Μια νέα διεθνής επιστημονική έρευνα εξέτασε για πρώτη φορά σε παγκόσμια κλίμακα πόσο έχουν επηρεασθεί οι κινήσεις των ζώων, εξαιτίας των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με σχετική δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Science» που έκαναν 115 ερευνητές, με επικεφαλής τη βιολόγο δρα Μάρλι Τάκερ του Πανεπιστημίου Γκέτε της Φρανκφούρτης και του Γερμανικού Κέντρου Ερευνών Βιοποικιλότητας και Κλίματος Σένκενμπεργκ, το 50 με 70% του εδάφους του πλανήτη έχει καταληφθεί ή επηρεαστεί από την ανθρώπινη παρουσία και αυτό έχει ως άμεση συνέπεια τα θηλαστικά ζώα να διανύουν μόνο το ένα τρίτο ή και το ήμισυ των αποστάσεων, σε σχέση με ό,τι κάνουν όταν περιφέρονται στην άγρια φύση.
Οι επιστήμονες βρήκαν ότι, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, όλα λίγο-πολύ τα ζώα έχουν περιορίσει σημαντικά την κινητικότητα τους στις περιοχές όπου το φυσικό περιβάλλον έχει τροποποιηθεί από την ανθρώπινη παρουσία και παρέμβαση. Τα περισσότερα θηλαστικά βρίσκονται καθημερινά σε διαρκή κίνηση για την αναζήτηση τροφής, συντρόφου ή καταφυγίου. Κάποια διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. λιοντάρια, ζέβρες ή ελέφαντες), ενώ άλλα μικρότερες (π.χ. λαγοί, σκίουροι ή ποντίκια).
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες συνέλεξαν στοιχεία για 803 ζώα από 57 είδη θηλαστικών σε όλη τη Γη καθώς με τη βοήθεια συσκευών GPS που είχαν προσαρτηθεί στα ζώα κατέγραφαν δορυφορικά τις κινήσεις τους. Στη συνέχεια, τα στοιχεία για την κινητικότητα των ζώων συσχετίστηκαν με τον Δείκτη Ανθρώπινου Αποτυπώματος, που μετρά πόσο μια περιοχή έχει αλλάξει από τις διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες (δρόμοι, υποδομές, γεωργία, οικισμοί κ.α.).
Διαπιστώθηκε ότι, στη διάρκεια μιας περιόδου δέκα ημερών, στις περιοχές με έντονο ανθρώπινο «αποτύπωμα» (π.χ. σε ένα τυπικό αγροτικό τοπίο) ένα ζώο καλύπτει μόνο το ένα τρίτο έως το μισό της απόστασης, σε σύγκριση με το ίδιο ζώο σε ένα φυσικό περιβάλλον πιο ανέγγιχτο από τον άνθρωπο. Αντίθετα, σε μικρά χρονικά διαστήματα, π.χ. διάρκειας μιας ώρας, η μέση κινητικότητα των ζώων δεν διαφέρει στις «ανθρώπινες» από τις «άγριες» περιοχές. Με άλλα λόγια, οι ανθρώπινες δραστηριότητες δεν έχουν την ίδια επίπτωση βραχυπρόθεσμα, όσο έχουν μεσοπρόθεσμα.
Δύο βασικοί λόγοι που τα ζώα κινούνται λιγότερο, είναι ότι κοντά στους ανθρώπους μπορεί να βρουν πιο εύκολα τροφή και ότι εξαιτίας των ανθρωπίνων κατασκευών (φράχτες, δρόμοι, γραμμές τρένων κ.α.) δυσκολεύονται να διασχίσουν μεγάλες αποστάσεις. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι είναι σημαντικό τα ζώα να κινούνται ελεύθερα, καθώς έτσι εκπληρώνουν καλύτερα διάφορες ζωτικές λειτουργίες για την υγεία των οικοσυστημάτων, όπως η μεταφορά θρεπτικών ουσιών και σπόρων από μέρος σε μέρος.