Για το τι είναι το κυνήγι έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Κι έχουν ειπωθεί ακόμα περισσότερα για τους λόγους που σπρώχνουν τόσους πολλούς και συνάμα τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, στο να αψηφήσουν κάθε δυσκολία και κάθε εμπόδιο προκειμένου να ζήσουν μία ακόμη κυνηγετική εμπειρία, μία ακόμη κυνηγετική ημέρα.
Του Παναγιώτη Καμπούρογλου
Όσο διαφορετικοί κι αν είναι οι λόγοι που ωθούν τον καθένα από εμάς στο κυνήγι, πρέπει να παραδεχτούμε ότι μεταξύ μας υπάρχει κάτι κοινό. Κάτι μυστηριώδες και συνάμα γοητευτικό που μας ενώνει και που δεν είναι απλά η κοινή μας αγάπη για ένα χόμπι, ή η κοινή μας τρέλα για μια ακόμη μορφή εκτόνωσης ή ψυχαγωγίας. Πίσω από την εμπειρία που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος που κυνηγά, τη στιγμή ακριβώς που κυνηγά, κρύβεται –επιμελημένα θα έλεγα– κάτι πολύ περισσότερο. Κάτι που όταν αποκαλύπτεται –κι αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε– μας συνταράσσει ολόκληρους και δημιουργεί τριγμούς μέσα μας και μια βαθύτατη απορία στο «πολιτισμένο» κομμάτι του εαυτού μας. Είναι αυτό που πολλοί από εμάς συνηθίζουμε να περιγράφουμε ως πρωτόγονο ένστικτο, ή ως αταβιστικό κατάλοιπο, ή ακόμη συνηθέστερα προτιμάμε να μη μιλάμε καθόλου γι’ αυτό, όντας βέβαιοι ότι δεν έχει κανένα νόημα να μιλάς για κάτι το οποίο, ούτως ή άλλως, μόνον ένας κυνηγός –που κι ο ίδιος το έχει νιώσει– μπορεί να το καταλάβει.
Τι είναι αυτό που μας συνεγείρει;
Από πού πηγάζει όμως όλος αυτός ο ποταμός των αισθήσεων και των συναισθημάτων που μοιάζουν να μας παρασύρουν στο κυνήγι μας κάτι στιγμές όπως αυτές που σηκώνουμε το όπλο για να τουφεκίσουμε το σμήνος με τις φάσσες το οποίο πλανάρει επιδεικτικά, προσπαθώντας να πιάσει στη διπλανή μας βελανιδιά; Γιατί όλες αυτές οι αισθήσεις μας μοιάζουν να μπαίνουν σε λήθαργο όταν δεν κυνηγάμε; Γιατί πολλοί συνάνθρωποί μας οι οποίοι δεν κυνηγούν, δεν νιώθουν τίποτε παρόμοιο με εμάς και μάλιστα, συνήθως, μας κοιτούν με απορία κι έκπληξη, εάν τύχει και βρεθούν δίπλα μας όταν εμείς κυνηγάμε; Είμαστε εμείς που αγαπήσαμε το κυνήγι οι «περίεργοι», ή μήπως κρύβαμε μια γενετική προδιάθεση η οποία σε συνδυασμό με κάποιες κυνηγετικές εμπειρίες που είχαμε στην παιδική μας ηλικία, έδρασαν πάνω μας καταλυτικά, με αποτέλεσμα να ξυπνήσει μέσα μας, να αφυπνισθεί, ένας αρχέγονος τύπος ανθρώπου, ένας αρχέτυπος κυνηγός; Υπάρχει πράγματι αυτός ο αρχέτυπος κυνηγός κρυμμένος μέσα σε πολλούς από τους σύγχρονους ανθρώπους; Κι αν ναι, τότε πώς και γιατί συνέβη αυτό;
Ας ανατρέξουμε στο παρελθόν
Οι απαντήσεις, αντίθετα από τις ερωτήσεις, δεν είναι ούτε εύκολες, ούτε απλές. Αξίζει όμως να κάνουμε μια προσπάθεια να ξεδιπλώσουμε τα κομμάτια που τις συνθέτουν, ξεκινώντας –από πού αλλού; – από το παρελθόν. Γιατί στο παρελθόν και στον τρόπο που το κυνήγι επέδρασε στη διαμόρφωση του ίδιου του ανθρώπου, κρύβεται αναμφίβολα το μεγαλύτερο μέρος των απαντήσεων που αναζητάμε. Ποιος ήταν λοιπόν ο ρόλος του κυνηγίου στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους;
