Επιμέλεια: Γ.Χ.Ι. Πασχαλίδης, ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΞΑΝΘΗΣ
Χιλιάδες άρθρα έχουν αφιερωθεί σε αυτό το υπέροχο πουλί που έχει χιλιάδες, μαζί με εμένα, κυνηγούς – θαυμαστές σε όλο τον πλανήτη μας.
Εγώ απλά θέλω να δώσω, μια, όσο το δυνατόν, εικονογραφημένη έμφαση σε ορισμένες φυσικές ιδιαιτερότητές της που την κάνουν να ξεχωρίζει!
Η επιστημονική ονομασία της είναι Scolopax rusticola και η πρώτη της ιδιαιτερότητα είναι ότι έχει μεν συγγενικά είδη αλλά δεν έχει υποείδη.
Η αρχική ετυμολογία της ονομασίας της προέρχεται από την αρχαία μας λέξη Σκολόπαξ (επίμηκες σώμα με οξύ άκρο) (στον Αριστοτέλη υπάρχει η αναφορά: “…ο μεν κόρυδος και ο σκολόπαξ και όρτυξ επί δένδρων ου καθίζουσιν, αλλ’ επί της γης…”) και τις Λατινικές rusticus (αγροτικός) και colere (συχνάζω, ζω).
Η καθημερινή της ονομασία προέρχεται από την Ιταλική λέξη Beccaccia η οποία επίσης βγαίνει από την λέξη Becco (ράμφος).
Έχει και πολλά τοπικά “παρατσούκλια”: Ασκαλώπας, Ξυλόκοτα, Ορνιθοσκαλίδα, Σκαλόρνιθα , Σουλτάνα, Τσαπόρνιθα, Κουκουβαγιοκεφαλή, Βελουδομάτα, Μακρομύτα, Μεγαλομάτα, Αφέντρα, Γαλαζοπόδαρη, Τσιγγάνα, Βασίλισσα του Δάσους κλπ.
Με τόσα “παρατσούκλια” γίνεται από μόνη της “ιδιαίτερη και αρεστή”.
Ούτε τα ψάρια του γλυκού νερού δεν τρώνε τόσους γαιοσκώληκες απλά γιατί δεν μπορούν να τους βρουν σε αφθονία όπως τα καταφέρνει η Βελουδομάτα με εντατικό και επίμονο τρύπημα, σχεδόν κέντημα αργής ραπτομηχανής, του εδάφους!
Σχεδόν πάντα μοναχική, αρχίζει το ψάξιμό της, και για λόγους ασφάλειας λόγω αρπακτικών, το σούρουπο, και με μεθοδικά τυμπανίσματα των ποδιών της για να προσελκύσει τα σκουλήκια στην επιφάνεια, τα βγάζει για κατανάλωση από τις τρύπες που ανοίγει με το μακρύ και ευαίσθητο ράμφος της που λειτουργεί σαν ιατρική τσιμπίδα.
Καταναλώνει ποσότητα τροφής καθημερινά, ή μάλλον θα έπρεπε να πω σχεδόν ολονύχτια, διπλάσια του βάρους της. Τα σκουλήκια αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό της δίαιτάς της αλλά τρέφεται επίσης, και ανάλογα με την περιοχή της έρευνάς της, και με μικρές αράχνες, σκαθάρια, κάμπιες σκαθαριών, διάφορες άλλες προνύμφες, ξυλόψειρες, σαρανταποδαρούσες, πεταλούδες, μυρμήγκια και μύγες.
Από όλα έχει “ο μπαξές” αλλά, πρώτος μεζές οι…γαιοσκώληκες!
Το άκρο του επάνω μέρους του ράμφους της είναι πιο μαλακό και εύκαμπτο με νευρικές αισθητήριες απολήξεις για να εντοπίζει και να πιάνει την λεία της.
Σε περίπτωση έντονης παγωνιάς όμως, όταν δεν μπορεί να τρυπήσει ούτε να βυθίσει το ράμφος της στο σκληρό και παγωμένο έδαφος, η δίαιτά της μπορεί να αλλάξει σε διάφορους σπόρους δημητριακών ακόμη και σε φρούτα.
Άλλη της ιδιαιτερότητα είναι ότι τα μάτια της είναι βέβαια στα πλάγια του κεφαλιού της αλλά λίγο πιο πάνω και πιο πίσω τοποθετημένα, γεγονός που της δίνει την απίστευτη δυνατότητα όχι στερεοσκοπικής αλλά σίγουρα περιμετρικής όρασης 360 μοιρών, χωρίς να μετακινήσει το κεφάλι της (όπως σε μερικά ψάρια που κάθονται στην άμμο του βυθού καμουφλαρισμένα και ελέγχουν εχθρικές κινήσεις γύρω τους – fish-eye lens). Τα αυτιά της δε, είναι τοποθετημένα κάτω από τα μάτια της και όχι πίσω από αυτά όπως είναι το πιο φυσιολογικό.
