Η σημασία της διδασκαλίας της κυνηγετικής συνείδησης

Η διαμόρφωση της κυνηγετικής συνείδησης δεν αποτελεί κάτι το ευκταίο για τους έλληνες κυνηγούς, αλλά είναι μονόδρομος για όλους μας

Από μόνο του το μέτρο της φύλαξης δεν φτάνει

Λέγεται ότι, το σώμα της θηροφυλακής που πληρώνει ο κυνηγετικός κόσμος είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας στη διατήρηση του ελεύθερου παραδοσιακού κυνηγιού. Φθάνει όμως μόνον αυτό; Είναι αρκετοί οι νόμοι –οι όποιοι νόμοι- και οι φύλακες για να σταματήσει το μακελειό; Η απάντηση είναι πως αν παράλληλα είχε προωθηθεί και η διδασκαλία της κυνηγετικής συνείδησης, τότε θα έφτανε και θα περίσσευε.

Από μόνο του το μέτρο της φύλαξης δεν φτάνει. Όπως αναφέραμε και σε παλαιότερο άρθρο του περιοδικού ΚΦ, φανταστείτε: ακόμα και εάν γεμίσουμε θηροφύλακες κάθε χωριό και κάθε διάβαση, ακόμη και εάν φτιάξουμε τον τελειότερο μηχανισμό ελέγχου των νόμων, δεν θα πάψει ποτέ ο κυνηγός, εκεί απάνω στην ομίχλη της βουνοκορφής και στους ίσκιους των δασών, να είναι μόνος του. Κι εκεί που το ζαρκάδι θα πεταχτεί στο καρτέρι του, δεν θα υπάρχει κανείς άλλος παρά μόνον ένας, ο μοναδικός άγρυπνος φρουρός που μπορεί να εμποδίσει τη σκανδάλη να πέσει: η κυνηγετική του συνείδηση.

Μια συνείδηση παραμελημένη που συχνά αδικήθηκε αφού συνδέθηκε με την έννοια ενός απλού αθλήματος ή που προβλήθηκε με τη μορφή ενός κατεβατού από κανόνες, από αυτά που κανείς δεν διαβάζει, ειδικά όταν είναι γεμάτα εντολές σε προστακτική φωνή που θυμίζουν σε όλους κατήχηση ή θρησκευτική προπαγάνδα.
Έχει γίνει κατανοητό νομίζω ότι το όλο θέμα είναι ιδιαίτερα πολυσύνθετο και ξεφεύγει κατά πολύ από την κοντόφθαλμη θεώρηση της αυστηρής τήρησης των νόμων. Δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτό. Ούτε υπάρχει, ούτε πρέπει να υπάρξει, ούτε είναι δυνατόν να υπάρξει νόμος που να ρυθμίζει την ίδια μας τη συνείδηση, το βαθύτερο εαυτό μας που μόνον αυτός ξέρει ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος.

Πότε πρέπει να πατηθεί η σκανδάλη και να πέσει η αυλαία σε ένα θεατρικό έργο στο οποίο η κοπιώδης προσπάθεια μας, η εμπειρία μας, η επιδεξιότητά μας, οι γνώσεις μας και η αγάπη μας για τη φύση, διαδραμάτισαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, και πότε θα πρέπει το όπλο να κατέβει και να γυρίσουμε πίσω.

Δεν υπάρχει νόμος να καθορίζει εάν οι πέρδικες που δικαιούμαστε να σκοτώσουμε είναι οι μοναδικές που συναντήσαμε σε μια ολοήμερη και μακρινή πορεία σε κάποια βουνοκορφή ή εάν είναι οι τελευταίες που απέμειναν μετά από τα αλλεπάλληλα σηκώματα πολλών άλλων κυνηγών που έτυχε να βρεθούν όλοι μαζί σε μια τοποθεσία.
Ούτε είναι δυνατόν κάποιος να μας αστυνομεύει για το πόσες φορές κυνηγήσαμε σε ένα συγκεκριμένο μέρος ή εάν είμαστε και εμείς από αυτούς τους αργόσχολους ή εισοδηματίες που αυξήθηκαν επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια και που κυνηγούν κάθε μέρα, όλη την ημέρα, χαρίζοντας τα θηράματα από ‘δω και από ‘κει γιατί –πόσο ασύμμετρο, αλήθεια– δεν τα τρώνε.

Η διαμόρφωση της κυνηγετικής συνείδησης δεν αποτελεί κάτι το ευκταίο για τους έλληνες κυνηγούς, αλλά είναι μονόδρομος για όλους μας, εάν δεν θέλουμε να περιοριστούν ορισμένες ελευθερίες μας που άλλοτε αποτελούσαν καύχημα αλλά σήμερα αποτελούν έναν οιονεί κίνδυνο τόσο για όλους εμάς, όσο και για την άγρια ζωή.
Μόνον έτσι το «ελεύθερο παραδοσιακό κυνήγι» θα συνεχίσει να υπάρχει και να δίνει ζωή στα όνειρά μας και δεν θα καταλήξει μια εγχάρακτη επιγραφή στην επιτύμβια στήλη των λεηλατημένων και έρημων κυνηγοτόπων μας.

Θυμηθείτε, η ηθική ασυδοσία διδάσκεται από την ίδια την κοινωνία, ενώ η συνείδηση του πραγματικού κυνηγού και οι ηθικές σχέσεις που τη διέπουν με τους άλλους ανθρώπους-κυνηγούς και με την άγρια ζωή δεν διδάσκονται από κανέναν, με εξαίρεση τα λιγοστά κυνηγετικά περιοδικά τα οποία, ούτως ή άλλως, πάλι λίγοι, απ’ ότι φαίνεται, τα διαβάζουν.

 

Λευτέρης Κακαβούλης

[email protected]

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook39
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top