Η εξέλιξη των ειδών
Πριν προσπαθήσουμε να δούμε την επίδραση που είχε το κυνήγι στην εξέλιξη του ανθρώπου, είναι απαραίτητο να γίνει κατανοητό ότι η θεωρία της εξέλιξης των ειδών, μέσω της φυσικής επιλογής, που διατύπωσε ο μεγάλος φυσιοδίφης και κυνηγός, Κάρολος Δαρβίνος, το 1859 (“Η Καταγωγή των ειδών”) αποτέλεσε μια επαναστατική ανακάλυψη που άλλαξε κυριολεκτικά την άποψή μας για τον φυσικό κόσμο αλλά και για τον ίδιο τον άνθρωπο. Τα μέχρι σήμερα στοιχεία που έχουν συλλέξει οι επιστήμονες από όλους τους χώρους των επιστημών, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της γενετικής τα τελευταία χρόνια, έχουν τεκμηριώσει αδιάσειστα πλέον την εξελικτική θεωρία και έχουν πείσει, πέρα από κάθε αμφιβολία, για την ορθότητά της. Είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε ότι η λέξη «θεωρία» που προαναφέραμε δεν χρησιμοποιείται με την κοινή της έννοια. Δεν εννοείται με αυτή, δηλαδή, κάτι γενικό και αόριστο που πιθανολογούμε ότι είναι έτσι. Με τη λέξη θεωρία οι επιστήμονες εννοούν μια διατύπωση που ερμηνεύει τον φυσικό κόσμο και η οποία έχει επαληθευτεί σε τέτοιο βαθμό, με πειράματα και παρατηρήσεις, ώστε οι ειδικοί να την αποδέχονται ως μια αντικειμενική πραγματικότητα. Ο άνθρωπος ως είδος, επομένως, που μας ενδιαφέρει επί του παρόντος, εξελίχθηκε όπως και όλα τα άλλα ζώα και –όσο κι αν κατηγορήθηκε στην εποχή του ο Δαρβίνος γι’ αυτό– είναι αλήθεια ότι με τον χιμπαντζή έχουμε πράγματι κάποιον κοινό πρόγονο.
Το κυνήγι έθρεψε τον ανθρώπινο εγκέφαλο
Μπορεί τα κλαδιά του φυλογενετικού μας δέντρου να χώρισαν εδώ και περίπου 6 εκατομμύρια χρόνια, ωστόσο, πάνω από το 98,5% του ανθρώπινου γονιδιώματος είναι πανομοιότυπο με αυτό του χιμπαντζή. Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες σχετικά με τις πολύ ενδιαφέρουσες έρευνες των γενετιστών που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα, αξίζει να αναφέρουμε ότι εκείνη η συνήθεια που μας έκανε να διαφοροποιηθούμε ριζικά από τον χιμπαντζή αποδείχθηκε ότι ήταν η αλλαγή της διατροφής μας, το κρέας, το οποίο οδήγησε σε αλλαγές στα γονίδιά μας, κάτι που συνέβαλε, μεταξύ άλλων, στο να αποκτήσει ο άνθρωπος μεγαλύτερο εγκέφαλο. Οι γενετιστές που χαρτογράφησαν το γονιδίωμα του χιμπατζή και το συνέκριναν με το γονιδίωμα του ανθρώπου, ανακάλυψαν σημαντικές διαφορές σε συγκεκριμένα γονίδια, τα οποία ευθύνονται για τη μείωση των σαγονιών του ανθρώπου και την αύξηση του εγκεφάλου του. Αυτές οι ανακαλύψεις έρχονται να εξηγήσουν μια συγκεκριμένη εξελικτική πορεία που γίνεται οφθαλμοφανής από τα απολιθωμένα ευρήματα τα οποία δείχνουν ότι τα δυνατά σαγόνια του πρωτόγονου ανθρώπου και οι δυνατοί μύες των γνάθων του, με το πέρασμα των χιλιάδων χρόνων υποχωρούσαν, ενώ παράλληλα αναπτυσσόταν σημαντικά ο εγκέφαλος. Η υπαναχώρηση των σιαγόνων, δηλαδή, δημιούργησε τον απαραίτητο χώρο για την ανάπτυξη του εγκεφάλου στον πρωτόγονο άνθρωπο, κάτι που δεν συνέβη με το χιμπαντζή ο οποίος εξακολουθεί μέχρι σήμερα να χρειάζεται τις δυνατές του σιαγόνες για να τρώει φυτά και καρπούς. Αυτή η αύξηση του εγκεφάλου με τη σειρά της δημιούργησε μεγαλύτερες ανάγκες σε ενέργεια, κάτι που πάλι κάλυπταν οι πρόγονοι του σύγχρονου ανθρώπου με το κρέας. Το κρέας το οποίο έβρισκαν είτε από νεκρά ζώα είτε –από πού αλλού; – από το κυνήγι…
