Τα 10 καλύτερα λειόκαννα του κόσμου

Παρουσιάζουμε την Top Ten λίστα με τα καλύτερα συλλεκτικά λειόκαννα της ιστορίας. Πρόκειται για όπλα μοναδικά έργα τέχνης, τα περισσότερα από τα οποία μάλλον δεν απευθύνονται σε… κοινούς θνητούς. Ωστόσο, κάθε οπλόφιλος που σέβεται τον εαυτό του και κάθε κυνηγός με συλλεκτικό πάθος αξίζει να τα γνωρίσει και να τα θαυμάσει. Πού ξέρετε, μπορεί οι συγκυρίες, κάποια στιγμή, να φέρουν στο δρόμο σας ένα τέτοιο όπλο και τότε θα πρέπει να είστε σε θέση να το εκτιμήσετε σωστά.

Του Χρήστου Χατζιώτη

 

Το παρόν και το μέλλον των όπλων αυτών, οι παράγοντες που καθορίζουν τη συλλεκτική αξία ενός όπλου, οι λόγοι που το λειόκαννο αποτελεί στις μέρες μας εξαιρετικά ελκυστικό “επενδυτικό προϊόν” για τους γνώστες, για κείνους δηλαδή που ξέρουν να κρίνουν και να επιλέγουν σωστά ένα όπλο, με βάση τη σπανιότητά του και την κατάστασή του, αναλύθηκαν για πρώτη φορά εκτενώς και παρουσιάστηκαν στο αφιέρωμα αυτό. Υπήρξε επίσης μια προσέγγιση στους διαφορετικούς τύπους συλλεκτών όπλων, στα υποκειμενικά κριτήρια που βασίζεται μία συλλογή, στους παράγοντες που επηρεάζουν την τιμή ενός συλλεκτικού όπλου, στις πηγές που μπορεί να ανατρέξει ο ενδιαφερόμενος για να εντοπίσει τέτοια συλλεκτικά “ευρήματα”, καθώς και στο έντυπο υλικό (βιβλία και περιοδικά που συστηματικά ασχολούνται στην Ευρώπη με τους συλλέκτες όπλων). Το αφιέρωμα συμπληρωνόταν από το “χρυσό κατάλογο” της αξιολόγησης ενός λειόκαννου και από μία λίστα 30 πλαγιόκαννων, 7 μονόκαννων, 9 αυτογεμών και 17 αλληλεπίθετων δίκαννων, που αποτελούν συμφέρουσα επένδυση για έναν συλλέκτη, στο ενδεχόμενο βέβαια που αυτός ξέρει να κρίνει την κατάσταση στην οποία βρίσκονται.

Περιζήτητα συλλεκτικά ευρήματα
Το πιο συνηθισμένο ερώτημα είναι ποιά είναι τα δέκα αξιολογότερα και πλέον περιζήτητα λειόκαννα συλλογής και χρήσης και κυρίως οι λόγοι για τους οποίους τα όπλα αυτά κατέκτησαν μία διαχρονική θέση στη χρυσή λίστα των “Top Ten” των λειόκαννων. Είναι γεγονός ότι το σύνολο σχεδόν των όπλων αυτών έχει παρουσιαστεί μέσα από διαφορετικές προσεγγίσεις στις σελίδες του περιοδικού. Άλλοτε μέσα από την περιγραφή της ιστορίας της κατασκευάστριας εταιρείας του συγκεκριμένου μοντέλου και άλλοτε μέσα από τη μόνιμη στήλη “Η Ferrari των όπλων” ως ανεξάρτητο μοντέλο. Όμως ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει μια κωδικοποίηση και μια συνολική αναφορά στα αίτια που οδήγησαν αυτά τα όπλα στην κορυφή της προτίμησης του συλλεκτικού κοινού και πολύ περισσότερο στις ιδιαιτερότητες που το καθένα από αυτά έχει, ως προς τις υπόλοιπες οπλοκατασκευές της ιστορίας. Ο λόγος που κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα, έχει να κάνει με την υποκειμενικότητα που εμπεριέχει ένα τέτοιο πόνημα. Έχει να κάνει ακόμη με παρεξηγήσεις που τυχόν μπορεί να εγείρει μία τέτοια τοποθέτηση σε φανατικούς οπαδούς συγκεκριμένων σχολών των οπλοκατασκευών.
Για παράδειγμα, η παντοκρατορία της Μεγάλης Βρετανίας στο χώρο των υψηλής ποιότητας λειόκαννων δεν βρίσκει σύμφωνους όλους τους συλλέκτες ανά τον κόσμο και το χειρότερο, πολλοί από αυτούς που διαφωνούν έχουν στο θεωρητικό τους “οπλοστάσιο” σημαντικά και διόλου ευκαταφρόνητα επιχειρήματα. Τέλος, ένας σημαντικός παράγοντας που εμπόδισε μέχρι σήμερα ένα αφιέρωμα τέτοιου είδους, είναι η δική μου υποκειμενική πραγματικότητα. Πρέπει να ομολογήσω στον αναγνώστη ότι τα 4–5 ωραιότερα και καλύτερα (κατά την απόλυτα υποκειμενική μου άποψη) όπλα που έχω πιάσει στα χέρια μου μέχρι σήμερα, δεν ανήκαν στην πλειονότητά τους σ’ αυτή τη λίστα των χρυσών δέκα όπλων που παρατίθεται σήμερα εδώ. Αν ήθελα να θυμηθώ αυτές τις 4–5 αξεπέραστες οπλοκατασκευές, θα έπρεπε να αναφερθώ σ’ ένα μοναδικό 16άρι πλαγιόκαννο της εταιρείας Sauer, με εντυπωσιακούς εξωτερικούς δείκτες οπλίσεως σε σχήμα δεικτών ρολογιού, που πουλήθηκε το 1991 σε δημοπρασία στην Αθήνα, ένα εκπληκτικό αντίγραφο πλαγιόκαννου Purdey, ρωσικής κατασκευής, που αγόρασε φίλος του οπλουργού Ντίνου Παπατσαρούχα από τον ίδιο πριν μία περίπου δεκαετία, ένα Thomas Bland με ανάγλυφες κάννες μέσω της τεχνικής της δαμασκήνωσης (etching), ένα μοναδικό πλαγιόκαννο Bar in Wood της Mac Naughton και ένα Boss πλαγιόκαννο, μοντέλο Round Body, που είναι το μοναδικό που ανήκει στη λίστα που θα παρουσιαστεί σήμερα και που είχα την τύχη να αποκτήσω πρόσφατα και να παρουσιάσω σε προηγούμενο άρθρο.

