Την πρώτη θέση στη λίστα των αρπάγων του λαγού, κατέχουν τα αδέσποτα και τα τσομπανόσκυλα, στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, μια διετία μετά τον πύρινο εφιάλτη που έπληξε την περιοχή. Αύξηση παρουσιάζει και ο αριθμός των αλεπούδων, ενώ αντίθετα τα κουνάβια έχουν εξαφανιστεί.
Το «ανάγλυφο» σχετικά με την αφθονία των αρπάγων, δίνει έρευνα που διενήργησαν οι δασολόγοι-θηραματολόγοι της ΣΤ΄ Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας-Θράκης, Χρήστος Σώκος και Περικλής Μπίρτσας.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή που εκτείνεται από την Κασσάνδρα μέχρι το Παλιούρι. Οι παρατηρήσεις έγιναν στις καμένες (από την πυρκαγιά που ξέσπασε στις 21 Αυγούστου του 2006) και στις γειτονικές μη καμένες εκτάσεις (κυνηγότοποι και καταφύγια άγριας ζωής).
Η φωτιά έκαψε 68,7 τετραγωνικά χιλιόμετρα, στο κέντρο της χερσονήσου της Κασσάνδρας, σε μια περιοχή κυρίως δασικής βλάστησης χαλεπίου πεύκης, αείφυλλων πλατύφυλλων και ξερικών καλλιεργειών με σιτηρά, ψυχανθή και ελαιώνες, που υπάρχουν διάσπαρτα.
Στην περιοχή, είχε απαγορευτεί η θήρα αρχικά σε όλη την Κασσάνδρα. Η απόφαση τροποποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου του 2006 και στη μη καμένη έκταση επιτράπηκε το κυνήγι του λαγού έως τις 10 Ιανουαρίου του 2007. Το καθεστώς αυτό συνεχίστηκε και το επόμενο έτος της έρευνας.
Πότε και πώς έγινε;
Στόχος της έρευνας ήταν να διαπιστωθούν οι επιδράσεις των δασικών πυρκαγιών στα θηλαστικά, και η ενότητα των αρπάγων ήρθε ως συνέχεια της προηγούμενης που μελέτησε το ίδιο ζήτημα σε σχέση με το λαγό.
Οι πληθυσμοί των θηλαστικών αρπάγων του λαγού ( αλεπού, κουνάβι, ασβός, αδέσποτες γάτες και σκύλοι), διερευνήθηκαν τον Ιούλιο του 2008 και του 2009. Επιλέχτηκε η περίοδος αυτή, επειδή τότε αυξάνεται ο πληθυσμός των αρπάγων μετά την αναπαραγωγή και γίνεται η διασπορά των ανήλικων ατόμων. Οι επιστήμονες εφάρμοσαν τη μέθοδο των θέσεων οσμής, επειδή έχει μικρό κόστος, ενώ δίνει και τη ζητούμενη πληροφορία. Τη μια χρονιά επιλέχτηκαν 35 θέσεις και την επόμενη 39, οι οποίες παρακολουθήθηκαν για τρεις συνεχόμενες νύχτες. Η απόσταση από τη μια θέση στην άλλη ήταν 500 μέτρα, γιατί είναι ικανή να εντοπίσει τους άρπαγες που βρίσκονται ανάμεσά τους. Σε κάθε μια απ’ αυτές, το έδαφος γινόταν λεπτόκοκκο και επίπεδο σε μια κυκλική επιφάνεια με διάμετρο ενός μέτρου. Σε κάποιες, για να γίνουν ακόμη πιο ευδιάκριτα τα ίχνη, το χώμα βρεχόταν με ποτιστήρι. Στο κέντρο των θέσεων οσμής τοποθετήθηκαν ως δόλωμα κομμάτια από ψάρι (κολιό) και κρέας αγροτικών ζώων. Πάνω τους, τοποθετήθηκε μια βαριά πέτρα που είχε αλειφθεί με λίπος. Σκοπός ήταν να παραμείνει η οσμή, ακόμη κι αν καταναλωθεί το δόλωμα μετά την επίσκεψη των πρώτων αρπάγων.
Τα συμπεράσματα
Η καταγραφή των ιχνών και η μελέτη τους κατέδειξε ότι:
-Η παρουσία αδέσποτων σκύλων και τσοπανόσκυλων είναι μεγάλη, κάτι το οποίο ενέχει κινδύνους για την πανίδα της περιοχής.
-Η αλεπού δεν φαίνεται να επηρεάστηκε από την πυρκαγιά. Το δεύτερο και τρίτο έτος μετά τη φωτιά, η παρουσία της είναι μεγαλύτερη στις έντονα καμένες εκτάσεις, ενώ μια σημαντική αύξηση παρατηρείται στις μέτρια καμένες από τη δεύτερη στην τρίτη χρονιά. Αυτό δείχνει πόσο γρήγορα η αλεπού μπορεί να πολλαπλασιαστεί σε μια περιοχή.
-Το κουνάβι αποδεικνύεται ότι έχει σοβαρές επιπτώσεις από τις δασικές πυρκαγιές. Ο λόγος είναι ότι χρησιμοποιεί το δένδρο ως καταφύγιο, οπότε πέφτει θύμα της φωτιάς. Επιπρόσθετα, τα κουνάβια δεν επαναποικίζουν την περιοχή, αφού έχει καταστραφεί το κύριο συστατικό του ενδιαιτήματός τους, δηλαδή το δένδρο.
Πώς επιδρά η φωτιά
Σύμφωνα με την έρευνα, οι επιδράσεις των δασικών πυρκαγιών στην άγρια πανίδα είναι βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες. Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε άμεση ή έμμεση θανάτωση των ζώων. Η αντίδραση των θηλαστικών εξαρτάται από την κινητικότητά τους, τους διαδρόμους διαφυγής και τη δυνατότητά τους να βρουν καταφύγιο. Οι πυρκαγιές στα μεσογειακού τύπου οικοσυστήματα, μπορούν είτε να κάψουν ζωντανά τα θηλαστικά, είτε να τα θανατώσουν λόγω των υψηλών θερμοκρασιών και ασφυξίας. Επιπλέον, άτομα που αποφεύγουν την άμεση θανάτωση μπορεί να χάσουν τη ζωή τους, λόγω καταστροφής του ενδιαιτήματός τους. Έτσι, τις επόμενες ημέρες μετά τη φωτιά, κατά τις οποίες δεν έχει αρχίσει η βλάστηση να αναγεννιέται, μειώνεται περαιτέρω η αφθονία των μικρών θηλαστικών, εξαιτίας έλλειψης τροφής και κάλυψης. Αντίθετα, μεγαλύτερα θηλαστικά αντεπεξέρχονται με μετακίνηση σε γειτονική περιοχή. Από όλα τα σπονδυλωτά, τις μεγαλύτερες πληθυσμιακές μεταβολές μετά την πυρκαγιά παρουσιάζουν τα θηλαστικά. Οι πυρκαγιές επιφέρουν αλλαγές στην τροφή, την κάλυψη και την αρπακτικότητα που αυτά δέχονται, που είναι οι μακροπρόθεσμες επιδράσεις του πύρινου εφιάλτη στα δάση.