Η αυτοδιδασκαλία του ανθρώπινου είδους
Πολλοί και μεγάλοι επιστήμονες έχουν από χρόνια τονίσει το ρόλο που διαδραμάτισε το κυνήγι στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Ο L. Washburn και ο C.S. Lancaster, δύο αυθεντίες στον τομέα τους, ήδη από το 1968 είχαν αναφέρει ότι «Η νόηση, τα ενδιαφέροντα, οι συγκινήσεις και η βασική κοινωνική ζωή μας είναι, με όλη τη σημασία της λέξης, εξελικτικά προϊόντα της επιτυχίας της κυνηγετικής προσαρμογής. Όταν οι ανθρωπολόγοι μιλάνε για την ενότητα της ανθρωπότητας, διαπιστώνουν πως οι εκλεκτικές πιέσεις της ζωής τού κυνηγού και του τροφοσυλλέκτη ήταν τόσο όμοιες και το αποτέλεσμα τόσο πετυχημένο, ώστε οι πληθυσμοί από Homo sapiens είναι βασικά οι ίδιοι παντού». Ένας άλλος κορυφαίος επιστήμονας, ο W.S. Laughlin τολμούσε ακόμη και να γράψει ότι: «το κυνήγι είναι ο κύριος τύπος συμπεριφοράς του ανθρώπινου είδους» και πιο κάτω να συμπληρώσει ότι «…ο άνθρωπος κυνηγός μάθαινε για τη συμπεριφορά και την ανατομία του ζώου, και μαζί και τη δική του. Πρώτα εξημέρωσε τον εαυτό του και έπειτα στράφηκε σε άλλα ζώα και φυτά. Μ’ αυτή την έννοια, το κυνήγι ήταν ένα σχολείο που συνετέλεσε στην αυτοδιδασκαλία του ανθρώπινου είδους» (W.S. Laughlin 1968). Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι περισσότεροι επιστήμονες δεν προσδίδουν στο κυνήγι την παραπάνω σημασία και είτε το θεωρούν ως μια απλή δραστηριότητα που συμπληρωματικά παρείχε κρέας στους πρώτους ανθρώπους, είτε πιστεύουν ότι ο ρόλος που διαδραμάτισε το κυνήγι στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους δεν είναι ακόμη ολότελα γνωστός.
Μέσο επιβίωσης και προσαρμογής
Αν και υπάρχουν πρόσφατες ανακαλύψεις που δείχνουν ότι ακόμη και πριν από 1,7 εκατομμύρια χρόνια υπήρξαν πρώιμοι Homo erectus που κυνηγούσαν, η εμφάνιση της κυνηγετικής δραστηριότητας τοποθετείται μόλις πριν από 500 χιλιάδες χρόνια. Ωστόσο, υπάρχουν ανακαλύψεις επιστημόνων από το Ντμανίσι της Γεωργίας, αλλά και από αλλού, που μας παρέχουν ενδείξεις ότι αυτές οι προγονικές μορφές του σύγχρονου ανθρώπου, και κυνηγούσαν, και γνώριζαν τη φωτιά, και μαγείρευαν το φαγητό τους, και γι’ αυτό κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά και να επεκταθούν σε περιοχές που επικρατούσαν εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε για περιόδους παγετώνων χιλιάδων χρόνων και για εποχές που οι πάγοι κάλυπταν τεράστιες ηπειρωτικές περιοχές τού τότε κόσμου και τα φρούτα και οι καρποί είτε δεν υπήρχαν όλες τις εποχές του έτους, είτε δεν υπήρχαν καθόλου. Η γνώση της κυνηγετικής τέχνης, επομένως, παρείχε στους ανθρωπίδες –έτσι ονομάζουν οι επιστήμονες αυτές τις πρώτες μορφές του γενεαλογικού μας δέντρου– το πλεονέκτημα να αντεπεξέλθουν σε όλες αυτές τις δυσκολίες κι έτσι οι Homo erectus κατάφεραν να επεκταθούν σχεδόν σε κάθε γωνιά της γης.
