Κυνήγι υδροβίων με σύνεση και προσοχή!

Οι αγριόπαπιες μαζί με τα άλλα υδρόβια θηράματα, θαρρείς και μαγεύουν τους κυνηγούς, που παρ’ όλες τις δύσκολες συνθήκες κυνηγίου, αισθάνονται ιδιαίτερη ευχαρίστηση να αντιμετωπίζουν τους φτερωτούς κατοίκους του νερού.
Ωστόσο, το κυνήγι των υδροβίων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στις τοπικές και γενικές απαγορεύσεις που ισχύουν. Μια φρόνιμη λύση είναι να επικοινωνούμε με τα κατά τόπους Δασαρχεία ή Κυνηγετικούς Συλλόγους που μπορούν να μας δώσουν τις σαφείς οδηγίες που αφορούν το κυνήγι στην περιφέρεια ευθύνης τους.

Τα θηρεύσιμα είδη στη χώρα μας πλέον είναι η Πρασινοκέφαλη, το Σφυριχτάρι, η Σουβλόπαπια, η Σαρσέλα, η Χουλιαρόπαπια, το Κιρκίρι, η Κυνηγόπαπια, η Τσικνόπαπια, η Φαλαρίδα, η Νερόκοτα, το Μπεκατσίνι, η Καλημάνα, Ασπρομετωπόχηνα και η Φλυαρόπαπια.

Το κυνήγι για το Σφυριχτάρι, τη Σουβλόπαπια, τη Σαρσέλα, τη Χουλιαρόπαπια, την Τσικνόπαπια, τη Φαλαρίδα, τη Νερόκοτα, το Μπεκατσίνι και την Ασπρομετωπόχηνα επιτρέπεται από 15/9 ως 10/2, όλες τις ημέρες, με επιτρεπόμενο αριθμό 12, εκτός από το Μπεκατσίνι, του οποίου ο επιτρεπόμενος αριθμός φτάνει τα 10.
Από 15/9 ως 10/2 επιτρέπεται η θήρα για το Κιρκίρι, την Πρασινοκέφαλη, την Κυνηγόπαπια και τη Φλυαρόπαπια, όλες τις ημέρες με επιτρεπόμενο αριθμό 12. Την ίδια περίοδο επιτρέπεται και το κυνήγι της Καλημάνας, με επιτρεπόμενο αριθμό 10.

Πρασινοκέφαλη: τη συναντούμε σε ανοιχτούς υγρότοπους με λάσπη, πηγές, αρδευτικά κανάλια, ποτάμια κ.λπ. Ζει κοντά σε στάσιμα ή ρέοντα νερά, καθώς και σε υφάλμυρα, σε εκβολές ποταμών, σε λίμνες και ακτές με ρηχά νερά και νησίδες. Δείχνει προτίμηση σε υδρόβια βλάστηση από καλάμια και υδροχαρή δένδρα. Γενικά, προτιμά βάθος νερού μέχρι ένα μέτρο για να τρέφεται, και μερικών μέτρων βάθος για να ξεκουράζεται.

Σφυριχτάρι: προτιμά ανοιχτά και απλωμένα ρηχά νερά μέτριας ποιότητας, με επαρκή βυθισμένη ή επιπλέουσα βλάστηση, όχι όμως πυκνή. Είναι είδος μεταναστευτικό και από δακτυλιώσεις φάνηκε ότι αυτά που ξεχειμωνιάζουν στην Ελλάδα έρχονται από τη Δυτική και Κεντρική Σιβηρία και φτάνουν μέχρι τη βόρεια Αφρική.

Σουβλόπαπια: δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση σε ρηχούς, εκτεταμένους υγρότοπους  και πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις. Προτιμά ευτροφικούς βιότοπους. Το χειμώνα τη συναντάμε σε ρηχούς υγρότοπους στις ακτές θαλασσών, εκβολές ποταμών και πλημμυρισμένα δέλτα.

Σαρσέλα: ολοκληρωτικά μεταναστευτικό είδος, όλος ο πληθυσμός μετακινείται αλλάζοντας βιότοπους ανάλογα με την εποχή. Προτιμά καλά προστατευμένα, ρηχά, γλυκά νερά, τα οποία εναλλάσσονται με χορτολιβαδικές εκτάσεις και πλημμυρικά νερά ή άλλου είδους υγροτόπους με αρκετή βλάστηση, υδρόβια και μη, όχι πολύ πυκνή και με μεγάλο ύψος.

