Του Χρήστου Χατζιώτη
Ιεραρχώντας τα ζητήματα που καλούμαστε να διερευνήσουμε στο μεγάλο κεφάλαιο του «μήκους της θαλάμης», ξεκινάμε όπως πάντα από το ζήτημα της ασφάλειας του κυνηγού, προχωράμε στο ζήτημα της ασφάλειας και μακροζωίας του όπλου μας και καταλήγουμε στα «δευτερεύοντα» αλλά άκρως ενδιαφέροντα θέματα της ποιότητας της κατανομής.
Το θέμα του μήκους της θαλάμης ενός όπλου αποτελεί ένα ζήτημα που, χωρίς να συγκεντρώνει την ομοφωνία των απόψεων όσων ενασχολούνται με τη βλητική του λειόκαννου, έχει εγκαταλειφθεί εδώ και καιρό από τη διεθνή κυνηγετική αρθρογραφία και όχι τυχαία.
Αφού για πολλά χρόνια όλοι, Γάλλοι, Άγγλοι, Ιταλοί και Αμερικανοί ισχυρίστηκαν ότι η ιδανική εκδοχή είναι να χρησιμοποιούμε πυρομαχικά με ίδιο ύψος κάλυκα με το μήκος θαλάμης του όπλου μας, ξαφνικά είδαν το φως της δημοσιότητας δύο διαφορετικές εργασίες, μία πτυχιακή ιταλικής προέλευσης και ένα διδακτορικό υπερατλαντικής προέλευσης. Αυτές οι εργασίες ισχυρίζονταν ότι τηρουμένων σταθερών όλων των υπολοίπων παραμέτρων, είναι καλύτερα τα αποτελέσματα (σε επίπεδο κατανομής των σκαγιών) όταν βάλουμε φυσίγγια γεμισμένα σε κάλυκα των 70 χιλιοστών με όπλα που διαθέτουν θαλάμες 3 ίντσες (76 χιλιοστών). Και μετά από αυτό απόλυτη σιωπή! Ξαφνικά μειώθηκαν απότομα όλες οι αναφορές στην επίδραση του μήκους της θαλάμης στην τουφεκιά και λίγο αργότερα εξαφανίστηκαν τελείως τα σχετικά άρθρα. Κάποιοι αμφισβήτησαν τα κοινά παραδεκτά και αντί να ανοίξει ένας σοβαρός διάλογος, απλώς αποσιωπήθηκε το ζήτημα.
Ερωτήματα προς απάντηση
Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα θεωρούσε ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια και ακόμη περισσότερο ότι μπορεί να απαντήσει σε ζητήματα που έχουν τεθεί εδώ και πολλές δεκαετίες, βάζοντας τα πράγματα στη θέση τους. Το άρθρο αυτό έχει ως στόχο απλά να θέσει κάποια ερωτήματα και να επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για το μήκος της θαλάμης. Πρόκειται για ένα θέμα που εύκολα μπορεί κανείς να αγνοήσει, αν σταθεί στη βασική του και μόνο παράμετρο, δηλαδή στο αν πρέπει να επιλέγουμε όπλο με απλές ή magnum θαλάμες στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιούμε magnum φυσίγγια. Όμως, το συγκεκριμένο θέμα έχει και πολλές άλλες συνιστώσες. Τι γίνεται με τους κατόχους παλιών όπλων με 65άρες θαλάμες που θέλουν να τις διευρύνουν στα 70 χιλιοστά; Πόσο ρόλο παίζει στην αυξομείωση των πιέσεων το μήκος θαλάμης στο ίδιο πυρομαχικό; Και βέβαια, πόσο επιβαρύνουμε τις δυνατότητες ενός όπλου επιλέγοντας θαλάμες 76 χιλιοστών οι οποίες προορίζονται για χρήση φυσιγγίων που θα χρειαστούμε σε ένα ποσοστό μικρότερο από το 1 εκατοστό των φυσιγγίων που θα χρησιμοποιήσει στη ζωή του το όπλο μας; Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι το ζήτημα του μήκους της θαλάμης δεν είναι τόσο δευτερεύον όσο πολλοί θεωρούν.
