή. Όλα αυτά κάνουν πολλούς, μεταξύ των οποίων και ο πρόσφατα εκλεγείς Πάπας Βενέδικτος ο 16ος, να περιγράφουν την εποχή μας με τα μελανότερα χρώματα και να μιλούν για την εποχή της δικτατορίας του σχετικισμού που δεν αναγνωρίζει τίποτα ως οριστικό και που θεωρεί ως ύψιστη αξία το Εγώ τού κάθε ανθρώπου και τις επιθυμίες του.
Είναι πράγματι τόσο μελανά τα σημεία των καιρών μας και πώς μπορεί αυτή η σχετικότητα των ηθών να επιδρά στο κυνήγι;

Πάνω απ’ όλα το “Εγώ”
Αξίζει να αναζητήσουμε τις απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα, αν και αναμφίβολα έχουμε όλοι τις εμπειρίες μας από τα χρόνια που κυνηγάμε και έχουμε δει το Εγώ τού συναδέλφου μας και τις επιθυμίες του, ή τα πάθη του καλύτερα, να καταπατούν τη δική μας ελευθερία, τα δικά μας δικαιώματα και τις δικές μας ηθικές αξίες που θεωρούμε αναπόσπαστες πλευρές του κυνηγίου, εκείνες τις αξίες δηλαδή που συνθέτουν αυτό που ονομάζουμε κυνηγετική συνείδηση και που μπορεί να παρουσιάζεται συχνά στον κυνηγετικό Τύπο ως ένα σύνολο κανόνων, αλλά κρύβει κάτι πολύ περισσότερο. Κρύβει ηθικές αρχές που καθορίζουν τις σχέσεις όχι μόνο των κυνηγών μεταξύ τους, αλλά και μεταξύ των κυνηγών και της άγριας ζωής, κι εκεί ακριβώς έγκειται η μοναδικότητά τους.

Η ηθική μοναδικότητα του κυνηγετικού κόσμου
Οι σχέσεις των κυνηγών με την άγρια ζωή και τα θηράματά τους καθορίζονταν πάντοτε με απόλυτη σαφήνεια από αυτό το άγραφο δίκαιο που το διατηρούσε ζωντανό μια μερίδα ανθρώπων και που πάλευε με διάφορους τρόπους για την επέκταση και διάδοσή του, είτε μέσα από τους πρώτους θηρευτικούς νόμους που φτιαχτήκανε για την προστασία των άγριων ζώων είτε μέσα από τον κυνηγετικό Τύπο, τους κυνηγετικούς συλλόγους ή άλλες κοινωνικές δομές και θεσμούς.
Αυτές οι ηθικές σχέσεις υπήρξαν ζωντανές και αναλλοίωτες σε όλες τις ιστορικές περιόδους και εκεί έγκειται μια ακόμη ιδιαιτερότητά τους, αφού πολύ συχνά δεν αφορούσαν ή δεν τις καταλάβαιναν οι υπόλοιποι άνθρωποι, μη κυνηγοί, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τη φύση και τα άγρια ζώα με διαφορετικό τρόπο, αναλόγως στην ιστορική περίοδο στην οποία αναφερόμαστε. Αυτή η ηθική μοναδικότητα κάποιων ανθρώπων του κυνηγετικού κόσμου, που σεβόντουσαν και έδιναν αξία στην άγρια ζωή, έχει σημασία να γίνει κατανοητή γιατί πολλές φορές υπήρξε η κινητήρια δύναμη για τη λήψη προστατευτικών μέτρων για το φυσικό περιβάλλον από ολόκληρες κοινωνίες που αδιαφορούσαν γι’ αυτό και που απλά το εκμεταλλευόντουσαν με κάθε τρόπο. Έχει επίσης μεγάλη σημασία γιατί συχνά αποτέλεσε μια διαφορετικότητα που έφερε σε σύγκρουση αυτούς τους κυνηγούς, με πολλούς άλλους που είχαν υιοθετήσει αντίθετες, ευρύτερα επικρατούσες ηθικές αξίες και αντιλήψεις των κοινωνιών τους.