Οι προτιμήσεις της πλειοψηφίας
Όμως, στο αφιέρωμα αυτό δεν θα είχε νόημα η περιγραφή κάποιων όπλων που κέρδισαν το δικό μου θαυμασμό στον υπέρτατο βαθμό, γιατί η υποκειμενικότητα μιας τέτοιας παρουσίασης θα έφτανε σε τέτοια επίπεδα που θα έχανε κάθε ενδιαφέρον για τον αναγνώστη. Η συγκεκριμένη παρουσίαση των Top Ten συλλεκτικών λειόκαννων θα μπορούσε να τοποθετηθεί στις πραγματικές της διαστάσεις μόνο με τη διευκρίνιση ότι “αυτά είναι τα δέκα πλέον περιζήτητα λειόκαννα από την πλειονότητα των συλλεκτών”, και με τη διευκρίνιση ότι ένας οπαδός της γερμανικής σχολής ή και κάποιοι οπαδοί της γαλλικής σχολής, είναι δεδομένο ότι θα είχαν πολλές ενστάσεις σ’ αυτή την όντως πλειοψηφική άποψη–ταξινόμηση. Στη λίστα που ακολουθεί, ο αναγνώστης μπορεί να εντοπίσει μια αναλογία πλαγιόκαννων, αλληλεπίθετων και αυτογεμών λειόκαννων, δυσανάλογη προς τη ζήτηση και την παρουσία των σημερινών λειόκαννων κυνηγετικής χρήσης, απόλυτα ανάλογη όμως ως προς την κατασκευή και τη ζήτηση που παρουσίασε το λειόκαννο τα τελευταία 200 χρόνια (άσχετα με την κατάληξη αυτής της ζήτησης στην εποχή της βιομηχανοποίησης και της μαζικής παραγωγής). Περιλαμβάνονται, λοιπόν, 6 πλαγιόκαννα, 3 αλληλεπίθετα και 1 αυτογεμές. Επίσης, πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν περιλαμβάνονται σκόπιμα σ’ αυτή τη λίστα όπλα, που μπορεί να τα ονειρεύτηκαν ή να τα αποζήτησαν έντονα πολλοί συλλέκτες με τη φαντασία τους, αλλά ο εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός παραγωγής τους δεν τα καθιέρωσε σε καμία ιστορική περίοδο ως όπλα κυνηγετικής χρήσης ή δεν άφησε περιθώρια για να μπορούν να γίνουν κτήματα έστω και λίγων φανατικών και εύπορων συλλεκτών. Λαμπρά τέτοια παραδείγματα είναι το κορυφαίο 16άρι, τρίκαννο, πλαγιόκαννο της Boss, που κατασκευάστηκε σε δύο μόνο αντίτυπα και ως αποστολή του δεν είχε την καθιέρωσή του ως μοντέλου, αλλά την εκκεντρική επίδειξη της απόλυτα λειτουργικής και ευρηματικής πατέντας μονής σκανδάλης της Boss, το εξαιρετικά περιορισμένης παραγωγής τετράκαννο της εταιρείας Lancaster σε διαμέτρημα 20, το αλληλεπίθετο της βελγικής Lebeau Courally με πλαϊνό άνοιγμα και άλλα.

Η λίστα των 10 κορυφαίων όπλων
Μετά από πολύ προβληματισμό, τα χρυσά Top Ten, που κατά τη γνώμη μου πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, είναι:

1.    Το αλληλεπίθετο της Woodward, μοντέλο 1913, που από το 1948 αγόρασε ως πατέντα και παράγει η εταιρεία Purdey.
2.    Το αλληλεπίθετο της Boss, μοντέλο 1909.
3.    Το πλαγιόκαννο της Boss, μοντέλο Round Bodied.
4.    To πλαγιόκαννο της Holland & Holland, μοντέλο Royal Brevis.
5.    Το πλαγιόκαννο της εταιρείας Purdey.
6.    Το πλαγιόκαννο της σκοτσέζικης εταιρείας Dickson, μοντέλο Round action.
7.    Το πλαγιόκαννο με χειροκίνητες φωτιές (drop lock), της Westley Richards.
8.    Τα αλληλεπίθετα της σειράς SO της εταιρείας Pietro Beretta.
9.    Τα πλαγιόκαννα της σειράς V της εταιρείας Darne.
10.   Το αυτογεμές της ιταλικής εταιρείας Cosmi.

Ομολογώ ότι χρειάστηκε αρκετή σκέψη (και ακόμα δεν είμαι σίγουρος για την τελική επιλογή) ως προς το πλαγιόκαννο της όγδοης θέσης. Το Darne έγινε γνωστό και αποτέλεσε ιδιαίτερα ποθητό αντικείμενο για χιλιάδες συλλέκτες σε όλο τον κόσμο. Από την άλλη μεριά θεωρούσα ότι το πλαγιόκαννο της Mac Naughton, τύπου Bar in Wood, δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να απουσιάζει από μία τέτοια λίστα. Όμως υπήρξε πολύ λιγότερο διαδεδομένο ως όπλο και σίγουρα στην ασυναίσθητη σύγκριση που κάνει κανείς ανάμεσα σ’ αυτό και στο Round action της Dickson (όπλα που και τα δύο κατασκευάζονται πλέον από την ίδια εταιρεία), το Dickson διέθετε σαφή υπεροχή. Τέλος, το πλαγιόκαννο της Stephen Grant και κυρίως η έκδοση με το πλαϊνό άνοιγμα (side lever), θεώρησα ότι δικαιούται μία θέση στα χρυσά Top Ten των λειόκαννων. Τελικά, φοβάμαι ότι επικράτησε το προσωπικό έντονο πάθος μου για τα γαλλικά Darne και το “περί δικαίου αίσθημα” που υποσυνείδητα μου υπαγόρευε η σχεδόν καθολική επικράτηση των Βρετανών οπλοκατασκευαστών σ’ αυτή την ταξινόμηση.
Το ίδιο περίπου συνέβη και με το αυτογεμές της Cosmi, που βαρύ και δυσλειτουργικό στην κλασική του έκδοση (η έκδοση τιτανίου είναι σαφώς ελαφρύτερη), έχανε πάντα στα μάτια μου, σε επίπεδο λειτουργικότητας, κάτι από την κατά τ’ άλλα υποδειγματική εργονομία και ποιότητα κατασκευής του. Επιπλέον θεωρώ ότι υπήρξαν άλλα όπλα, όπως τα δύο προαναφερόμενα, που τελικά δεν βρέθηκαν στη σημερινή κατάταξη, ενώ κατέκτησαν μία πολύ σημαντικότερη θέση στην καρδιά πολλών συλλεκτών. Η τελική απόφαση επηρεάστηκε έντονα από το θρύλο της Cosmi, από την ευρεία διάδοσή της (πάντα συγκριτικά με τα υπόλοιπα όπλα της ταξινόμησης) και από την ανάγκη να υπάρχει στη λίστα αυτή εκπροσώπηση των αυτογεμών, μια εκπροσώπηση που κέρδισε τελικά η Cosmi χάρη στο θαυμασμό που έχω στην ποιότητα κατασκευής της, ενώ για πολλούς άλλους είμαι σίγουρος ότι θα δικαιούτο μία αντίστοιχη θέση και το πλέον κλασικό των αυτογεμών, το μοντέλο Auto 5 της Browning.

