ΛΑΘΡΟΘΗΡΙΑ

Ορισμός:

Λαθροθηρία συνιστά η παράνομη κάρπωση και/ή κατοχή θηραμάτων και οποιουδήποτε άγριου είδους, προστατευόμενου ή μη. Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Υπέρβαση του επιτρεπόμενου ορίου ανά θήραμα.
Κυνήγι της μπεκάτσας στο καρτέρι.
Κυνήγι βράδυ με φώτα.
Κυνήγι μη επιτρεπόμενες ημέρες ή σε μη επιτρεπόμενη περιοχή.
Κυνήγι μη επιτρεπόμενων ειδών.
Χρήση ηχομιμητικών συσκευών.
Κυνήγι από μηχανοκίνητα μέσα.
Κυνήγι χωρίς έγκυρη άδεια κυνηγίου.
Επιπτώσεις στους νόμιμους κυνηγούς:

Το λαθραίο κυνήγι επιδρά απ’ευθείας σε όλους εμάς που ακολουθούμε το νόμο. Συντελεί στη μείωση του τρέχοντος και μελλοντικού πληθυσμού των θηραμάτων, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες κάρπωσης για εμάς και τα παιδιά μας. Αν και δεν είναι γνωστός ο αριθμός που θηρεύεται παράνομα, εκτιμάται πως είναι ίσος με τα θηράματα που καρπώνονται οι νόμιμοι κυνηγοί κατά τη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου. Γιατί πρέπει να καταπολεμήσουμε ενεργά τη λαθροθηρία:

Σε τελική ανάλυση οι λαθροθήρες στερούν ευκαιρίες από όλους εμάς που ακολουθούμε τους κανόνες. Είναι λογικό πως τα αρμόδια όργανα δεν είναι δυνατόν να συλλάβουν όλους τους παραβάτες. Χρειάζεται η βοήθεια εκ μέρους της κυνηγετικής κοινότητας για να φανεί η διαφορά.

Πρόταση για τις ποινές λαθροθηρίας:
Προσωπικά πιστεύω πως η λαθροθηρία πρέπει να αντιμετωπιστεί απλά και μόνο με πολύ υψηλά χρηματικά πρόστιμα, τα οποία στη χειρότερη περίπτωση θα εισπράτονται μέσω του φόρου εισοδήματος. “Του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει” μεν, η δε τσέπη του τον πονάει πάρα πολύ!

ΔΑΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ Ν.Δ. 86/1969
Άρθρο 287. – Ποιναί κατά των παραβαινόντων τας διατάξεις περί θήρας.

1. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 252  , τιμωρούνται διά κρατήσεως και διά στερήσεως της αδείας θήρας επί εν έτος. (Όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.177/1975.)

2. Ο παρά την διάταξιν της παρ. 6 του άρθρου 252 χρησιμοποιών προς θήραν ελαστικήν σφενδόνην, κράχτας, ομοιώματα και μιμητικάς φωνάς των θηραμάτων, τιμωρείται διά κρατήσεως ή προστίμου.

3. Διά κρατήσεως ή προστίμου ή δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωρούνται:
α. (Η περ. α΄ της παρ. 3 που προέβλεπε την κατά παράβαση της παρ. 4 του άρθρου 265 μεταφορά κυνηγετικού κύνα με δημόσιο μεταφορικό μέσο χωρίς φίμωτρο, καταργήθηκε με το άρθρο 15 περ. δ’ του ν. 3170/2003.)
β. (Η περ. β΄ της παρ. 3 που αφορούσε οτην παράβαση της παρ. 5 του άρθρου 255, καταργήθηκε με το άρθρο 15 περ. δ΄ του ν. 3170/2003.)
γ. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 258
δ. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 259
ε. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 252. (Όπως η περ. ε΄ προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 177/1975.)

4. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παρ. 1 και 3 του άρθρου 259  τιμωρούνται κατά τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 268.

5. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 258 τιμωρούνται διά φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών. Η επιβαλλομένη ποινή φυλακίσεως, λόγω παρανόμου θήρας διά μηχανοκινήτων μέσων ή ασκήσεως ταύτης διά προβολέων, ως και η τοιαύτή λόγω της θήρας ελάφου, δορκάδος, αιγάγρου, φασιανού, τετράωνος (αγριοπετεινού), δεν μετατρέπεται εις χρηματικήν.

6. (Η παρ. 6, που προέβλεπε την ποινή για την παράβαση του πρώτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 255, καταργήθηκε με το άρθρο 15 περ. δ΄ του ν. 3170/2003.)

7. Οι εκ προθέσεως ή αμελείας παραβαίνοντες τας διατάξεις του άρθρου 256  τιμωρούνται διά φυλακίσεως μέχρις ενός έτους ή διά χρηματικής ποινής.

8. (Η παρ. 8 που είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 12 παρ. 3 του ν. 177/1975, καταργήθηκε με το άρθρο 38 nap. 1 περ. β΄ του ν. 2168/1993.)

9. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις τωνπαρ. 2 και 8 του άρθρου 254  τιμωρούνται διά φυλακίσεως μέχρι δύο ετών.

10. Διά φυλακίσεως μέχρι δύο ετών ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων τιμωρούνται:
α. (Η περ. α΄ της παρ. 10 που πρόέβλεπε την περίπτωση της θανάτωσης ή περιαγωγής σε ανικανότητα προς θήρα κυνηγετικού κύνα.χωρίς λύσσα, καταργήθηκε με το άρθρο 15 περ. δ΄ του ν. 3170/2003.)
β. Ο θηρεύων κατά χρόνον μη εμπίπτοντα ενεός.της κυνηγετικής περιόδου.
γ. Ο άνευ αδείας θήρας φονεύων ενδημικόν θήραμα.

11. Διά φυλακίσεως μέχρις ενός έτους ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων
τιμωρούνται:
α. Οι εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραβαίναντες τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 257
β. Οι εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 258

γ. Οι παραβαίνοντες την διάταξιν της παρ. 5 του άρθρου 261

δ. Οι θηρεύοντες άνευ αδείας θήρας.
ε. Οι αρνούμενοί να υποστούν την κατά την παρ. 2 του άρθρου 289 έρευναν.

12. (Η παρ. 12 που προέβλεπε την ποινή για παράβαση της παρ. 6 του άρθρου 255, καταργήθηκε με το άρθρο 15 περ. δ΄ του ν. 3170/2003.)

13. Ο κατά παράβασιν τών-διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 252 θηρεύων διά πυροβόλου πολεμικου όπλου ή αεροβόλου ή άλλου είδους όπλου, μη συνήθους κυνηγετικού, τιμωρείταί διά φυλακίσεως τουλάχιστον δύο μηνών και μέχρι δύο ετών, ως κάι διά χρηματικής ποινής.

14. Εις τον καταδικαζόμενον διά την θανάτωσιν ή σύλληψιν ελάφου, δορκάδος, αγριόγιδου, παντός είδους αιγάγρου (αγριοκάτσικου), τετράωνος (αγριοπετεινού) και φασιανού, επιβάλλεται διά της καταδικαστικής αποφάσεως και χρηματική αποζήμιωσις υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κε(pάλαιον Θήρας), καθοριζομένη ως εξης:
Δι’ εκάστην έλαφον, ποσόν δραχμών δέκα χιλιάδων (10.000), δι’ εκάστην δορκάδα, αγριόγιδον και αίγαγρον Κρήτης, ποσόν πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών. Διά δε τα λοιπά είδη αιγάγρων ποσόν τεσσάρων χιλιάδων (4.000) δραχμών και δι’ έκαστον τµτράωναν (αγριοπετεινόν), φασιανόν ή αφαίρεσιν των ωών των ποσόν πεντακοσίων (500) δραχμών. Tα ως άνω ποσά δύνανται να αυξάνωνται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

15. Η ιδιότης του καταδικαζομένοιι ως δημοσίου; δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου ή ως ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή ως μέλους διοικητικού συμβουλίου κυνηγετικής οργανώσεως, αποτελεί ιδιαιτέραν επιβαρυντικήν περίπτωσιν.