Διαρκής πάλη
Τα άγρια ζώα και η φύση από τις δυτικού τύπου κοινωνίες αντιμετωπίζονταν, εδώ και πολλές εκατοντάδες χρόνια, όπως παλαιότερα οι σκλάβες του Οδυσσέα, ως μια απλή ιδιοκτησία του ανθρώπου. Μια αντίληψη που επέτρεψε τη με κάθε τρόπο χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων και πολλές φορές την εξαντλητική και καταχρηστική τους ιδιοποίηση από τον άνθρωπο και που έφθασε ζωντανή μέχρι τις μέρες μας, όπου κάτι μοιάζει επιτέλους να αλλάζει. Είναι εξαιρετικά σημαντικό και αισιόδοξο το γεγονός ότι η αντίληψη της απλής ιδιοκτησίας των φυσικών πόρων, για διάφορους λόγους τα τελευταία χρόνια, έχει αρχίσει σταδιακά να φθείρεται και στη θέση της να αναβιώνουν οι ηθικές σχέσεις του ανθρώπου με την άγρια ζωή.
Αυτή η νέα ηθική άρχισε ήδη να διαδίδεται ευρύτερα, σύμφωνα με πολλούς ανθρώπους και σύγχρονους μελετητές, και να επηρεάζει φυσικά και πολλούς κυνηγούς, επιβεβαιώνοντας έτσι την προφητική πρόβλεψη του Leopold, ο οποίος ήδη από το 1949 μίλησε για την ηθική της γης, όπως ονόμασε την ηθική πορεία του ανθρώπου μέσα στους αιώνες. Σύμφωνα με τον Leopold, το πρώτο στάδιο της ανθρώπινης πορείας ήταν η παραγωγή ηθικών κανόνων για τη ρύθμιση των διαπροσωπικών σχέσεων, το δεύτερο η επεξεργασία ηθικών συστημάτων που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και κοινωνικών θεσμών, ενώ στο τρίτο στάδιο, η ηθική θεώρηση του ανθρώπου θα πρέπει να διευρυνθεί τόσο, ώστε να αγκαλιάσει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και των μη ανθρώπινων όντων (ζώων ή φυτών), αλλά και των άψυχων υλικών της φύσης (νερό, έδαφος, αέρας).
Αυτή η ηθική αρχίζει σταδιακά να οικοδομείται μέσα από την ευαισθητοποίηση των ανθρώπων για τη φύση και το περιβάλλον τους και να εκφράζεται ξεκάθαρα κυρίως προς το τέλος του 20ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε το γεγονός ότι αυτή η αναβίωση διεξάγεται παράλληλα στις ίδιες κοινωνίες και βρίσκεται σε μια διαρκή πάλη με την παραπάνω σχετικότητα των ηθών και την ασυδοσία, η οποία μπορεί να μην έχει επεκταθεί στις κοινωνίες μας με τη μορφή της δικτατορίας –είναι μάλλον πεσιμιστική αυτή η άποψη– αλλά εξακολουθεί να υπάρχει και να αποτελεί έναν εν δυνάμει κίνδυνο για το μέλλον όλων μας.
Έναν κίνδυνο που εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους από ανθρώπους από τους οποίους η κυνηγετική συνείδηση λείπει.

Η εσφαλμένη λογική του άσπρου-μαύρου
Όταν αναφερόμαστε στην έλλειψη της κυνηγετικής συνείδησης πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν αναφερόμαστε σε μια προσέγγιση άσπρου – μαύρου όπου είτε υπάρχει η κυνηγετική συνείδηση σε έναν άνθρωπο είτε όχι. Αυτή θα ήταν μια υπεραπλουστευμένη προσέγγιση που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν μόνο δύο κατηγορίες κυνηγών, αυτοί που διακρίνονται για την κυνηγετική τους συνείδηση και οι άλλοι που κυνηγούν χωρίς να την έχουν ασπασθεί καθόλου. Το αντίθετο, μεταξύ του άσπρου και του μαύρου υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις του γκρίζου, όπου ο καθένας κυνηγά με τον δικό του τρόπο, έχοντας τις ατομικές του πεποιθήσεις και τα δικά του κίνητρα που τον ωθούν στο κυνήγι και τελικά έχοντας υιοθετήσει ορισμένες από τις ηθικές αρχές που συνοδεύουν το κυνήγι και συνθέτουν την κυνηγετική συνείδηση ή όλες ή καμία.
Δεν υπάρχει κανενός είδους σαφής διαχωριστική γραμμή και όσο να το επιθυμούμε να ξεχωρίσουμε αυτούς που ονομάζουμε πραγματικούς κυνηγούς από τους υπόλοιπους είναι μάταιο. Τα χρώματα της ηθικής που ο καθένας κουβαλά μέσα του και αφορούν το κυνήγι είναι τελικά πολλά και είναι ακόμη περισσότερα εάν τα δει κανείς στους κυνηγούς των προηγούμενων αιώνων. Δημιουργείται έτσι μια βασανιστική σχετικότητα που κατατάσσει τις όποιες γενικεύσεις για την κυνηγετική συνείδηση των ελλήνων εκ προοιμίου λαθεμένες και την όποια κατάταξή τους σε σωστούς κυνηγούς ή κακούς κυνηγούς ως μια χονδροειδής απλοποίηση, μακράν της πραγματικότητας.
Όλα αυτά συνθέτουν ένα πλαίσιο ιδιαίτερα πολύπλοκο, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι όλα είναι σχετικά και επιτρέπεται η ασυδοσία.