Απαράβατος κανόνας
Στο θέμα της ασφάλειας του όπλου, για πολλοστή φορά πρέπει να τονιστεί ότι δεν τοποθετούμε ποτέ φυσίγγια με μήκος κάλυκα μεγαλύτερο από το μήκος της θαλάμης του. Και αυτό εντελώς ανεξάρτητα από τις πιέσεις που αναπτύσσουν τα φυσίγγια αυτά. Ακόμη και το ασφαλέστερο σε πιέσεις φυσίγγι, γεμισμένο σε κάλυκα των 70 χιλιοστών, δεν πρέπει να βάλλεται ποτέ από όπλα με θαλάμη 65 χιλιοστών. Ο αντίλογος κάποιων αδαών ως προς αυτή την άποψη, ότι οι παλιότεροι κυνήγησαν για χρόνια με όπλα που είχαν 65άρες θαλάμες χρησιμοποιώντας πολύ συχνά φυσίγγια των 70 χιλιοστών και δεν έπαθαν τίποτε, αντικρούεται τόσο με την υπενθύμιση πολλών που ατύχησαν επαναλαμβάνοντας μια τέτοια απόπειρα, αλλά και με τη λαϊκή ρήση που υπενθυμίζει ότι «η στάμνα πολλές φορές πάει για νερό αλλά μία μόνο σπάει». Μοναδική εξαίρεση στον κανόνα που αναφέραμε αποτελούν τα φυσίγγια που γεμίζονται σε κάλυκες μήκους 67 χιλιοστών και που άνετα μπορούν να βληθούν από όπλα με θαλάμες 65 χιλιοστών (εδώ βέβαια είναι προφανές ότι η διαφορά είναι απειροελάχιστη), αρκεί βέβαια να προδιαγράφουν την ασφαλή χρήση τους τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους.
Διαδεδομένη άποψη
Υπάρχει σε πολλούς η άποψη ότι ένα όπλο με θαλάμη 76 χιλιοστών φθείρεται ταχύτερα αν δέχεται φυσίγγια με όμοιο μήκος κάλυκα, ενώ αν χρησιμοποιούνται κυρίως φυσίγγια γεμισμένα σε κάλυκες 70 χιλιοστών έχει πολύ περισσότερα χρόνια ζωής. Αυτό μπορεί να αληθεύει μόνο έμμεσα. Σε ένα όπλο με θαλάμες 76 χιλιοστών, η μακροζωία δεν εξαρτάται από το αν θα βάλλει κατά τη διάρκεια της ζωής του πυρομαχικά γεμισμένα σε κάλυκες των 70 ή των 76 χιλιοστών. Οι αναπτυσσόμενες πιέσεις των πυρομαχικών είναι εκείνες που προδιαγράφουν τη μακροζωία του και τη διατήρηση της στιβαρότητάς του. Κι εδώ πρέπει να τονιστεί ότι ένα όπλο δεν καταπονείται μόνο από το ύψος των αναπτυσσόμενων πιέσεων των πυρομαχικών (Pmax), αλλά και από το χρόνο για τον οποίο εφαρμόζονται αυτές οι πιέσεις. Και ο χρόνος αυτός μπορεί να ποικίλει σε σημαντικό βαθμό από φυσίγγι σε φυσίγγι, όπως διαπιστώνει κανείς παρατηρώντας καμπύλες πιέσεων σε βλητικούς σταθμούς. Όμως, επειδή τα φυσίγγια τύπου magnum, που είναι γεμισμένα σε κάλυκες μήκους 76 εκατοστών, κατά κανόνα αναπτύσσουν υψηλές πιέσεις και γεμίζονται με υπερπροοδευτικής καύσης πυρίτιδες -οι οποίες ως αποστολή τους έχουν να συγκρατούν τις πιέσεις παράγοντας έργο, εφαρμόζοντας τις πιέσεις αυτές για μεγαλύτερο χρόνο-, επαληθεύεται η άποψη πολλών ότι τα φυσίγγια που γεμίζονται σε κάλυκες των 76 εκατοστών, φθείρουν μετά από πολυετή και συνεχή χρήση κάποια όπλα.
