Λένε πως οι άνθρωποι φτιάχνουν την τύχη τους, ανάλογα με τη στάση που έχουν και τις ενέργειες που κάνουν κάθε στιγμή στη ζωή τους. Αν αυτό αληθεύει, τότε σίγουρα η ρουμελιώτικη παρέα που μας φιλοξένησε στα πανέμορφα μέρη της για κυνήγι λαγού θα έχει ασπαστεί αυτή τη φιλοσοφία.
Του Λευτέρη Κακαβούλη
Αρκετές φορές γίνομαι δέκτης ερωτήσεων του τύπου “γιατί κυνηγάς;” ή “τι βρίσκεις και ασχολείσαι με αυτή τη δραστηριότητα;”. Η απάντησή μου είναι πάντα η ίδια. Το κυνήγι είναι τρόπος ζωής για μένα, όπως και για χιλιάδες άλλους ανθρώπους.
Κατά κανόνα, ο κάθε άνθρωπος ανάλογα με τη δομή και την κρίση του, επιλέγει στη ζωή του αυτό που του αρέσει, αυτό που τον ικανοποιεί και αυτό που τον εξελίσσει. Κατά συνέπεια, λοιπόν, όσοι από εμάς επιλέξαμε να εντάξουμε την κυνηγετική δραστηριότητα στη ζωή μας δεν το κάναμε τυχαία. Μπορεί να δοκιμάζαμε, αν όμως δεν μας άρεσε δεν θα ξαναπηγαίναμε. Ίσως κάποιο αρχέγονο ένστικτο που υπάρχει μέσα στο συναισθηματικό κόσμο του καθ’ ενός από εμάς, να μας οδήγησε σε αυτή την επιλογή.
Όπως και να έχει όμως, όποια εξήγηση κι αν θελήσει να δώσει κανείς -στον εαυτό του κυρίως- το σίγουρο είναι ότι το κυνήγι είναι μία ευεργητική δραστηριότητα που μας φέρνει κοντά στη φύση. Μέσα σε αυτή ασκούμεθα, καλλιεργούμε το ένστικτο της επιβίωσης και επιπλέον ερχόμαστε κοντά με άλλους ανθρώπους σε κάθε απομακρυσμένη γωνιά και τόπο που πηγαίνουμε.
Αν δεν ήμουν κυνηγός, δεν θα γνώριζα ποτέ τόσους πολλούς ανθρώπους, δεν θα γνώριζα ποτέ τον τρόπο ζωής και σκέψης τους, τα ήθη και τα έθιμά τους, τη φιλία και την αγάπη τους, θα ήμουν φτωχότερος. Με αφορμή το κυνήγι γνωρίζω, κατανοώ και αγαπώ περισότερο τον τόπο και τους συμπατριώτες μου.
Στη Ρούμελη για λαγό
Ως κάτοικος μεγαλούπολης, πνιγμένος στο άγχος και στις υποχρεώσεις, δραπέτευσα για μία ανάσα στα βουνά της Ρούμελης, αποδεχόμενος την πρόσκληση ενός ντόπιου φίλου, του Δημήτρη Περλεπέ. Σούρουπο Παρασκευής, η κίνηση στις εξόδους της Αθήνας μεγάλη, αλλά από τη μια η τοξίνη της καθημερινότητας και από την άλλη ο πόθος της Ιθάκης δεν με άφησαν να καταλάβω πώς πέρασαν τα πολλά χιλιόμετρα μέχρι τον τελικό μου προορισμό.
Τελικά χάθηκα!
Ακολουθώντας τις οδηγίες του φίλου πέρασα πολλά όμορφα ορεινά χωριουδάκια στα οποία λαχταρούσα να σταματήσω για φαγητό και ένα ποτήρι κρασί. Γνώριζα όμως ότι με περιμένανε στην κατασκήνωση και θα αγωνιούσαν όσο πέρναγε η ώρα, μήπως και περιπλανιέμαι μέσα στο δάσος, αν είχα πάρει κάποιον λάθος δασικό (χωρίς σήμανση) δρόμο κ.λπ.
Όπως ήταν φυσικό, έχοντας να αντιμετωπίσω το νόμο των πιθανοτήτων, χάθηκα. Ευτυχώς όμως τα “τσακάλια” βγήκαν παγανιά και με βρήκαν. Μετά την περιπέτεια αυτή, στην κατασκήνωση με περίμενε μια ζεστή παρέα κυνηγών, ένας χωριάτικος κόκορας στο τσουκάλι και καλό ντόπιο κρασί για το καλωσόρισμα, πριν στρωθεί το σχέδιο κυνηγίου της επόμενης μέρας.
Όσοι έχουν κοιμηθεί στο δάσος έχουν αισθανθεί το γέννημα της μέρας… Πρωί, καφές ελληνικός, πειράγματα, τα απαραίτητα…, τα σκυλιά στην αλυσίδα και βουρ για τα καρτέρια…