Η θεμελίωση της κυνηγετικής συνείδησης
Οι ηθικές αρχές, ή ηθικός κώδικας, ή κώδικας δεοντολογίας, αν θέλετε, που συνθέτουν αυτό που λέμε κυνηγετική συνείδηση, ήταν πάντοτε ξεκάθαρες και δεδομένες και υιοθετούνται από πολλούς ανθρώπους, έτσι ώστε το σύνολο των πραγματικών κυνηγών να είναι υπαρκτό και καθόλου αμελητέο.
Αποτελούν μία από τις λίγες ηθικές βεβαιότητες που μπορούν να υπάρξουν στην εποχή μας και να διαδοθούν στις μελλοντικές γενεές, αφού δεν χρειάζονται δεκανίκια από καμιά ιδεολογία και από κανενός είδους αθλητικό προσδιορισμό. Δεν στηρίζονται σε κανενός είδους θεϊκή ή θρησκευτική αυθεντία, με την οποία μάλιστα έρχονται σε σύγκρουση σε ορισμένα σημεία, ούτε, βέβαια, αποτελούν εντολές δοσμένες, από ψηλά γραμμένες σε πέτρινες πλάκες. Ακόμη περισσότερο, δεν στηρίζονται στη δογματική θέση ότι το κυνήγι είναι άθλημα, κάτι το οποίο έχει καταρρεύσει πλέον ολοσχερώς, αν και χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα τον περασμένο αιώνα για διάφορους λόγους που θα αναλύσουμε σε μελλοντικό μας άρθρο. Έλκουν την ισχύ τους από μια πανάρχαια παράδοση, από την ίδια την κυνηγετική πράξη και από τη φύση του ανθρώπου. Στηρίζονται απλά στη φυσική συμπάθεια που έχουμε οι άνθρωποι για τους συνανθρώπους μας, αφού έχουμε λόγους για να είμαστε καλοί και να επιζητούμε την ειρηνική συμβίωση μεταξύ μας, όπως πίστευε και ανέλυσε ο μεγάλος Σκωτσέζος φιλόσοφος του 18ου αιώνα Ντέιβιντ Χιούμ, επιχειρηματολογώντας για μια κοσμική ηθική ανεξάρτητη της θρησκευτικής, και όπως διαπιστώνεται από τους ηθικούς κανόνες που υπάρχουν στις πρωτόγονες κοινότητες του ανθρώπου–κυνηγού που υπάρχουν στη γη.
Στηρίζονται, επίσης, στις φυσικές ενοχές που νιώθουμε όταν σκοτώνουμε, αφού αυτή η ένοχη αίσθηση για το θάνατο του άγριου ζώου αποτελεί φύση του ανθρώπου που επίσης ανιχνεύεται στους πρωτόγονους λαούς και στους προϊστορικούς κυνηγούς. Αποτελεί, ίσως, το κατ’ εξοχήν γνώρισμα του κυνηγού που έχει κυνηγετική συνείδηση, αφού γνωρίζει ότι κάτι πολύτιμο αφαιρείται κάθε φορά. Στηρίζονται, επίσης, στην έμφυτη έλξη του ανθρώπου για το φυσικό του περιβάλλον και στην αίσθηση της φύσης – Μάνας Γης, την οποία ο άνθρωπος βιώνει μέσα από το κυνήγι με έναν τρόπο μοναδικό. Αυτή η συνείδηση μπορεί ορισμένες φορές να καταπνίγεται για κοινωνικούς λόγους ή να μην εκδηλώνεται αυθόρμητα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ή ότι δεν θα εκδηλωθεί κάποια άλλη χρονική περίοδο όταν οι κοινωνικές συνθήκες το επιτρέψουν ή όταν ο άνθρωπος ξεπεράσει τις προσωπικές του αναστολές και πάθη.