Ποιότητα βολής και ισοκατανομή σκαγιών
Αφού ξεκαθαρίσαμε τα θέματα ασφάλειας του κυνηγού, καθώς και αντοχής και φθοράς των όπλων, μπορούμε να διερευνήσουμε το θέμα των βλητικών επιδόσεων. Στη βλητική του λειόκαννου είναι κοινός τόπος ότι η ποιότητα μιας βολής βρίσκεται σε ευθεία αναλογία με αυτό που λαϊκά ονομάζεται «τέλειο κέντημα» και επιστημονικά ισοκατανομή των σκαγιών στον πίνακα δοκιμών. Έχω ακούσει πολλές φορές τη σχετικά απλοϊκή εξήγηση της παλαιότερα κοινά αποδεκτής άποψης, ότι υπάρχει σημαντική επιβάρυνση στην ποιότητα της κατανομής όταν το μήκος της θαλάμης είναι μεγαλύτερο από το μήκος του κάλυκα. Ανοίγουνε, λέει, τα σκάγια απότομα σε αυτά τα πρώτα 6 χιλιοστά και συναντώντας ξαφνικά τη μικρότερη διάμετρο του ιδίως κοίλου της κάννης, συνθλίβονται, παραμορφώνονται και επιβαρύνουν την ποιότητα της κατανομής! Όσο παιδαριώδης και απλοϊκή είναι αυτή η εξήγηση, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι είναι ιδιαίτερα παραστατική και πειστική σε μια μεγάλη μερίδα ενδιαφερομένων. Άλλωστε, δεν είναι μόνο αυτή η θέση που διαδόθηκε, συζητήθηκε και σε λίγο πιο επιστημονικό ύφος επαναλήφθηκε σε πολλά άρθρα σε όλο τον κόσμο. Πρέπει, δε, να ομολογήσω ότι κι εγώ ανέκαθεν προτιμούσα όπλα με θαλάμες 70 χιλιοστών, πρώτα και κύρια γιατί ποτέ μου δεν χρησιμοποιώ φυσίγγια τύπου magnum και γενικότερα γομώσεις βαρύτερες των 36 γραμμαρίων σε σκάγια, στο διαμέτρημα 12. Έχω χρησιμοποιήσει, κάποιες φορές, βαρύτατες γομώσεις 64,5 γραμμαρίων σε σκάγια, αλλά με όπλα διαμετρήματος 10, και αυτό σε κάποιες δοκιμές σε κυνήγια υδροβίων και σε περισσότερες δοκιμές στον πίνακα.
Μέχρι αποδείξεως του εναντίου
Όταν εμφανίστηκαν επιστημονικές μετρήσεις που «αποδείκνυαν» ότι όπλα με θαλάμη 76 χιλιοστών, χρησιμοποιώντας πυρομαχικά σε κάλυκα των 70 χιλιοστών, δίνουν καλύτερη ποιότητα κατανομής, δεν υπήρχαν στην αντίπαλη καθεστηκυία άποψη μετρήσεις και δοκιμές με σύγχρονα πυρομαχικά που να μπορούσαν να αποδείξουν το αντίθετο. Το θέμα από χρόνια θεωρείτο λυμένο. Δεν είμαι ιδιαίτερα ευκολόπιστος σε πειράματα και επιστημονικές μετρήσεις, γι’ αυτό άλλωστε και λίγο πριν έβαλα τη λέξη «αποδείχθηκε» σε εισαγωγικά. Υπάρχουν πολλά συστηματικά σφάλματα σε πολλές έρευνες και στατιστικές που μπορούν να οδηγήσουν σε λάθος αποτέλεσμα. Δυστυχώς, το θεοποιημένο τρίπτυχο της αστικής επιστήμης «υπόθεση – πείραμα – απόδειξη» συχνά παράγει αλήθειες που είναι από τη φύση τους βραχύβιες και περιμένουν τη διάψευσή τους από κάποια άλλη έρευνα η οποία θα είναι βασισμένη στο ίδιο ακριβώς τρίπτυχο, λαμβάνοντας όμως κάποιους επιπλέον παράγοντες υπ’ όψιν της.
Ο ρόλος του κώνου συναρμογής
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω την πραγματικότητα αλλά θεωρώ ότι στοιχειώδης βλητική συγκρότηση αρκεί για να υποθέσει κανείς ότι και οι δύο εκδοχές στο θέμα της θαλάμης είναι πιθανό να επαληθευτούν σε ισάριθμες μελέτες. Γιατί βέβαια, αν απομονώσουμε το θέμα του μήκους της θαλάμης και περιοριστούμε σ’ αυτό, αγνοώντας μία άλλη σημαντική παράμετρο, δεν μπορούμε να έχουμε αξιόπιστα αποτελέσματα. Και αυτή η παράμετρος δεν είναι άλλη από τον τύπο και κυρίως το μήκος του κώνου συναρμογής. Του κώνου αυτού που πολύ παραστατικά οι περισσότεροι αναφέρουν αντί ως «κώνο συναρμογής» της θαλάμης στο ιδίως κοίλο της κάννης, ως «κώνο προσαρμογής», έχοντας προφανώς κατά νου την προσαρμογή της δέσμης των σκαγιών από τη μεγαλύτερη στη μικρότερη διάμετρο του ιδίως κοίλου της κάννης. Θεωρώ λοιπόν πολύ λογικό, παρ’ όλο που δεν έχω πειραματιστεί για να έχω κάποια στοιχεία να καταθέσω, ένα όπλο με θαλάμες 76 χιλιοστών και πολύ απότομους κώνους συναρμογής να δίνει κακές κατανομές με χρήση φυσιγγίων κατασκευασμένων σε κάλυκα 70 χιλιοστών, όπως θεωρώ όχι φυσικό αλλά πολύ πιθανό να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο με ένα όπλο με magnum θαλάμες και πολύ επιμήκεις κώνους συναρμογής.