1. Το αλληλεπίθετο της Woodward
Κατασκευάστηκε για πρώτη φορά το 1913. Η σχεδίασή του θεωρήθηκε από πολλούς η τελειότερη που υπήρξε ποτέ σε λειόκαννο. Η τιμή του παραμένει στην κορυφή των λειόκαννων όπλων μέχρι τις μέρες μας. Για κάποιους δεν είναι παρά μια βελτιωμένη (τελειοποιημένη) εκδοχή του αλληλεπίθετου της Boss, που κατάφερε στις αρχές του περασμένου αιώνα να προσφέρει στους εύπορους αμερικανούς πελάτες της εποχής, ένα άκρως ποιοτικό αγγλικό δίκαννο που δεν θα είναι πλαγιόκαννο. Στα 91 χρόνια ζωής του, κατασκευάστηκαν περίπου 500 κομμάτια σε διαμέτρημα κυρίως 12. Ο Woodward, ως κατασκευαστής, ποτέ δεν μπόρεσε να μπει στους “top 3” κατασκευαστές της Αγγλίας, ούτε να εμποδίσει, σε επίπεδο φήμης και ζήτησης, να τον “προσπεράσουν” πολλές άλλες αγγλικές εταιρείες πέραν των τριών κορυφαίων (της Boss, της Purdey και της Holland & Holland), αλλά ελάχιστοι αμφισβήτησαν ότι στα αλληλεπίθετα υπήρξε ο κατασκευαστής του καλύτερου όπλου του κόσμου. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 1948 να εξαγοραστεί από τους Purdeys και μία νέα εποχή να αρχίσει για το αλληλεπίθετο δίκαννό του. Μια κορυφαία αγγλική εταιρεία αγόραζε την κορυφαία πατέντα αλληλεπίθετου δίκαννου. Η επιτυχία ήταν εξασφαλισμένη.
Ακόμη και τις χρονικές περιόδους (τη δεκαετία του ’70) που η Purdey πέρασε δύσκολες εποχές και που κάποιοι κατηγόρησαν την εταιρεία για έκπτωση ποιότητας, το αλληλεπίθετο διαφυλάχθηκε στα ψηλότερα ποιοτικά στάνταρτ της ιστορίας. Άλλωστε, σε κάτι τέτοιο βοηθούσε και η οικονομική συγκυρία, αφού και η κρίση της Purdey σχετιζόταν με τη γενικότερη οικονομική κρίση και την κρίση στη ζήτηση των όπλων. Έτσι ελάχιστα αλληλεπίθετα παραγγέλθηκαν την περίοδο εκείνη, λόγω του εξωφρενικού κόστους τους (κάτι λιγότερο από τα διπλάσια ενός αντίστοιχου πλαγιόκαννου της ίδιας εταιρείας). Η λειτουργικότητά του σε κάθε επίπεδο, το χαμηλό προφίλ του, που το κάνει να μην ξεχωρίζει από το πλάι από ένα πλαγιόκαννο δίκαννο, η αρμονία γραμμής του και η σχεδίασή του, που του εξασφαλίζει τέλειο ζύγισμα και μοναδική εργονομία (τεράστια γωνία ανοίγματος κ.λπ.), του χάρισαν δίκαια τη θέση που κατέχει μέχρι τις μέρες μας. Στις σπάνιες περιπτώσεις που κάποιο τέτοιο όπλο κάνει την εμφάνισή του στις “μικρές αγγελίες” των αγγλικών περιοδικών, παρά τις εξωφρενικές τιμές στις οποίες συνήθως πωλείται, δύσκολα προφταίνει κανείς να το προσεγγίσει κάποιες μέρες μετά την κυκλοφορία του περιοδικού. Παραμένει το τελειότερο, το πλέον περιζήτητο και σίγουρα το ακριβότερο λειόκαννο της ιστορίας!

2. Το αλληλεπίθετο της Boss
Πρόκειται για το πρώτο αλληλεπίθετο, οπισθογεμές, λειόκαννο της σύγχρονης ιστορίας. Κατασκευάστηκε το 1909 στην προσπάθεια της κορυφαίας εταιρείας Boss να εισβάλει δυναμικά στην αμερικανική αγορά. Στα 95 χρόνια που κατασκευάζεται έχουν παραχθεί περίπου 450 αντίτυπα του όπλου, σε διαμετρήματα κυρίως 12 και 20. Πολλοί είναι εκείνοι που το θεωρούν εφάμιλλο του αλληλεπίθετου της Woodward. Αποτέλεσε το προσφιλέστερο αντικείμενο του μεγάλου κυνηγού και συγγραφέα, Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Τον συνόδευσε στα κυνήγια του σε πολλές χώρες του κόσμου (συμπεριλαμβανομένης της Αφρικής). Η ειρωνεία, που δεν είναι άσχετη με την πορεία των οπλοκατασκευών και την ιστορία τους, είναι ότι το πρώτο αλληλεπίθετο της σύγχρονης ιστορίας διαθέτει το χαμηλότερο προφίλ και μία από τις τελειότερες ποιότητες κατασκευής. Επάξια κέρδισε τον τίτλο του “κλασικού”, κάτι που δυσκολεύτηκαν πολύ να πετύχουν οι απόγονοί του, κυρίως εκείνοι που κατασκευάστηκαν μετά το 1920. Πολλές εταιρείες, ανάμεσά τους και κορυφαίες, δοκίμασαν να το αντιγράψουν χωρίς επιτυχία. Ακόμη και στην εποχή της χύτευσης και κοπής ακριβείας, το συγκεκριμένο όπλο είναι αδύνατον από σχεδιαστικής πλευράς να ενταχθεί σε γραμμή μαζικής παραγωγής. Η τιμή του συναγωνίζεται εκείνη του Woodward, καταχωρίζοντάς το στα ακριβότερα όπλα της ιστορίας.
Η κατασκευή του από την κορυφαία εταιρεία όπλων του κόσμου, το κάνει μέχρι τις μέρες μας να διατηρεί αρκετά μεγάλη (πάντα συγκριτικά με την τιμή πώλησής του) ζήτηση, από οπλόφιλους και συλλέκτες, Αμερικανούς και Ευρωπαίους. Η ιδιαιτερότητά του να έχει ανάποδα -από ότι καθιερώθηκε αργότερα- τις συσφίγξεις (τσοκ) στις κάννες του (να είναι ανοιχτή ή αν θέλετε “πρώτη” κάννη η επάνω και πιο τσοκαρισμένη ή “κλειστή” η κάτω), είναι εκείνη που έδωσε σε όλα τα αλληλεπίθετα δίκαννα την αγγλική τους ονομασία over and under, αντί του αντίστροφου που θα ήταν ετυμολογικά σωστό για τα σημερινά αλληλεπίθετα (under and over). Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο αριθμός των όπλων που καταστράφηκαν κατά την περίοδο των πολέμων, αλλά εικάζεται ότι σήμερα βρίσκονται σε λειτουργική κατάσταση περισσότερα από τα μισά των 450 όπλων, που κατασκευάστηκαν από αυτό το μοντέλο σε όλη την ιστορία του.

