Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science διαπίστωσε ότι στο Εθνικό Πάρκο «Gorongosa» μια παλαιότερα σπάνια γενετική πάθηση είχε γίνει πιο κοινή καθώς η λαθροθηρία ελεφαντόδοντου που χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση τοπικού εμφυλίου πολέμου ώθησε το είδος στο χείλος της εξαφάνισης.
Πριν από τον πόλεμο, περίπου το 18,5% των θηλυκών δεν είχαν χαυλιόδοντες. Ωστόσο, αυτό το ποσοστό έχει αυξηθεί στο 33% μεταξύ των ελεφάντων που γεννήθηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Περίπου το 90% του πληθυσμού των ελεφάντων της Μοζαμβίκης σφαγιάστηκε στον εμφύλιο που διήρκεσε από το 1977 έως το 1992. Λαθροκυνηγοί πουλούσαν το ελεφαντόδοντο για να χρηματοδοτήσουν τις συγκρούσεις.
Όπως στο χρώμα των ματιών και τον τύπο αίματος για τους ανθρώπους, τα γονίδια είναι υπεύθυνα για το εάν οι ελέφαντες κληρονομούν χαυλιόδοντες από τους γονείς τους.
Οι ελέφαντες χωρίς χαυλιόδοντες επιβίωσαν της σφαγής, οδηγώντας έτσι σε αυξημένη πιθανότητα να αναπαραχθούν και να μεταδώσουν το χαρακτηριστικό χωρίς χαυλιόδοντες στους απογόνους τους.
Στο μεταξύ ο καθηγητής, Ρόμπερτ Πρινγκλ του Πανεπιστημίου Princeton, επεσήμανε ότι η ανακάλυψη θα μπορούσε να έχει μια σειρά από μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για το είδος. Σημείωσε ότι επειδή το χαρακτηριστικό χωρίς χαυλιόδοντες ήταν θανατηφόρο για τους αρσενικούς απογόνους, είναι πιθανό να γεννηθούν λιγότεροι ελέφαντες συνολικά.
Αυτό θα μπορούσε να επιβραδύνει την ανάκαμψη του είδους, που σήμερα ο πληθυσμός τους στο πάρκο είναι λίγο πάνω από 700.
Μια άλλη πιθανή επίπτωση μπορεί να αφορά το ευρύτερο τοπίο καθώς τα ζώα χωρίς τους χαυλιόδοντες τρώνε διαφορετικά φυτά.
Πάντως, ο καθηγητής εκτιμά ότι το εν λόγω χαρακτηριστικό είναι αναστρέψιμο με την πάροδο του χρόνου καθώς ο πληθυσμός των ελεφάντων πλέον ανακάμπτει.
Με πληροφορίες από BBC
www.lifo.gr