Πραγματικό σχολείο
είναι γεγονός ότι το κυνήγι αποτέλεσε ένα πραγματικό σχολείο. Δεν χρειάζεται αυτό να το αναλύσουμε και πολύ αφού είναι γνωστές σε έναν κυνηγό οι αυξημένες γνώσεις που απαιτούνται για τη φύση και τα θηράματα, καθώς και οι αυξημένες δεξιότητες που θα πρέπει να κατέχονται προκειμένου να αποβεί το κυνήγι αποδοτικό. Ακόμη κι εκείνα τα χρόνια, δηλαδή, που τα θηράματα ήταν σίγουρα πολύ περισσότερα από σήμερα, μπορούμε να φανταστούμε ότι εκείνος ο γυμνός άγριος, με το ρόπαλό του, δεν είχε και πολλές πιθανότητες να καταφέρει να βάλει στο “πιάτο” του ένα ελάφι ή ένα άλλο μεγάλο θήραμα της εποχής του το οποίο σίγουρα έτρεχε πολύ γρηγορότερα από αυτόν και είχε όλα τα μέσα για να διαφύγει στις ανοιχτές τούνδρες που υπήρχαν τριγύρω του. Ήταν υποχρεωμένος, επομένως, να ακονίσει το μυαλό του και να ανακαλύψει άλλες μεθόδους δράσης, πιθανότατα οργανωμένες και ομαδικές, που θα αξιοποιούσαν κάθε στοιχείο της μορφολογίας του εδάφους, τα ποτάμια, τους γκρεμούς και οτιδήποτε άλλο θα του έδινε το πλεονέκτημα να επιφέρει τη θανάτωση του άγριου ζώου. Ήταν επίσης υποχρεωμένος να συνεργαστεί με τους ομοίους του για να κυνηγήσει αποτελεσματικά και να μοιραστεί μαζί τους το θήραμα που κατάφερε να χτυπήσει σήμερα, έτσι ώστε την επόμενη μέρα που θα φανεί λιγότερο τυχερός, να του επιτρέψει η ομάδα του να τραφεί από το θήραμα που κατάφερε να θανατώσει ο διπλανός του.
Καθόρισε την εξέλιξή μας
Όλες αυτές οι ανάγκες οδήγησαν σίγουρα σε μια ανώτερη κοινωνική οργάνωση και σε ανάλογες δεξιότητες που αναπτύχθηκαν σε εκείνους ακόμη τους χρόνους και οι οποίες συνέχιζαν αδιάκοπα να αναπτύσσονται μέχρι πρόσφατα –για τις χρονικές περιόδους που μιλάμε (9.000 π.Χ.) όταν ο άνθρωπος ανακάλυψε τη γεωργία και την κτηνοτροφία και έπαψε πλέον να εξαρτάται απόλυτα από το κυνήγι. Όλα αυτά τα εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια δηλαδή και ανεξάρτητα από τον τρόπο που έγινε η μετάβαση από τον Homo erectus στο σύγχρονο άνθρωπο (Homo sapiens sapiens) –όπου γύρω απ’αυτή τη μετάβαση επικρατεί ένα μυστήριο και έχουν αναπτυχθεί διάφορες απόψεις και θεωρήματα που δεν είναι του παρόντος– είναι βέβαιο ότι ο άνθρωπος, ως είδος, εξελίχθηκε κάτω από την επίδραση του κυνηγίου.
Το κυνήγι ως παράγοντας της φυσικής επιλογής
Μια επίδραση η οποία δεν είναι καθόλου απίθανο, για κάποιες χιλιάδες χρόνια, να ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ίσως ακόμη και να αποτέλεσε για κάποιες απομονωμένες ανθρώπινες ομάδες, παράγοντα φυσικής επιλογής. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να σκεφτεί κανείς τι θα συνέβαινε σε περιοχές όπου τα θηράματα και τα φυτά, οι καρποί και τα φρούτα, πραγματικά θα σπανίζανε για διάφορους λόγους και κυρίως γιατί οι πάγοι πιθανώς να είχανε καλύψει τα πάντα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ήταν αναμενόμενο ότι θα επιβίωναν μόνον οι καλύτεροι κυνηγοί και επομένως μόνον αυτοί θα αναπαράγονταν για να μεταδώσουν τα γονίδιά τους στα παιδιά τους. Αλλά κι απ’ τα παιδιά τους, πάλι μόνον οι καλύτεροι κυνηγοί θα επιβίωναν για να κάνουν τη δικιά τους οικογένεια και να καταφέρουν να μεγαλώσουν τα δικά τους παιδιά. Εάν το κυνήγι πράγματι αποτέλεσε παράγοντα για τη φυσική επιλογή στις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν την περίοδο των παγετώνων, τότε αυτή η φυσική επιλογή θα επέδρασε σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων που βρισκόντουσαν διάσπαρτοι στις αχανείς παγωμένες εκτάσεις, και μάλιστα για χιλιάδες χρόνια, επηρεάζοντας σημαντικότατα την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους.
