Τον άνθρωπο που ψυχαγωγείται κυνηγώντας, πρέπει να τον διακρίνει η περηφάνεια, η γενναιότητα, η τραχύτητα, αλλά και η μεγαλοψυχία, ο σεβασμός του αντιπάλου και η αγάπη προς τους συναδέλφους του, γνώρισμα όλων όσων κατά καιρούς, κράτησαν στα χέρια ένα όπλο.
“Στην εποχή μας, αγαπητέ μου αναγνώστη”, έγραφε ο Πόλυς Μυλωνάς, το 1978, “το κυνήγι αποτελεί μια ψυχαγωγική του ανθρώπου εκδήλωση στην οποία βρίσκει μια διέξοδο ο κρυμμένος εαυτός του. Η εποχή που ο άνθρωπος κυνηγούσε για να καλύψει τις ανάγκες διατροφής του, έχει μείνει πολύ πίσω. Αυτό ισχύει, παρόλο που και σήμερα υπάρχουν κυνηγοί, ειδικά κάτοικοι της υπαίθρου, που με το κρέας των θηραμάτων που σκοτώνουν καλύπτουν ένα μέρος των οικονομικών της οικογενείας τους. Σιγά-σιγά και αυτοί θα αλλάξουν νοοτροπία.
Τα πρώτα βασικά βήματα
Τον άνθρωπο λοιπόν, που ψυχαγωγείται κυνηγώντας, πρέπει να τον διακρίνει εκείνη η νοοτροπία που ήταν γνώρισμα όλων όσων κατά καιρούς, κράτησαν στα χέρια ένα όπλο. Και όλων αυτών γνώρισμα ήταν η περηφάνεια, η γενναιότητα, η τραχύτητα, αλλά και η μεγαλοψυχία, ο σεβασμός του αντιπάλου και η αγάπη προς τους συναδέλφους του. Κι όπως σε εκείνους έτσι και στους κυνηγούς, ισχύουν εθιμοτυπικά, ένα σωρό κανόνες που ρυθμίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις.
Γι΄ αυτές τις εθιμοτυπίες, αυτούς τους άγραφος νόμους θα κάνουμε λόγο εδώ. Στους πολλούς κυνηγούς είναι γνωστά, ίσως, όσα θα πούμε. στους νέους όμως, που τώρα αρχίζουν τα πρώτα βήματα, δεν θα έβλαπτε να τους μάθουν.
• Πρώτα-πρώτα, ο κυνηγός που ξεκινάει για το βουνό, πρέπει να αφήσει στο σπίτι τον τίτλο και τη θέση που η κοινωνία του έχει δώσει. Στο βουνό να είναι όλοι “κυνηγοί” και τίποτε παραπάνω. Αυτό είναι τόσο βαθιά χαραγμένο, που αν ποτέ ήταν εφικτό να υπάρχει μια «αταξική» κοινωνία, αυτή σίγουρα θα ήταν μια κοινωνία κυνηγών.
• Στο κυνήγι ο στρατιώτης δεν στέκεται “προσοχή” μπρος στον στρατηγό του. Ο πλούσιος συντρώγει με τον πιο φτωχό. Ο κοινός θνητός “δικάζει” τον επαγγελματία δικαστή. Και πιο άξιος, είναι εκείνος που έχει γεμάτη θηράματα την τσάντα του. Αυτή είναι μια προϋπόθεση για τον καλό, τον προσγειωμένο κυνηγό.
• Το κοπάδι των πουλιών που σήκωσε ένας κυνηγός μπορεί μόνος ή με το σκυλί του, πρέπει πρώτα εκείνος να το τουφεκίσει. Και αν πάνω σου περάσει κι ενώ ακόμα πετάει, τότε μπορείς κι εσύ να τουφεκίσεις. Όταν ξανακαθίσει, τότε το προβάδισμα το έχει εκείνος που το πρωτοσήκωσε. Εσύ -αν δεν σου το πει- δεν μπορείς να το κυνηγήσεις. Αν, όμως, το κοπάδι σκόρπισε, τότε θα αφήσεις εκείνον πρώτα να διαλέξει που θα πάει, κι όταν ξεκινήσει, τότε κι εσύ μπορείς να κυνηγήσεις τα πουλιά που εκείνος άφησε.
• Έστω, ότι το σκυλί ενός κυνηγού, κυνηγάει λαγό που μόνος του τον “έβγαλε” κι ο λαγός περνά δίπλα σου. Εσύ μπορείς να τον τουφεκίσεις, οφείλεις, όμως αν τον “πάρεις” να τον προσφέρεις ευγενικά στο νοικοκύρη του σκυλιού κι εκείνος θα σου επιστρέψει το φυσίγγιο που έριξες.