3. Το πλαγιόκαννο Boss Round Body
Πολλοί τύποι σχεδίασης όπλων, πολλές ευρεσιτεχνίες και συνακόλουθα πολλοί κατασκευαστές, προτιμήθηκαν και αγαπήθηκαν σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους από πολλούς λάτρεις του λειόκαννου. Ωστόσο, η ιστορία έχει έναν δικό της τρόπο να χαρίζει μακροβιότητα και φήμη στα όπλα εκείνα που κατάφεραν να αποκτήσουν διαχρονική σχεδίαση και υψηλή ποιότητα κατασκευής. Στις μέρες μας όλο και περισσότεροι συλλέκτες όπλων δείχνουν την προτίμησή τους για την εκπληκτική αρμονία γραμμής που διαθέτουν τα όπλα με αποστρογγυλεμένη μπάσκουλα. Είναι αυτή η τάση που έκανε το σχεδόν ξεχασμένο μέχρι πριν 20 χρόνια Round action της Dickson, παρ’ όλο που δεν διαθέτει ολόκληρες φωτιές, να είναι σήμερα ένα από τα πλέον περιζήτητα όπλα στις δημοπρασίες. Η Boss εδώ και πάρα πολλά χρόνια κατάφερε να κατασκευάσει πλαγιόκαννο δίκαννο με αποστρογγυλεμένη μπάσκουλα και ολόκληρες φωτιές!
Μ’ άλλα λόγια δίκαννο με εξαιρετική αρμονία γραμμής, μειωμένο βάρος και το σημαντικότερο, η μείωση αυτή του βάρους να μην αφορά κανένα σημείο της μπάσκουλας που μειώνει την αντοχή της. Βέβαια, αντίστοιχα πλαγιόκαννα με ολόκληρες φωτιές και αποστρογγυλεμένη μπάσκουλα έχουν κατασκευάσει οι περισσότεροι από τους πολύ μεγάλους κατασκευαστές της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιταλίας. Όμως, το Boss Round Body ήταν και παραμένει το κορυφαίο στη ζήτηση και στην προτίμηση συλλεκτών και οπλόφιλων. Η απαγορευτική τιμή του είναι το μοναδικό αντικίνητρο στην απόκτησή του και σ’ αυτήν οφείλει την πολύ περιορισμένη μέχρι τις μέρες μας παραγωγή του, που του επιτρέπει να διατηρεί την ίδια ανυπέρβλητη κατασκευαστική ποιότητα με τα παλιότερα χρόνια. Σίγουρα, πρόκειται για το μεγαλύτερο θρύλο των πλαγιόκαννων και οτιδήποτε προσέθετα γι’ αυτό θα ήταν περιττό, αφού υπάρχει πρόσφατη και αναλυτική παρουσίασή του και σε προηγούμενο τεύχος του περιοδικού.

4. Holland & Holland Royal Brevis
bestguns3.jpgΠρόκειται για το κορυφαίο πλαγιόκαννο της ιστορικής εταιρείας Holland & Holland. Στο μυαλό πολλών συλλεκτών, η Holland & Holland αποτελεί τη μεγαλύτερη κατασκευάστρια εταιρεία (σε επίπεδο ποιότητας και ονόματος) της Μεγάλης Βρετανίας και ολόκληρου του κόσμου. Η κάπως μαζικότερη παραγωγή της, συγκριτικά με τις άλλες δύο εταιρείες των τριών μεγαλύτερων κατασκευαστών (της Boss και της Purdey), τη βοήθησε να γίνει ευρύτερα γνωστή και για αρκετά χρόνια κάπως πιο προσιτή σε περισσότερους οπλόφιλους. Σ’ αυτό συνέτεινε και η διατήρηση του μοντέλου Dominion, που διατήρησε σε όλη την ιστορία εξαιρετικά ελκυστική τιμή για ένα χειροποίητο επώνυμο αγγλικό πλαγιόκαννο.
Το Royal Brevis αποτελεί την κορυφαία έκδοση πλαγιόκαννου της συγκεκριμένης εταιρείας, που κατασκευάζει επιπλέον το Cavallier (με μισές φωτιές, αντίγραφο του Webley & Scott μοντέλο 700), το Dominion, το Badminton, το Royal και το επίσης κορυφαίο Royal Deluxe. Το σύστημα λειτουργίας με ολόκληρες φωτιές καθιερώθηκε εδώ και πολλά χρόνια ως “τύπου Holland & Holland”. Πολλοί κατασκευαστές Ευρωπαίοι και μη, δοκίμασαν να αποκτήσουν ψήγματα από την αίγλη της Holland & Holland, δίνοντας το όνομά της σε μοντέλα όπλων τους με ολόκληρες φωτιές (τύπου Holland & Holland). Κατασκευάζεται μέχρι τις μέρες μας με αστρονομική, όμως, τιμή πώλησης και κερδίζουν έδαφος συνεχώς οι εκδόσεις του σε μικρότερα του 12 διαμετρήματα (κυρίως 20 και 28). Και κάτι χαρακτηριστικό: η παρουσίασή του στο περιοδικό πριν από μερικούς μήνες, προκάλεσε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, με τηλεφωνήματα για επιπλέον πληροφορίες και στοιχεία από τους αναγνώστες, συγκριτικά με όλα τα υπόλοιπα πλαγιόκαννα που παρουσιάστηκαν τους τελευταίους μήνες στο “Κυνηγός & Φύση”, συμπεριλαμβανομένου του σαφώς πιο προσιτού και δημοφιλούς Darne.