16. Η καταδικαστική απόφασις εις πταισματικάς ποινάς είναι εκκλητή. Η ποινή της κρατήσεως δεν δύναται να είναι ελάσσων των δέκα (10) ημερών. Κατά τα λοιπά, ισχύουν αι διατάξεις των άρθρων 55 και 57 του Ποινικού Κώδικος. (Όπως η παρ. 16 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του ν.δ. 996/1971.)

17. Οι παραβάται των διατάξεων της  παρ. 5 του άρθρου 252  τιμωρούνται διά φυλακίσεως μέχρι δύο (2) ετών και διά χρηματικής ποινής ή και διά μιας των ποινών τούτων, εις περίπτωσιν αμελείας. (Όπως η παρ. 17 προστέθηκε με το άρθρο 16του ν.δ. 996/1971.)

18. Οι παραβάται των περί θήρας αστυνομικών διατάξεων τιμωρούνται διά κρατήσεως μέχρις εξ (6) μηνών και διά προοτίμου τουλάχιστον χιλίων (1.000) δραχμών, To δε μέσα, δι’ ων ενεργείται η παράβασις, κατάοχονται και δημεύονται κατά τας διατcιξεις του άρθρου 288. (Όπως η παρ. 18 προστέθηκε με το άρθρό 16 τόυ ν.δ. 996/1971.)

19. Όσοι δεν σφραγίζσυν τα κυνηγετικά των όπλα συμφώνως προς την εν παρ. 4 του άρθρου 252 απόφασιν του Υπουργού Γεωργίας, αλλά εμπροθέσμως και εντός 15 ημερών από της λήξεως της αναφερομένης εν αυτή προθεσμίας, τιμωρούνται διοικητικώς διά ποινής του προστίμου καθοριζομένης διά της αυτής αποφάσεως, από δραχμών 1.000 κατ’ ελάχιστον μέχρι δραχμών 10.000 κατ’ ανώτατον όριον υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας). To πρόστιμον τούτο καταβάλλεται κατά την έκδοσιν της αδείας. Μετά την πάροδον των ως ά½ω 15 ημερών οι παραλείψαντες την σφράγισιν ως και οι αποσφραγίζοντες τα κυνηγετικά των όπλα τιμωρούνται διά του ως άνω προστίμου και προσέτι και ποινικώς, στερούνται δε αδείας θήρας δι’ εν κυνηγετικόν έτος, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της δίκης. (Όπως η παρ. 19 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 177/1975.)

20. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 80 του ν.δ. 86/1969 τιμωρούνται διά φυλακίσεως μέχρι δύο ετών και διά χρηματικής ποινής ουχί κατωτέρας των δέκα χιλιάδων δραχμών. (Όπως η παρ. 20 προστέθηκε με τo άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 177/1975.)