• Όταν δύο, ή περισσότεροι κυνηγοί είναι στο κυνήγι παρέα, τότε ό,τι χτυπήσουν το μοιράζονται αδελφικά, προσπαθώντας ο ένας να φερθεί πιο γενναιόδωρος από τον άλλο.
• Ποτέ κυνηγός δεν προσφέρει το όπλο του με στραμμένη την κάννη προς τον συνάδελφό του. Όχι μόνο για τον κίνδυνο που οπωσδήποτε υπάρχει, αλλά και γιατί αυτό απαιτεί η “ευγένεια των όπλων”.
• Τουφέκισε ένας συνάδελφός σου ένα λαγό ή μια πέρδικα που συγχρόνως την τουφέκισες κι εσύ, και η πέρδικα έπεσε. Ποιος, όμως, θα την πάρει; Την πρωτοβουλία πρέπει να την αφήσεις στο συνάδελφό σου. Εκείνος θα σου την προσφέρει κι εσύ να δεχτείς να κυνηγήσετε ως το βράδυ μαζί κι αν ξαναχτυπηθεί οποιοδήποτε θήραμα, από σένα ή από εκείνον, τότε θα είναι δικό του.
• Στον τόπο που κάποιος άλλος κυνηγάει μόνος του ή με παρέα, δεν μπορείς να κυνηγήσεις κι εσύ.
• Απομακρύνσου και ψάξε αλλού, έτσι θα αποφύγεις πιθανές παρεξηγήσεις οι οποίες μπορεί να καταλήξουν σε απίθανες λύσεις για τις οποίες θα μετανιώσεις. Μην ξεχνάς ότι κι εσύ και ο άλλος κρατάτε φωτιά στα χέρια σας. Κι εσύ, ίσως, τον εαυτό σου, τον ελέγχεις. Ο άλλος, όμως;
• Ο καλός κυνηγός δεν σκοτώνει ποτέ το λαγό στο “γιατάκι”. Κι αν τον σκοτώσει δεν το μαρτυράει. Είναι υποτιμητικό για τον κυνηγό να ρίξει τουφεκιά σε θήραμα που κοιμάται. Κι ούτε καταδέχεται να ρίξει από “λούφα” σε πέρδικες που τρέχουν στο νερό να δροσιστούν. Το τελευταίο άλλωστε αποτελεί και πράξη από το νόμο κολάσιμη.
• Το λαγό, δεν τον παρακολουθείς από τα ίχνη του πάνω στο χιόνι, όχι μόνο γιατί ο νόμος το απαγορεύει, αλλά γιατί δεν μπορεί τόσο χαμηλά να κατέβει ο “άρχοντας” της γης, και να δολοφονήσει το λαγό, που δεν υπάρχει τρόπος να σωθεί με τα μέσα που η φύση του έχει δώσει για άμυνα.
• Ο νέος κυνηγός σέβεται τον παλιό κι ακούει τις συμβουλές του κι ας νοιώθει τον εαυτό του πιο αξιότερο από εκείνον.
• Ποτέ ο κυνηγός δεν συνομιλεί στο βουνό, με συνάνθρωπό του, έχοντας το όπλο του γεμάτο. Είναι επιταγή και χαρακτηρίζει τη μόρφωσή του, το να σε δει ο συνάδελφός σου, ότι άδειασες το όπλο σου.
• Ο κυνηγός πρέπει να φερθεί σαν αδελφός σε συνάδελφό του που κάτι του συνέβη στο βουνό.
• Το βουνό κι η θάλασσα ενώνει τους ανθρώπους. Οι περιπατητές του δάσους το έχουν σε κακό αν δεν πούνε “καλημέρα”. Μην το ξεχνάς αυτό. Κι ο πιο ασήμαντος που θα ανταμώσεις μπορεί να σου σώσει τη ζωή.
Το κυνήγι ξεγυμνώνει τις αξίες
Ξέρεις, ίσως, πως η ζωή που ζούμε είναι ένα θέατρο. Το κυνήγι, όμως, δεν έχει “ράμπες” και “παρασκήνια”, ξεγυμνώνει τις αξίες, μασκαρεύει τους ανάξιους, τους θρασείς και τους συμφεροντολόγους. Στο κυνήγι βγάλε τη μάσκα. Έτσι, θα σε εκτιμήσουν κι έτσι θα ξαλαφρώσεις από το βάρος που σ΄ όλη σου τη ζωή το σέρνεις μαζί σου. Τούτη τη λύτρωση ζει εκείνος που ζώνεται τα “σιδερικά” και σούρνωντας πίσω του ένα σκύλο, ανηφορίζει για τα κυνηγοτόπια. Το “κρέας” τι το κάνει μπρος σε τούτη τη λύτρωση;
Λυτρώσου, λοιπόν, και εσύ κι ακολούθησε το μονοπάτι που τόσοι πριν από σένα το έχουν πατήσει”, συμβουλεύει ο συγγραφέας.