Το παράδοξο του τζόγου στα κλειδιά
Όμως το ζήτημα του μήκους της θαλάμης δεν απασχολεί μόνο εκείνους που έχουν σύγχρονα όπλα και ενδιαφέρονται για την καλύτερη δυνατή κατανομή σκαγιών. Απασχολεί και πολλούς κατόχους καλών, αξιόλογων, αλλά παλιών όπλων, που έχουν θαλάμες 65 χιλιοστών και η ένδεια φυσιγγίων γεμισμένων σε 65άρη κάλυκα, τους σπρώχνει να διαπραγματευτούν την επιμήκυνση θαλάμης στο όπλο τους. Πριν αναφερθεί οτιδήποτε, πρέπει να τονιστεί ότι μια τέτοια επέμβαση μπορεί να γίνει μόνο μετά από μέτρηση του πάχους τοιχώματος της κάννης και σύμφωνη γνώμη κάποιου έμπειρου και έντιμου οπλουργού. Εδώ όμως συμβαίνει το εξής, εκ πρώτης όψεως, παράδοξο: έχει παρατηρηθεί ότι όπλα των οποίων επιμηκύνθηκαν οι θαλάμες τους, παρ’ ότι χρησιμοποιούσαν φυσίγγια εξαιρετικά χαμηλών πιέσεων αλλά με μήκος κάλυκα 70 χιλιοστά, παρουσίασαν σε σύντομο χρονικό διάστημα τζόγους στα κλειδιά. Μ’ άλλα λόγια «κούνησαν» οι κάννες τους. Ανενδοίαστα, λοιπόν, οι κάτοχοι αυτών των όπλων κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα φυσίγγια που χρησιμοποίησαν ήταν ένα προϊόν εξαπάτησής τους και ανέπτυσσαν υψηλές πιέσεις.
Δεν υπάρχει βεβαιότητα
Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη είναι ότι στα παλιά καλά όπλα καλούταν ο οπλοκατασκευαστής να συνδυάσει την ελαφρύτερη δυνατή κατασκευή με τη μέγιστη δυνατή αντοχή. Και βέβαια, η αφαίρεση περιττού βάρους σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται και από την κάννη σε σημεία που δεν χρειάζεται περισσότερο υλικό. Επιμηκύνοντας, λοιπόν, τη θαλάμη του όπλου, αλλάζει όλος ο συνδυασμός εφαρμογής των πιέσεων κατά τη βολή και κυρίως ο συνδυασμός καταπόνησης συγκεκριμένων σημείων του οπίσθιου μέρους των καννών, των κλειδιών και της μπάσκουλας. Η αλλαγή αυτή είναι κατά ελάχιστα χιλιοστά και σε μια σύγχρονη, μαζικής παραγωγής, οπλοκατασκευή δεν θα δημιουργούσε κανένα πρόβλημα. Σε ένα άκρως ποιοτικό παλιό όπλο, όμως, δεν είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει τέτοιο πρόβλημα αλλά δεν μπορεί και να αποκλειστεί. Και βέβαια ποτέ δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε αναδρομικά τις πιέσεις των φυσιγγίων που έριξε σε μια διετία ή τριετία, μετά την επιμήκυνση θαλάμης στην οποία υποβλήθηκε ένα τέτοιο όπλο.
Ας συμβιβαστούμε με τις προδιαγραφές
Καλό είναι, λοιπόν, για να απαντήσω και στο ερώτημα που μου έθεσαν σε πρόσφατη κυνηγετική έκθεση τρεις διαφορετικοί αναγνώστες και κάτοχοι παλιών καλών δίκαννων, όταν επιλέγουμε ένα παλιό παραδοσιακό και ποιοτικό όπλο, να συμβιβαζόμαστε με τις προδιαγραφές του αλλά και με την περιορισμένη προσφορά κοντών φυσιγγίων στην αγορά και να αποφεύγουμε νεωτερισμούς οι οποίοι ίσως δεν θα θέσουν σε κίνδυνο τη σωματική μας ακεραιότητα, όμως κανείς δεν μπορεί να μας εγγυηθεί ότι δεν θα προκαλέσουν πρόωρη γήρανση και προβλήματα στο αγαπημένο μας όπλο. Άλλωστε, μία από τις σημαντικές αξίες στην απόκτηση ενός παλιού ποιοτικού όπλου, είναι η δυνατότητα που μας παρέχει, αν το συντηρήσουμε σωστά, να το περάσουμε αλώβητο στις επόμενες γενιές.