21. Διά παραβάσεις αίτινες λαμβάνουν χώραν εντός των ελεγχομένων κυνηγετικών περιοχών ισχύουν To κάτωθι:
α. Διά κρατήσεως ή προστίμου ή δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωρούνται:
Ι) Η διάβασις παντός, κυνηγού ή μη, δι’ όπλου, διά μέσου των κυνηγετικών περιοχών άνευ αδείας της Δασικής Αρχής. Η διάβασις επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον τα όπλα είναι λελυμένα και εντός θήκης.
ΙΙ) Η κυκλοφορία των οχημάτων διά ταχύτητος μεγαλυτέρας των ενδείξεων των ειδικών πινακίδων, η χρήσις παρά τούτων ηχητικών οργάνων και συσκευών, εκτυφλωτικών φώτων και προβολέων.
ΙΙΙ) Η κατασκήνωσις παντός ατόμου άνευ αδείας της αρμοδίας Δασικής Αρχής.
ΙV) Η εισαγωγή ή διέλευσις ποιμνίων ή ζώων άνευ αδείας των Κτηνιατρικών Αρχών, ως και αι πτηνοτροφικαί εγκαταστάσεις άνευ αδείας των Δασικών Αρχών και άνευ υγειονομικού ελέγχου.
V) Η ολοκληρωτική δέσμευσις της ροής των υδάτων, κατά την κατασκευήν αρδευτικού δικτύου ή διευθέτησιν χειμάρρων ή ετέρων έργων.
β. Διά φυλακίσεως μέχρι δύο (2) ετών ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωρούνται:
Ι) Διά θήρευσιν εξ αποστάσεως μεγαλυτέρας των τεσσαράκοντα (40) μέτρων, πλην των ευγενών θηραμάτων.
ΙΙ) Διά θήραν μη ανεπτυγμένων θηραμάτων, διά σύλληψιν παντός είδους θηράματος, καταστροφή½ ή διατάραξιν φωλεώ½, συλλογήν ωών, μόλυνσιν ποτιστρών και διατάραξιν της πανίδος εν γένει.
ΙΙΙ) Διά παράβασιν της παρ. 16 του άρθρου 254

γ. Τυχόν έτεραι παραβάσεις εντός των ελεγχομένων κυνηγετικών περιοχών τιμωρού½ται κατά τας γενικά διατάξεις του παρόντος. (‘Οπως η παρ. 21 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 4 του ν.177/1975.)

22. Όποιος κατέχει, εισάγει, διακινεί, διαθέτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο είδη του άρθρου 258 παρ. 6 περ. β΄  χωρίς άδεια ή με άδεια πλαστή ή που φέρει αλλοιώσεις τιμωρείται με φυλάκιση από δύο (2) μήνες έως ένα (1) έτος και σε περίπτωση υποτροπής με φυλάκιση δύο (2) ετών. (Όπως η παρ. 22 προστέθηκε με το άρθρο 57 παρ. 7 του ν. 2637/1998.)

23. Όποιος αρνείται ή παρακωλύει ή κωλυσιεργεί τη διενέργεια των ελέγχων από τα ελεγκτικά όργανα στα είδη του άρθρου 258 παρ. 6 περ. β΄ ή αρνείται την παροχή πληροφοριών ή παρέχει ψευδείς πληροφορίες τιμωρείται με φυλάκιση από έναν (1) έως έξι (6) μήνες. (‘Οπως η παρ. 23 προστέθηκε με το άρθρο 57 παρ. 7 του ν. 2637/1998.)

24. Υπεύθυνοι κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη και επιβάλλονται οι ποινές των παρ. 22 και 23 είναι στις προσωπικές επιχειρήσεις οι επιχειρηματίες, στις ομόρρυθμες εταιρίες οι ομόρρυθμοι εταίροι, στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης οι διαχειριστές και στους συνεταιρισμούς και τις ανώνυμµς εταιρίες ο ορισθείς υπεύθυνος ή, σε περίπτωση που δεν έχει ορισθεί υπεύθυνος, τα μέλη του οργάνου διοίκησης. (‘Οπως η παρ. 24 προστέθηκε με το άρθρο 57 παρ. 7 του ν. 2637/1998.)

Άρθρο 288. – Κατάσχεσις και δήμευσις μέσων παρανόμου θήρας.
To κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Κώδικος κατεχόμενα, κατασκευαζόμενα, πωλούμενα ή χρησιμ?ποιούμενα παντός είδους όργανα κ.λπ. μέσα, σκοπόν έχοντα την θήραν, σύλληψιν ή θανάτωσιν εν γένει αγρίων ζώων (θηλαστικών και πτερωτών), ασχέτως εποχής, κατάσχονται. To αρμόδιον ποινικόν δικαστήριον διατάσσει την δήμευσιν των κατασχεθέντων και τα μεν απηγορευμένα μέσα καταστρέφονται, τα δε άλλα εκποιούνται παρ’ Επιτροπής, οριζομένης παρά του Εισαγγελέως και αAοτελουμένης εκ του προϊσταμένου της δασικής αρχής, ενός δημοσίου υπαλλήλου και ενός αντιπροσώπου του κυνηγετικού συλλόγου, διά δημοπρασίας, του εκπλειστηριάσματος κατατιθεμένου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας).