5. Πλαγιόκαννα Purdey
Αμέτρητοι αρθρογράφοι και συγγραφείς τοποθετούν τα πλαγιόκαννα της Purdey στην κορυφή των πλαγιόκαννων λειόκαννων του κόσμου, δίπλα στα Boss. Αρκετοί είναι εκείνοι που αμφισβήτησαν από αισθητικής πλευράς τη σχεδίασή του και την αρμονία γραμμής του, κανείς όμως μέχρι σήμερα δεν έχει αμφισβητήσει την τελειότητα κατασκευής του και τη μακροζωία που διαθέτει ένα τέτοιο θαύμα των οπλοκατασκευών. Παρά τα αρκετά κομμάτια που έχουν κατασκευαστεί τον τελευταίο αιώνα, τουλάχιστον συγκριτικά με τα πλαγιόκαννα της Boss, το θρυλικό όνομα της κατασκευάστριας εταιρείας το κάνει περιζήτητο και τα αντίτυπά του πετυχαίνουν εξαιρετικά ψηλές τιμές στην αγορά των μεταχειρισμένων όπλων. Καλοζυγισμένο, με μοναδική τελειότητα κατασκευής, απόλυτα εύχρηστο και λειτουργικό, υπήρξε και παραμένει το πρώτο από τα πανάκριβα πλαγιόκαννα σε ζήτηση από υπερατλαντικούς συλλέκτες. Αμέτρητοι οι επώνυμοι της ιστορίας που παρήγγειλαν ένα τέτοιο όπλο. Χαρακτηριστικός, αν και ανεπιβεβαίωτος, ο διάλογος του μεγάλου ανθρωπολόγου Δαρβίνου με το στέμμα της Μεγάλης Βρετανίας, όταν ρωτήθηκε για τη βοήθεια που ήθελε να του παράσχουν στις έρευνές του. Λέγεται ότι το μόνο πράγμα που ζήτησε (στην αρχή τουλάχιστον) ήταν ένα πλαγιόκαννο Purdey για να τον συνοδεύει στις έρευνές του. Διατηρεί μέχρι τις μέρες μας τα ίδια ψηλά ποιοτικά στάνταρτ με τις παλιές εποχές, βοηθούμενο από το ότι η αυξημένη τιμή του, κάνει τη μεγάλη ζήτηση που υπάρχει γι’ αυτό, να απευθύνεται κυρίως στο χώρο των μεταχειρισμένων.

6. Dickson Round action
Υπήρξε μία από τις τελειότερες σε εμφάνιση και λειτουργικότητα οπλοκατασκευές. Μαζί με το γαλλικό Ideal της Manufrance, προσέφεραν τη γοητεία της αποστρογγυλεμένης μπάσκουλας σε χιλιάδες λάτρεις των καλών όπλων στη διάρκεια της ιστορίας. Αντιμετώπισε σε κάθε επίπεδο τη ρατσιστική καχυποψία των αγγλόπληκτων, για τη σκοτσέζικη καταγωγή του και χρειάστηκαν πολλά χρόνια έως ότου αναγνωριστεί και γίνει ευρέως γνωστό ως ένα από τα τελειότερα όπλα του κόσμου. Δεν είναι παρά δύο δεκαετίες περίπου που γνώρισε τη μεγαλύτερη καταξίωση και κατέρριψε τα προγνωστικά όλων των εκτιμητών όπλων στις δημοπρασίες. Η εταιρεία εξαγόρασε τη θρυλική Mac Naughton, την Alex Martin, την Daniel Fraser και άλλες, επιτυγχάνοντας την ισχυροποίηση του ονόματός της και τη συνένωση των περισσοτέρων μεγάλων Σκοτσέζων κατασκευαστών (τουλάχιστον σε επίπεδο ονόματος, αφού οι περισσότεροι από αυτούς, από ένα σημείο και έπειτα υπήρξαν μόνο κατ’ όνομα), κάνοντας ένα παρά πέρα βήμα για την επιβίωσή της. Ξεπερνώντας τις βρετανικές μεγαλοϊδεατικές “ανασφάλειες”, κατασκεύασε επίσημα (και όχι αποκρύπτοντάς το από τους καταναλωτές, όπως συμβαίνει με άλλους) μοντέλα αλληλεπίθετων όπλων της στην Ιταλία, σε εξαιρετικά ψηλά ποιοτικά στάνταρτ, προκειμένου να μπορέσει να προσφέρει στους καταναλωτές, όπλα με το όνομά της αλλά σε ιδιαίτερα ελκυστικές τιμές.
Τα περισσότερα από τα όπλα αυτά που κατασκευάστηκαν στην Ιταλία ήταν αλληλεπίθετα δίκαννα και έφεραν το όνομα της Alex Martin, παλιάς γνωστής εταιρείας όπλων που τα δικαιώματα του τίτλου της κατέχει πλέον η Dickson. Το Round action της Dickson που κατασκευάζεται μέχρι τις μέρες μας σε δυσπρόσιτη τιμή, παραμένει περιζήτητο στην αγορά των μεταχειρισμένων όπλων σε κάθε έκδοσή του: με δαμασκηνές κάννες ή με ατσάλινες, μακρύκαννο ή βραχύκαννο (εξαιρετικά σπάνια περίπτωση), σε αυθεντική κατάσταση ή με αλλαγμένες κάννες. Αυτό που εκτιμάει, πριν από όλα, ο οπλόφιλος στο Round action της Dickson, είναι η ποιότητα κατασκευής του μηχανισμού και η εξαιρετική αρμονία γραμμής που προσφέρει στο όπλο η αποστρογγυλέμενη μπάσκουλα. Όμως, η κορυφαία από αισθητικής άποψης έκδοσή του, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου, είναι εκείνη με το πλαϊνό άνοιγμα (side lever), που επιτρέπει στην κυρτή ράχη του όπλου να “χυθεί” αρμονικά και ανεμπόδιστα προς το κυρίως κοντάκι. Στις μέρες μας, δύο τουλάχιστον ποιοτικοί Ιταλοί κατασκευαστές χειροποίητων όπλων χρωστάνε μεγάλο μέρος της φήμης και της επιτυχίας τους σε αντίγραφα του Dickson Round action. Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί ότι τα αντίγραφα αυτά δεν ήταν ως προς το μηχανισμό, αλλά ως προς την εξωτερική γραμμή του όπλου. Τις περισσότερες φορές, όπως συμβαίνει και με άλλα αντίγραφα του Dickson Round action, οι κατασκευαστές προτιμούν την πολύ ευκολότερη λύση ενός box lock (πλαγιόκαννου με μισές φωτιές), με εξωτερική εμφάνιση Round action.