Άσχετα εάν τρέφεται κυρίως στο ημίφως και στο σκοτάδι, έχει αρκετούς επίγειους και εναέριους εχθρούς.
Νυχτόβια επίγεια αρπακτικά όπως η αλεπού, το κουνάβι και η νυφίτσα της “στήνουν ενέδρες” αλλά και στον αέρα τα πράγματα δεν είναι καλύτερα με τα γεράκια και τους μπούφους να την βλέπουν για μεζέ. Η δε καρακάξα είναι φόβητρο και για την φωλιά της με τα αυγά της ή τα μικρά της σε μεγάλη εκτίμηση.
Χαρακτηριστικό της επίσης, όχι όμως αποκλειστικότητα γιατί το διαθέτουν και άλλα πουλιά σε άλλα σχήματα και μεγέθη, είναι το ονομαζόμενο “φτερό του ζωγράφου”. Στην βάση του πρώτου πρωτεύοντος φτερού της μπεκάτσας και κρυμμένο από τα καλυπτήρια φτερά της κάθε φτερούγας υπάρχει το παρακάτω εξαιρετικό φτερουδάκι που συγγραφείς και ζωγράφοι για πάρα πολλά χρόνια χρησιμοποίησαν και ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούν σαν θαυματουργό πινελάκι.
Μια ακόμη ιδιαιτερότητά της είναι, όταν διαισθανθεί κίνδυνο, εκ των προτέρων και όχι αναπάντεχα, να εφαρμόζει την στρατηγική τακτική να καλύπτει τα μικρά της με πλατιά φύλλα για καμουφλάζ από τους φυσικούς της εχθρούς ή να προσποιείται ότι είναι πληγωμένη για να παραπλανήσει και να απομακρύνει τον εισβολέα από την φωλιά της, ή ακόμη, εάν έχει τα περιθώρια χρόνου, να μετακινεί τα μικρά της ανάμεσα στα πόδια της πετώντας τα εκτός κινδύνου σε παραπλήσια περιοχή.
Είναι βέβαια μια ενέργεια που εφαρμόζεται και από μερικά άλλα πουλιά και ζώα αλλά η υπερβολική κρυπτική παραλλαγή της στο φυσικό περιβάλλον της και η προστασία της για τα μικρά της είναι παροιμιώδης.
Είναι γνωστό ότι πάντα κρύβεται στην πυκνή βλάστηση κατά την διάρκεια της ημέρας με την άψογη παραλλαγή της. Όταν απειλείται απογειώνεται ξαφνικά και τρομάζει ή ξαφνιάζει τον εχθρό της. Στο πέταγμα, εφαρμόζει άλλη στρατηγική. Μετά από ελάχιστα μέτρα σε ευθεία γραμμή, αλλάζει απότομα κατεύθυνση μια δεξιά και μια αριστερά ή ανάποδα, με ελιγμούς ανάμεσα στα δέντρα κάνοντας ένα “σλάλομ” ή σχηματίζοντας διάφορα “Γ” ή “L” στο πέταγμά της.
Βγαίνει όμως από την κρυψώνα της στο ελάχιστο φως (στο λυκαυγές ή στο λυκόφως) προσπαθώντας να κρυφθεί από τα διάφορα αρπακτικά και φυσικά για να βρει τροφή.
Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής της όμως, από τον Απρίλιο μέχρι και τον Ιούνιο, έχουμε μια άλλη ιδιαιτερότητα και ένα άλλο φαινόμενο.
Το τελετουργικό Roding (σε ελεύθερη μετάφραση -“επίπλευση στον αέρα”) που είναι μια διαδικασία που γίνεται από τα αρσενικά με σκοπό την αναπαραγωγή.
Στο σούρουπο λοιπόν, σχεδόν όταν αρχίζει την κραυγή της και η κουκουβάγια, τα αρσενικά πετούνε και μερικές φορές αιωρούνται σε ανοιχτούς χώρους, πάνω από το ύψος των δέντρων, σε σχεδόν τριγωνικά σχήματα, για ένα χρονικό διάστημα πριν πέσει το σκοτάδι, βγάζοντας την απαλή κραυγή “γουιζίκ” για να προσελκύσουν θηλυκά ή να τα εντοπίσουν στην γη όπου είναι η ώρα της τροφής.
Υπήρχε η θεωρία ότι ζευγαρώνουν μόνο με ένα θηλυκό αλλά από μελέτες έχει αποδειχθεί ότι κάθε αρσενικό ζευγαρώνει με αρκετά θηλυκά.
Είναι να μην αγαπιέται και να μη θαυμάζεται;