Αι ανωτέρω διατάξεις της παρούσης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί καταδίκης διά παράβασιν της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 252. To εκ παρανόμου θήρας προερχόμενα θηράματα κατάσχονται και εκποιούνται αμέσως υπό του κατάσχοντος ταύτα υπαλλήλου επί παρουσία ετέρου δημοσίου, δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου και εν απουσία τούτων επί παρουσία δύο μαAτύρων, του πρακτικού εκποιήσεως μη υποκειμένου εις έγκρισιν ετέρας ανωτέρας αρχής. To εκπλειστηρίασμα, εάν η απόφασις του δικαστηρίου είναι αθωωτική, αποδίδεται εις τον αθωωθέντα, άλλως κατατίθεται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας). Εάν δι’ οιονδήποτε λόγον τα όπλα, δίκτυα, παγίδες και λοιπά μέσα παρανόμου θήρας δεν έχουν κατασχεθή και ο κάτοχος τούτων καταδικάζεται, διατάσσεται υποχρεωτικώς διά της καταδικαστικής αποφάσεως και η δήμευσις τούτων, η περαιτέρω δε τύχη των διέπεται κατά τα εν τη παρ. 2 οριζόμενα.

Εις περίπτωσιν μη παραδόσεως των πειστηρίων αδικαιολογήτως, ο καταδικασθείς υποχρεούται διά της καταδικαστικής αποφάσεως εις την πληρωμήν της αξίας τούτων, καθοριζομένης υπό του δικαστηρίου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας), η οποία όμως δεν πρέπει να είναι κατωτέρατων διακοσίων (200) δραχμών, προκειμένου δε περί όπλων καAωτέρα των δύο χιλιάδων (2.000) δραχμών και προκειμένου περί μέσων μεταφοράς κατωτέρα των δύο χιλιάδων (2.000) δραχμών διά τα δίκυκλα και τρίκυκλα και των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών διά τα λοιπά μηχανοκίνητα μέσα. Εάν ο ένοχος της παρανόμου θήρας έλαβεν εις την κατοχήν του τα εις δήμευσιν κατά το παρόν άρθρον υποκείμενα δι’ αδικήματος, τότε αποδίδονται μεν ταύτα τω δικαιούχω, αντί δε της δημεύσεως επιβάλλεται τω ενόχω χρηματική ποινή ίση προς την αξίαν των αποδιδομένων τω δικαιούχω πλέον πάσης άλλης επιβαλλομένης κατά τον παρόντα.

Άρθρο 288α. – Διοικητικές κυρώσεις.
Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 258 παρ. 6 περ. α΄, β΄, γ΄, δ΄ και στ΄ τιμωρούνται με πρόστιμο από διακόσιες χιλιάδες (200.000) έως πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές, τα δε είδη της αυτοφυούς χλωρίδας και άγριας πανίδας και των δειγμάτων αυτών των ζώντων ή νεκρών, επεξεργασμένων ή μη, κατάσχονται από την αρμόδια Δασική ή Τελωνειακή Αρχή και παραδίδονται στην πλησιέστερη Δασική Αρχή και παραδίδονται στην πλησιέστερη Δασική Αρχή με μέριμνα της οποίας ή: επαναποστέλλονται ή επανεξάγονται στη Χώρα καταγωγής ή εκποιούνται ή διατίθενται προς φύλαξη και περίθαλψη. Όταν η κατάσχεση διενεργείται από τη Δασική Αρχή εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 288 του ν.δ. 86/1969.