7. Πλαγιόκαννο Westley Richards Drop lock

bestguns4a.jpgΣτο χώρο των πλαγιόκαννων, μία γενική “αρχή” στο μυαλό συλλεκτών και οπλόφιλων, αλλά και των περισσοτέρων κυνηγών, είναι η ιεράρχηση εκείνη που δίνει την υπεροχή στα όπλα με ολόκληρες φωτιές. Αυτή η ιστορία δεν είναι πρόσφατη. Η προτίμηση στα όπλα με ολόκληρες φωτιές, προτίμηση τεκμηριωμένη και αυτονόητη, είναι σύμφυτη με την επινόηση του λειόκαννου οπισθογεμούς πλαγιόκαννου. Παράλληλα όμως, η προτίμηση αυτή αποτέλεσε και έναν φραγμό στην ποιοτική αξιολόγηση εξαιρετικών όπλων που δεν διέθεταν ολόκληρες φωτιές. Ελάχιστα είναι τα όπλα, που χωρίς να διαθέτουν ολόκληρες φωτιές, κατάφεραν να δημιουργήσουν γύρω από το όνομά του ένα θρύλο αντίστοιχο με εκείνων των όπλων με ολόκληρες φωτιές και ακόμα δυσκολότερα να κατακτήσουν στην αγορά των συλλεκτικών μεταχειρισμένων όπλων τιμές εξίσου ψηλές μ’ αυτά. Στη σημερινή ταξινόμηση παρουσιάζουμε δύο από τα όπλα αυτά (ίσως τα μοναδικά) που πέτυχαν κάτι τέτοιο. Πρόκειται για το Dickson Round action και το πλαγιόκαννο της Westley Richards με χειροκίνητες φωτιές, αυτό που συχνότερα συναντάμε ως “drop lock”.
Κατασκευασμένο σε δύο διαφορετικές ιστορικές περιόδους, άλλοτε με αποσπώμενο το “κάλυμμα” του κάτω μέρους της μπάσκουλας και άλλοτε απλώς κινητό εν είδει πόρτας ντουλαπιού, το μοντέλο drop lock της Westley Richards πέτυχε εξαιρετική αναγνώριση και διάδοση στο χώρο των οπλόφιλων, χάρη στην ευφυή σχεδίασή του και τη λειτουργικότητά του. Όπλο χωρίς ολόκληρες φωτιές, που όμως δίνει στον χρήστη του τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με τις φωτιές, να τις αφαιρέσει για συντήρηση ή επισκευή και να τις επανατοποθετήσει απλά και γρήγορα, εξαιρετικά πολύπλοκο ως σύλληψη, αλλά απλό στην εφαρμογή του, αποτελεί ένα από τους σταθμούς στην ιστορία των οπλοκατασκευών. Οι λίγες βραχύκαννες εκδόσεις του, ιδιαίτερα οι ελάχιστες με ρίγα Churchill, αποτέλεσαν και αποτελούν πραγματικό όνειρο πολλών συλλεκτών σε όλη τη γη. Η σαφώς πιο προσιτή τιμή του από τα όπλα των μεγάλων κατασκευαστών με ολόκληρες φωτιές και ο αρκετά μεγάλος αριθμός τέτοιων όπλων που έχουν παραχθεί στην ιστορία, βοήθησε περαιτέρω τη διάδοση και τη φήμη του. Με κριτήριο την κατάσταση στην οποία έχει διατηρηθεί, για τους γνώστες και τη λιτά ή περίτεχνα φιλοτεχνημένη εξωτερική επιφάνεια της μπάσκουλάς του, για τους πιο επιφανειακά κρίνοντες, επιτυγχάνει αρκετά ψηλές τιμές στην αγορά των μεταχειρισμένων όπλων και “αλλάζει χέρια” με ευκολία, αποτελώντας σίγουρη επένδυση. Δεν είναι λίγοι οι ακραίοι οπαδοί του, που ισχυρίζονται ότι αποτελεί το τελειότερο σύστημα λειτουργίας στον κόσμο, συνδυάζοντας όλα τα πλεονεκτήματα των όπλων με μισές φωτιές (box lock) και εκείνα των όπλων με ολόκληρες φωτιές (side lock). Και είναι γεγονός ότι τουλάχιστον στον τομέα της ασφάλειας και της λειτουργικότητας, ένα Westley Richards drop lock δεν υστερεί σε τίποτε σε σύγκριση με ένα πλαγιόκαννο αντίστοιχης ποιότητας κατασκευής, με ολόκληρες φωτιές.

8. Τα αλληλεπίθετα της σειράς SO της Pietro Beretta
Όσο και αν φαντάζει άσχετη η παρουσίαση της σειράς SO μαζί με το αλληλεπίθετο της Purdey και της Woodward, τόσο λόγω διαφορετικής προέλευσης όσο και λόγω διαφορετικής σχεδίασης και τρόπου κατασκευής, στην πραγματικότητα η ένταξή τους σ’ αυτή την κατάταξη των “top ten” λειόκαννων της σύγχρονης ιστορίας, δικαιωματικά τους ανήκει. Πρώτα απ’ όλα γιατί (είναι κάτι που λίγοι το γνωρίζουν) η πρώτη απόπειρα της εταιρίας Pietro Beretta να κατασκευάσει ένα αλληλεπίθετο της σειράς αυτής, βασίστηκε σε ένα αντίγραφο του αλληλεπίθετου της Boss. Το όπλο αυτό δεν μπήκε ποτέ σε παραγωγή, γιατί ούτε το βάρος του ούτε το ζύγισμά του δεν ήταν τέτοια που να του εγγυώνται μία επιτυχή πορεία στην αγορά. Επιπλέον, τα εξαιρετικά λίγα κομμάτια που έχουν παραχθεί, σε συνδυασμό με την εξωφρενικά ψηλή τιμή τους από τα αλληλεπίθετα της Woodward και της Boss, καθιερώνουν κατ’ ουσία τη σειρά SO ως μία σειρά που διαθέτει τα πλέον δημοφιλή και περιζήτητα ακριβά αλληλεπίθετα δίκαννα του κόσμου. Οι Ιταλοί κατασκευαστές που δοκίμασαν και πέτυχαν να φτιάξουν ποιοτικά αλληλεπίθετα δίκαννα με τιμές παραπλήσιες ή και πολύ ψηλότερες από εκείνα της σειράς SO και με ποιότητα κατασκευής εφάμιλλη ή και καλύτερη, είναι λίγο περισσότεροι από δέκα. Όμως, η αγορά που τελικά αναβαθμίζει και επιβραβεύει τέτοιου είδους προσπάθειες, έδωσε ανέκαθεν τη συντριπτική πλειονότητα των πωλήσεων στα αλληλεπίθετα της σειράς SO.
Στιβαρό, με τέλειο ζύγισμα και ποιότητα κατασκευής, που του εγγυάται εξαιρετική μακροζωία, το αλληλεπίθετο της σειράς SO, σε όλες τις εκδόσεις του (από το S2 μέχρι το SO9), κατάφερε να αποτελέσει το όνειρο πολλών συλλεκτών και οπλόφιλων. Ένα όνειρο πιο προσιτό από τα δύο αλληλεπίθετα που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Επιπλέον, η μεγάλη του διάδοση, το χαμηλό προφίλ του και η θρυλική ποιότητα του ατσαλιού των καννών του, το βοήθησε να διαθέτει και εύκολη μεταπώληση, κάτι που για τους συλλέκτες το κάνει ακόμα πιο ελκυστικό. Ανενδοίαστα, το ενέταξα στα “top ten” λειόκαννα. Μοναδικός ενδοιασμός θα μπορούσε να είναι το μοντέλο B25 της φημισμένης εταιρείας Browning, που και αυτό δικαιούται ίσως μία θέση σ’ αυτή την ταξινόμηση. Όμως, το εξαιρετικά ψηλό προφίλ του και η ιδιαίτερα ευρεία γκάμα ποιοτήτων και υπομοντέλων στην οποία έχει κατασκευαστεί, ενίσχυσε την υποκειμενική μου κρίση υπέρ της σειράς SO.