Μήπως εγγράφηκε στο DNA μας;
Για να γίνει ευκολότερα αντιληπτό αυτό, αρκεί να σκεφθούμε τις διαφορετικές ράτσες σκύλων που ένας κυνηγός σίγουρα γνωρίζει. Εάν ένας άνθρωπος, επιλέγοντας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά από τα κουτάβια των σκύλων που διασταυρώνει, μπορεί να διαμορφώσει μια νέα ράτσα σκύλων, η οποία να έχει τόσο διαφορετικά χαρακτηριστικά σε εμφάνιση και σε ιδιότητες από τους προγόνους τους, και όλα αυτά μόνον στη διάρκεια μερικών δεκάδων χρόνων, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό τι αλλαγές θα μπορούσε να επιφέρει στο ανθρώπινο είδος η ίδια η φύση, στη διάρκεια των χιλιάδων χρόνων που τεράστια κομμάτια των ηπείρων ήταν καλυμμένα από χιόνι και πάγους.
Όπως και αν έχει επιδράσει, όμως, το κυνήγι και με οποιονδήποτε τρόπο, είναι γεγονός ότι οι πολλές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια που το συναντάμε είναι ένα πραγματικά πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο μπορεί κάλλιστα το κυνήγι να έχει προκαλέσει, ή να έχει συμβάλει σε μεταλλάξεις και γενετικές αλλαγές και να έχει συντελέσει έτσι στη διαμόρφωση της ίδιας της δομής τού εγκεφάλου τού ανθρώπου, ίσως ακόμη και να έχει επηρεάσει τον τρόπο λειτουργίας του. Είναι επίσης πιθανό, το κυνήγι, όλα αυτά τα χρόνια, επειδή ασκείται σχεδόν αποκλειστικά από τα αρσενικά, από τους άνδρες –κυρίως γιατί οι γυναίκες ήταν απασχολημένες με το μεγάλωμα των παιδιών τους–, να έχει συνδεθεί με κάποιον τρόπο με το μυστικό κώδικα της ζωής που βρίσκεται μέσα στα κύτταρα όλων των έμβιων οργανισμών: το χρωμόσωμα Υ που προσδιορίζει το αρσενικό φύλο.
Βιβλιογραφία:
-Έριχ Φρομ (1977), «Η Ανατομία της Ανθρώπινης Καταστροφικότητας», εκδόσεις Μπουκουμάνη, τόμος Ι
-Jeremy Cherfas «Το ανθρώπινο γονιδίωμα», Η βασική σειρά επιστημών, ειδική έκδοση Καθημερινής, 2005
-Jeremy Cherfas «Πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος», Η βασική σειρά επιστημών, ειδική έκδοση Καθημερινής, 2005
-Ανώνυμο άρθρο, «Οι γενετιστές χαρτογραφούν το γονιδίωμα του χιμπαντζή», Science Illustrated, τεύχος 3, Ιούνιος 2005
-Ντέιβιντ Κουάμεν, «Έκανε λάθος ο Δαρβίνος;», National Geographic, Νοέμβριος 2004
-Τσος Φίσμαν, «Οικογενειακοί δεσμοί», National Geographic, Απρίλιος 2005
-Anders Prieme, «Οι μεγαλύτερες επιτυχίες της εξέλιξης», Science Illustrated, τεύχος 8, Νοέμβριος 2005
-Τάσος Καφαντάρης, «Βρέθηκε ο πρώτος άνθρωπος», Discovery Science, Ιούνιος 2005
-S.L. Washburn και C.S. Lancaster, (1968) «The evolution of Hunting» In Man the hunter.ed.R.B. Lee and i. De Vore. Chicago Aldine