Οικουμενική και πανανθρώπινη
Όλα τα παραπάνω εξηγούν για ποιο λόγο η συνείδηση του κυνηγού είναι μια πανανθρώπινη συνείδηση με παγκόσμιο χαρακτήρα. Είναι πράγματι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οπουδήποτε στη γη και εάν κοιτάξει κανείς, θα διαπιστώσει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος–κυνηγός έχει αναπτύξει ακριβώς τις ίδιες ή τόσο όμοιες ηθικές αρχές που θα μπορούσε κάλλιστα κάποιος να αντιγράψει αυτούσιους αυτούς τους κανόνες από ένα κυνηγετικό περιοδικό της Νορβηγίας ή της Σουηδίας, για παράδειγμα, και να τους δημοσιεύσει στην Ελλάδα ή στην Αμερική ή οπουδήποτε αλλού. Το πολύ-πολύ να αναγκασθεί να παραλείψει κάποιος έναν κανόνα για τη σωστή χρήση του ραβδωτού όπλου, κάτι ασήμαντο, αφού στις αρχές τους οι κανόνες δεοντολογίας ή κώδικες, όπως συνήθως ονομάζονται, παραμένουν ακριβώς ίδιοι.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τέτοιος κώδικας συντάχθηκε και από το Διεθνές Συμβούλιο Θήρας και μοιράσθηκε σε όλες τις χώρες του κόσμου. Αποτελεί δε μια σύνθεση ηθικών κανόνων που είναι πανάρχαιοι στα βασικά συστατικά τους μέρη και πανανθρώπινοι και που ανιχνεύονται στις πιο απόμακρες γωνιές του πλανήτη, οπουδήποτε ο άνθρωπος κυνηγούσε, από τους Αβορίγινες της Αυστραλίας μέχρι τους Ινδιάνους της Αμερικής και τους Εσκιμώους του Β. Πόλου, και πολλές, πάρα πολλές χιλιάδες χρόνια πίσω, στους προϊστορικούς κυνηγούς που σχεδίασαν τις υπέροχες βραχογραφίες του σπηλαίου Λασκώ στη Γαλλία, των σπηλαίων της Αλταμίρα στην Ισπανία και αλλού, όπου οι πρώτοι κυνηγοί παρακαλούσαν τα θηράματα, σε αυτούς τους λατρευτικούς τους χώρους, να δεχθούν να γίνουν θύματά τους.
Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά όταν κανένας άλλος γραπτός ή άγραφος νόμος δεν μπορεί να αγγίζει τόσους διαφορετικούς λαούς και τόσο πολύ διαφορετικούς πολιτισμούς;
Οι πολιτιστικές ανταλλαγές και οι ζυμώσεις, που συνήθως συμβαίνουν μεταξύ των λαών, δεν είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν αυτή την καθολική αποδοχή. Αυτό μπορεί να συμβαίνει μόνο σε μία περίπτωση: όταν η κυνηγετική συνείδηση στηρίζεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση, με αποτέλεσμα οι κυνηγετικές κοινωνίες να είναι στις βασικές τους αρχές όμοιες σε όλο τον πλανήτη ανεξάρτητα γλώσσας, έθνους και πολιτιστικής κληρονομιάς.

Η επιτυχία της κυνηγετικής προσαρμογής
Οι παραπάνω θέσεις δεν είναι καθόλου απλές ή απλουστευτικές και αποτελούν μια σύνθεση απόψεων και θέσεων για τις οποίες έχουν γραφτεί πολλά βιβλία και έχουν απασχολήσει πλήθος φιλοσόφων και μεγάλων επιστημόνων. Η σύνθεση αυτή, όμως, σε σχέση με την κυνηγετική συνείδηση, αποτελεί προσωπική μου εκτίμηση και ως τέτοια θα πρέπει να κρίνεται. Οι λεπτομέρειες των παραπάνω θα αναδειχθούν στη συνέχεια των άρθρων μας. Έχουν δε μεγάλη σημασία για την αυτοτελή θεμελίωση της κυνηγετικής συνείδησης έξω από κάθε αθλητικό ή άλλο προσδιορισμό. Έχουν επίσης σημασία για την ανάλυση των συμπεριφορών που μας ενδιαφέρουν και ιδίως στις ακραίες περιπτώσεις όπου κάποιος κυνηγά έξω από κάθε ηθικό κανόνα, εκδηλώνοντας μια ακόρεστη δίψα για αίμα. Εάν αυτή η πρακτική έρχεται σε σύγκρουση με την ίδια τη φύση του ανθρώπου, μπορούμε πολύ πιο εύκολα να αναζητήσουμε τις αιτίες αυτών των φαινομένων και τη γιατρειά τους.
«Η νόηση, τα ενδιαφέροντα, οι συγκινήσεις και η βασική κοινωνική μας ζωή, είναι με όλη τη σημασία της λέξης εξελικτικά προϊόντα της επιτυχίας της κυνηγετικής προσαρμογής. Όταν οι ανθρωπολόγοι μιλάνε για την ενότητα της ανθρωπότητας, διαπιστώνουν πως οι εκλεκτικές πιέσεις της ζωής του κυνηγού και του τροφοσυλλέκτη ήταν τόσο όμοιες και το αποτέλεσμα τόσο πετυχημένο, ώστε οι πληθυσμοί από το Homo sapiens είναι βασικά ίδιοι παντού» (S.L. Washburn και C.S. Lancaster, 1968).

 

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook41
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top