9. Τα πλαγιόκαννα της σειράς V της Darne
Σίγουρα δεν ανήκει στα επίπεδα τιμών των όπλων που αναφέρθηκαν ως τώρα στην κατάταξη αυτή. Είναι σαφώς οικονομικότερο στην απόκτησή του. Σίγουρα δεν έχει τύχει “καθολικής αποδοχής” όσο τα άλλα όπλα των “top ten”. Αναμφίβολα είναι εκκεντρικό και ιδιόρρυθμο. Πολλοί το κατηγορούν ως ημίαιμο πλαγιόκαννο, αφού στερεί από το χρήστη του τη δυνατότητα να κινηθεί στον κυνηγότοπο με “σπασμένο το όπλο στον αγκώνα” όπως υπαγορεύουν οι κανόνες ασφαλείας. Όμως, πολλοί είναι και εκείνοι που το χαρακτηρίζουν ως την πιο ευρηματική, πρωτότυπη και αρμονική επινόηση, στο χώρο του πλαγιόκαννου. Η γαλλική του προέλευση κάνει την αγγλόπληκτη πλειονότητα των συλλεκτών να το βλέπει με καχυποψία. Η ομοαίματή του σειρά R, με όπλα σαφώς φτηνότερης ποιότητας και τιμής κατασκευής, δεν συμβάλλει στη μεγαλύτερη δυνατή φήμη του. Όμως, καμία ολοκληρωμένη αναφορά στα καλά κυνηγετικά όπλα δεν νοείται χωρίς το Darne.
Ακόμη και ο Βρετανός συγγραφέας Gaugh Thomas, φανατικός λάτρης των όπλων της πατρίδας του, εκθειάζει στο βιβλίο του “Όπλα και Φυσίγγια” το μηχανισμό της Darne και τη σχεδίαση εκείνη που επιτρέπει με το χαμηλότερο δυνατό βάρος, εξαιρετικό περιορισμό του λακτίσματος. Η κατασκευάστρια εταιρεία των Darne πέρασε μεγάλες κρίσεις και η πορεία της στην αγορά τα τελευταία 30 χρόνια υπήρξε ιδιαίτερα ασταθής. Χαρακτηριστικό όμως είναι ότι παρ’ όλα τα προβλήματα, ελάχιστες φορές κατάφερε να αντεπεξέλθει στην αυξημένη ζήτηση των οπλόφιλων για τις κατασκευές της. Με μια λαμπρή ιστορία στο εσωτερικό της Γαλλίας, με εξαιρετικά πολλές πωλήσεις, που κορυφώθηκαν σε επίπεδο απόλυτων αριθμών αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, παραμένει περιζήτητο από πολλούς συλλέκτες και οπλόφιλους που είναι διατεθειμένοι να υποστούν μία σχετικά χρονοβόρα και δύσκολη διαδικασία αδειάσματος και επαναγόμωσης, προκειμένου να κερδίσουν τα πλεονεκτήματα της μοναδικής αρμονικής γραμμής του, του ιδανικού ζυγίσματός του, του εξαιρετικά χαμηλού βάρους του και του “συγκρατημένου” λακτίσματός του. Είναι η μοναδική, ίσως, περίπτωση που αναφέρεται σ’ αυτό το άρθρο για την οποία δεν νομιμοποιούμαι να αναφέρω περισσότερα, λόγω της γνωστής προσήλωσης και συμπάθειάς μου στα όπλα αυτά. Σίγουρα όμως, το γεγονός ότι πολλοί δοκίμασαν να τα αντιγράψουν και ελάχιστοι το πέτυχαν, είναι δηλωτικό της ιδιαιτερότητάς τους. Και από αυτούς που το πέτυχαν, όπως η θρυλική Charlin με τα εξαιρετικά οπλοκατασκευάσματά της, κανείς δεν κατάφερε να αποκτήσει τη μακροβιότητα της Darne ως εταιρεία, είτε πείθοντας στον ίδιο βαθμό το καταναλωτικό κοινό είτε επιτυγχάνοντας αντίστοιχη ποιότητα κατασκευής με εξίσου προσιτή τιμή.

10. Το αυτογεμές της Cosmi
bestguns5.jpgΣίγουρα πολλούς φανατικούς οπαδούς του πλαγιόκαννου, τους βρίσκει κανείς διατεθειμένους να αποδεχθούν την “πρωτοπορία” κάποιων χειροποίητων αλληλεπίθετων, αλλά να αντιμετωπίζουν ως κυνική πρόκληση την αναφορά σε οποιοδήποτε αυτογεμές, όταν γίνεται λόγος για κλασικά χειροποίητα όπλα. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι από αυτούς αντιμετωπίζουν τελείως διαφορετικά το συνομιλητή τους ή τα κείμενα κάποιου αρθρογράφου, όταν γίνεται αναφορά στο έργο τέχνης που εμπορικά συναντάμε ως “αυτογεμές Cosmi”. Αυτό το μοναδικής έμπνευσης, πρωτότυπης σχεδίασης, χειροποίητο και πάνω απ’ όλα κλασικό αυτογεμές, που κατασκευάζεται εδώ και 75 περίπου χρόνια σε μία “αρτηριοσκληρωτική”, “παλιομοδίτικη” γραμμή παραγωγής, με κανέναν συμβιβασμό στον τομέα της ποιότητας, με κάννες από ελβετικά ατσάλια, “τρυπημένες” μέσα στην εταιρεία, με μοναδική μέριμνα και προσήλωση στην ποιοτική επιλογή πρώτων υλών και στην εξ ολοκλήρου κατασκευή του όπλου στο εργοστάσιό της (πράγμα σπάνιο για τις σημερινές εταιρείες που σε πολλά τμήματα του όπλου προτιμούν τη συναρμολόγηση από την κατασκευή), η Cosmi παραμένει στην κορυφή των αυτογεμών σε πολλά επίπεδα.
Πρωτότυπη λόγω του ανοίγματός της, που θυμίζει αλληλεπίθετο δίκαννο, τέλεια ζυγισμένη αν και συνήθως υπέρβαρη, με μοναδική λειτουργικότητα (παρουσιάζει εμπλοκές σπανιότερα από οποιοδήποτε αυτογεμές της ιστορίας) και πάνω απ’ όλα με μια γραμμή παραγωγής που χρειάστηκε να εκσυγχρονιστεί ελάχιστα προκειμένου να της δώσει το 1985 τη δυνατότητα παραγωγής 200 όπλων το χρόνο, αντί των 10 ως 20 όπλων που αποτελούσαν την ετήσια παραγωγή της την περίοδο λίγο πριν και μετά από το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Στο χώρο των οπλόφιλων και συλλεκτών, αλλά και στο χώρο μερακλήδων κυνηγών της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης, έγραψε πραγματική ιστορία. Οι λόγοι που αγαπήθηκε περισσότερο από οποιοδήποτε όπλο από τους κυνηγούς υδροβίων, αξίζει πραγματικά να εκτεθούν αναλυτικά σε μελλοντικό άρθρο. Όμως και οι αμερικανοί κυνηγοί, παρ’ όλο που ξέφευγε από την καθιερωμένη γραμμή αυτογεμούς που προτιμούσαν, περιέβαλαν με τόση αγάπη και προτίμηση τα κατασκευάσματα του Cosmi, ώστε σύντομα αυτός δέχθηκε πολλές προτάσεις για μετοικεσία του στην Αμερική και για χρηματοδότησή του, προκειμένου να φτιάξει ένα σύγχρονο εργοστάσιο αυτογεμών στις ΗΠΑ. Αρνήθηκε σθεναρά και ως αιτιολογία παρουσίασε αρχικά την αγάπη του προς την πατρίδα του και σε δεύτερο επίπεδο, την καχυποψία απέναντι στην άκριτη μαζικοποίηση της παραγωγής, που κατά τη γνώμη του δεν μπορούσε να μην επιφέρει έκπτωση στην ποιότητα των οπλοκατασκευών. Από την εποχή του Rodolfo Cosmi μέχρι σήμερα, η τεχνολογία προχώρησε σημαντικά, αλλά οι πεποιθήσεις του γύρω από την εξέλιξή της φοβάμαι ότι επιβεβαιώθηκαν απόλυτα. Η Cosmi στα δύο διαμετρήματα που κατασκευάστηκε μέχρι σήμερα, το 12 και το 20, παραμένει περιζήτητη, σημείο αναφοράς στα λειόκαννα αυτογεμή και πάνω απ’ όλα αριστούργημα της τέχνης των οπλοκατασκευών και μοναδικό δείγμα πρωτότυπης σχεδίασης και λειτουργικότητας.