Χουλιαρόπαπια: είδος περισσότερο μεταναστευτικό, συναντάται σε πεδινές εκτάσεις, ρηχούς αλλά μόνιμους υγροτόπους με καλή παραγωγικότητα, χωρίς να είναι αρκετά εκτεταμένοι. Προσελκύεται από ριζοχώραφα, από χωράφια εμπλουτισμένα με κοπριά, καθώς και από χωράφια πλημμυρισμένα κατά τόπους.

Κιρκίρι: προτιμά μικρής έκτασης ανοικτούς ή απομονωμένους βιότοπους, τεχνητές λιμνούλες, λιμνοθάλασσες, πλατώματα ποταμών και ποτάμια με ήρεμη ροή. Δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση σε κοιλάδες με μικρά ποτάμια ανάμεσα σε δάση, ενώ συχνά απαντά και σε σημεία με νερό μακριά από ευρύτερους υγροτόπους.

Κυνηγόπαπια: συχνάζει σε υγροτόπους με βάθος νερού ένα ως δυόμισι μέτρα, για να τρέφεται. Δεν προτιμά γλυκά νερά γι’ αυτό και τη συναντούμε συχνά σε αλμυρά ή υφάλμυρα νερά όπως ρηχές ακτές, λιμνοθάλασσες, δέλτα ποταμών και μικρούς ρηχούς κόλπους.

Τσικνόπαπια: προτιμά ανοιχτά γλυκά νερά, συνήθως ελεύθερα από επιφανειακή επιπλέουσα βλάστηση. Το χειμώνα συχνάζει σε λιμνοθάλασσες και ρηχές ακτές, αποφεύγοντας περιοχές με μεγάλα κύματα και ανοιχτές θάλασσες, εκτός κι αν οι υγρότοποι με γλυκά νερά (λίμνες, φράγματα κ.λπ) έχουν παγώσει.

Σαρσέλα η εαρινή: είναι τα πρώτα παπιά που διέρχονται από τη χώρα μας προς τις περιοχές αναπαραγωγής στα τέλη Φεβρουαρίου και τις αρχές Μαρτίου. Μεταναστευτικό είδος, αναπαράγεται κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη και εκτός ενός μικρού πληθυσμού που διαχειμάζει στη λεκάνη της Μεσογείου, ο κύριος όγκος των πουλιών αυτών διαχειμάζει νότια της Σαχάρας σε όλο το πλάτος της Κεντρικής Αφρικής.

Πως;
Το καρτέρι είναι ο συνηθέστερος και ο πιο διαδεδομένος τρόπος κυνηγίου παπιών, με τις περισσότερες παραλλαγές. Εάν υπάρχει σκύλος να κάνει επαναφορά θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα η προσφορά του το βράδυ στα τραυματισμένα θηράματα, ιδίως όταν υπάρχει κοντή καλαμιά.
Όσον αφορά το ιδανικό κυνηγόσκυλο για παρυδάτια, αρκεί να πούμε ότι το κυνήγι στο βάλτο γίνεται φτωχότερο χωρίς την επιβλητικότητα του Λαμπραντόρ, την αρχοντιά του Γκόλντεν Ριτρίβερ και τη μαεστρία του Σπρίνγκερ.
Τα φυσίγγια που χρησιμοποιούνται γι’ αυτό το είδος κυνηγίου είναι ειδικής γόμωσης, κατάλληλα για σωστή απόδοση στο κρύο και την έντονη υγρασία. Τα μεταλλικά μέρη του κάλυκα οξειδώνονται γρήγορα, γι’ αυτό πρέπει να προφυλάσσονται όσο το δυνατόν καλύτερα, σε ειδικές αδιάβροχες τσέπες ή θήκες.
Η αποδοτικότητα των φυσιγγίων εξαρτάται και από τη σωστή προσκόπευση, την απόσταση του θηράματος και τις επικρατούσες θερμοκρασίες.

 

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook41
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top