Αν διαπισrωθεί ότι η συνοδεύουσα το είδος άδεια είναι πλαστή ή φέρει αλλοιώσεις επιβάλλονται επιπλέον και οι κυρώσεις της προηγούμενης παραγράφου. Σε περίπτωση υποτροπής τα όρια του προστίμου διπλασιάζονται. Για την επιμέτρηση των διοικητικών κυρIσεων του άρθρου αυτού λαμβάνεται υπόψη η σοβαρότητα της παράβασης και η περίπτωση υποτροπής. To πρόστιμο του άρθρου αυτού επιβάλλεται με απόφαοη του αρμόδιου Γενικού ΓραμμαAέα της οικείας Περιφέρειας, σύμφωνα με τα υποβληθέντα στοιχεία ελέγχου. Για την επίδοση της απόφασης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τις επιδόσεις των άρθρων 56 έως 57 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.

Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο βαρυνόμενος από αυτήν έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, η οποία αρχίζει από την επόμενη ημέρα που του επιδόθηκε η απόφαση. Η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, μπορεί όμως με απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η προσφυγή, να ανασταλεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 820/1978 (ΦΕΚ Α΄ 174), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 27 του ν. 1406/1983 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 182), εν μέρει ή στο σύνολο, η εκτέλεση της εν λόγω απόφασης, εάν εξαιτίας σφαλμάτων αυτής πιθα- νολογείται μερική ή ολική ευδοκίμηση της προσφυγής ή διαπιστώνεται, από συγκεκριμένα στοιχεία, αδυναμία καταβολής από τον αιτούντα.

Κατά των αποφάσεων των Διοικητικών Πρωτοδικείων επιτρέπεται η άσκηση των ένδικων μέσων που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας, για την εκδίκαση των οποίων, καθώς και των προσφυγών του προηγούμενου εδαφίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ίδιου Κώδικα. To χρηματικό ύψος του προστίμου του άρθρου αυτού μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου βεβαιώνονται ως δημόσια έσοδα και εισπράπονται κατά τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) και αποτελούν έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Για την κίνηση της διαδικασίας βεβαίωσης μεριμνά η αρμόδια Διεύθυνση Δασών του οικείου νομού. (Όπως το άρθρο 288α προστέθηκε με το άρθρο 57 παρ. 8 του ν. 2637/1998.)

ΔΑΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ:

  1. Ν.Δ.86/1969 «Δασικός Κώδικας» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 7/18-4-1969).
  2. Ν.Δ. 996/1971 «Περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ. 86/1969 “περί Δασικού Κώδικος” και Κωδικοποιήσεως των υπ’ αριθμ. 871/1971 και 919/1971 Ν.Δ/των.
  3. Ν.177/1975 «Περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ.86/1969 “Περί Δασικού Κώδικος”» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 205/27-9-1975).
    Σχετική νομοθεσία που τροποποιεί το Δασικό Κώδικα:

  1. Ν.2637/1998 (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 200/1998 ).
  2. Ν.2040/1992 «Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργών Γεωργίας και νομικών προσώπως εποπτείας του και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 70/23-4-1992).
  3. Ν.3170/2003 «Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 191/29-7-2003).
  4. Ν.3208/2003 «Προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, κατάρτιση δασολογίου, ρύθμιση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 303/24-12-2003).
  5. 87578/703/6-3-2007 Κ.Υ.Α «Τροποποίηση της υπ’ αριθμ. 414985/29.11.1985 Κ.Υ.Α. “Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας (ΦΕΚ 757/Β’1985) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει» (Φ.Ε.Κ. Β΄ – 581/23-04-2007).
  6. 99098/5881/16-10-2006 Κ.Υ.Α «Εμπορία των ειδών της άγριας πανίδας και της αυτοφυούς χλωρίδας» (Φ.Ε.Κ. Β΄ – 1570/26-10-2006).
  7. Ν.2168/1993 «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ – 147/3-09-1993).

πηγη : http://kynigetikes.selides.org

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook41
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top