Επίλογος
Ξέρω καλά ότι τα περισσότερα από τα στοιχεία που παρατίθενται σ’ αυτό το άρθρο, έχουν εκτεθεί σε αναλυτικά άρθρα–παρουσιάσεις που έκανα για κάθε ένα από τα όπλα αυτά ξεχωριστά, σε προηγούμενα τεύχη. Ο λόγος αυτού του σημερινού άρθρου δεν είναι η δημιουργία μιας περίληψης προηγούμενων αναφορών. Άλλωστε, σκόπιμα δεν μπήκα καθόλου αυτή τη φορά σε τεχνικές περιγραφές, τιμές πώλησης, επιμέρους χαρακτηριστικά των όπλων κ.λπ. Συμβαίνει απλώς συχνά, ένα εξαιρετικά δυσεύρετο όπλο, απλό ή περίπλοκο, φτηνό ή ακριβό, σπάνιο ή συνηθισμένο, να χρίζει περιγραφής και παρουσίασης με κριτήριο τη λειτουργικότητά του, την αρμονία γραμμής του, τις ευρεσιτεχνίες που συνθέτουν το μηχανισμό του και πάνω απ’ όλα την ιστορία του. Αυτό δεν το κατατάσσει κατ’ ανάγκη στην κορυφή των λειόκαννων, μιας οικογένειας όπλων που αριθμεί χιλιάδες διπλώματα ευρεσιτεχνίας (πατέντες), εκατομμύρια λάτρεις και θιασώτες, αρκετές βιομηχανίες και πολλές οικοτεχνίες και βιοτεχνίες κατασκευών. Χιλιάδες σελίδες έχουν γραφτεί στον ελληνικό και ξένο κυνηγετικό Τύπο και σε αντίστοιχα βιβλία για τους μεγάλους κατασκευαστές.

Πολλοί από αυτούς, όπως για παράδειγμα ο Woodward, κατασκεύασαν ποιοτικά όπλα και ένα και μόνο κυριολεκτικά κορυφαίο μοντέλο που τους βοήθησε να περάσουν στην ιστορία των μεγάλων κατασκευαστών. Πολύ σπάνια όμως γίνεται αναφορά για τα κορυφαία μοντέλα όπλων που προτιμούν οι λάτρεις του λειόκαννου. Ακόμα περισσότερο, αποτελεί τόλμημα η εξαγωγή συμπερασμάτων από ανύπαρκτες στατιστικές, γύρω από τα όπλα που ζητήθηκαν και θαυμάστηκαν περισσότερο από συλλέκτες και λάτρεις του λειόκαννου μέχρι τις μέρες μας. Κάτι τέτοιο προσπάθησα να κάνω μ’ αυτή την πρώτη παρουσίαση των “top ten” λειόκαννων της ιστορίας, βασισμένος στα άρθρα, την παρακολούθηση αρκετών ετών στις τιμές που επιτυγχάνουν στις δημοπρασίες όπλων και στα επιμέρους χαρακτηριστικά που χάρισαν μακροβιότητα και φήμη στα όπλα αυτά. Πολλοί θα θεωρήσουν από λάθος ως ιεροσυλία την απουσία κάποιων όπλων από τη λίστα των σημερινών top ten. Θα θεωρούσαν, ίσως, δεδομένη την παρουσίαση του Browning Β25, του γαλλικού Ideal, του κλασικότατου αυτογεμούς Browning Auto 5, του μοναδικού πλαγιόκαννου Bar in Wood της Mac Naughton, του Stephen Grant, οι πιο “ψαγμένοι” ίσως και του πλαγιόκαννου δίκαννου Baikon, με κινητά ουραία στο πίσω μέρος των καννών.

Για κάποια από τα όπλα αυτά πρέπει να ομολογήσω ότι προβληματίστηκα πολύ αν έπρεπε να καταλάβουν κάποια θέση στα top 10, παραγκωνίζοντας κάποιο από αυτά που ανέφερα. Όμως, μία τέτοιου είδους ταξινόμηση δεν μπορεί παρά να έχει τη σφραγίδα της υποκειμενικότητας του αρθρογράφου και βέβαια οποιαδήποτε “ένσταση” δεν είναι σε τέτοιες περιπτώσεις απλά δεκτή, αλλά απόλυτα επιθυμητή. Άλλωστε, δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερη επιτυχία για ένα άρθρο, από το να αποτελεί έναυσμα για διάλογο και ανταλλαγή απόψεων, ανάμεσα στον αρθρογράφο και τους αναγνώστες. Κοινός παρονομαστής και των μεν και των δε, είναι πάντα η μελέτη, η αναζήτηση στοιχείων, η λατρεία και το πάθος για τις ποιοτικές οπλοκατασκευές.

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook39
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top