Σφοδρό κύμα αντιδράσεων από κυνηγούς, φορείς, φιλοζωικές οργανώσεις, καθώς και απλούς πολίτες ξεσηκώνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών για τα ζώα συντροφιάς που εισήχθη ήδη στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής προκειμένου να ψηφιστεί από την Ολομέλεια την ερχόμενη Τετάρτη, κατά πάσα πιθανότητα, μόνο με τις ψήφους των βουλευτών της Ν.Δ.
Από την πρώτη στιγμή δημοσιοποίησης των προωθούμενων διατάξεων, η ρύθμιση που επέβαλε την υποχρεωτική στείρωση για όλους τους σκύλους και τις γάτες είχε προκαλέσει τη γενικευμένη αντίδραση από κυνηγούς, φιλοζωικές οργανώσεις, εθελοντές και κτηνιάτρους, με την κυβέρνηση να κάνει μισό βήμα πίσω, προβληματισμένη από τη θύελλα που η ίδια ξεσήκωσε, αποφασίζοντας να δώσει εναλλακτική λύση στους ιδιοκτήτες.
Προσπάθησε με αυτό το τρόπο να βρει μια χρυσή τομή, η οποία, ωστόσο, δεν φαίνεται πως ικανοποιεί.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη νέα διάταξη, όπως αυτή κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή, με σκοπό να μειωθούν τα αδέσποτα ζώα, ο ιδιοκτήτης ζώου υποχρεούται να προχωρά σε στείρωση του ζώου εντός έξι μηνών από την απόκτησή του, εφόσον το ζώο είναι άνω του ενός έτους.
Ωστόσο, δίνεται εναλλακτική επιλογή, συγκεκριμένα η δυνατότητα αποστολής δείγματος γενετικού υλικού στο υπό ίδρυση εργαστήριο φύλαξης και ανάλυσης DNA ζώων συντροφιάς, που θα τηρείται στο Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών. Ο ιδιοκτήτης που θα αποστέλλει γενετικό υλικό θα πρέπει να πληρώσει παράβολο 150 ευρώ. Μάλιστα, σε περίπτωση που δεν στειρώσει το ζώο ή δεν αποστείλει δείγμα DNA θα επιβάλλεται πρόστιμο 1.000 ευρώ.
Στη συνέχεια, θα του χορηγείται τρίμηνη προθεσμία για να προβεί στη στείρωση ή στην αποστολή δείγματος DNA και, εάν και αυτή η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, θα επιβάλλεται εκ νέου το πρόστιμο.
Σημειωτέον πως η υποχρέωση του ιδιοκτήτη για στείρωση του δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς ή για αποστολή δείγματος γενετικού υλικού του θα αρχίσει να εφαρμόζεται από 1/3/2022. Η γενικευμένη στείρωση των ζώων συντροφιάς έχει βρει σθεναρή αντίσταση, καθώς όχι μόνο αφαιρείται το δικαίωμα στην αρτιμέλεια των ζώων, αλλά και στην αναπαραγωγή τους.
Από την πρώτη στιγμή οι κυνηγετικοί σύλλογοι είπαν «όχι στην αναγκαστική στείρωση, ναι στην αναπαραγωγή». Αμέσως μόλις κατατέθηκε το τελικό κείμενο στη Βουλή, η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος, με αναλυτική ανακοίνωσή της, εξήγησε τις σοβαρότατες ενστάσεις της, σημειώνοντας πως αν και το νομοσχέδιο βελτιώθηκε ως προς το σημείο της «καθολικής και υποχρεωτικής στείρωσης» όλων των σκύλων, ο εναλλακτικός και δαπανηρός τρόπος που προκρίνεται με την αποστολή DNA αποτελεί, όπως αναφέρει, έναν ακόμα «ανορθολογισμό».
Όπως επισημαίνει η ΚΣΕ, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, το κράτος επιβαρύνει με μεγαλύτερες δαπάνες και δυσανάλογα κόστη όσους έχουν επιλέξει να ζουν με έναν ή περισσότερους σκύλους, καταγγέλλοντας πως η υποχρεωτικότητα αποστολής γενετικού υλικού ισοδυναμεί με την οικονομική αφαίμαξη των ήδη μειωμένων εισοδημάτων τους.
«Επιβάλλεται εις βάρος των κυνηγών και όλων των άλλων πολιτών ένα επιπλέον οικονομικό χαράτσι, χωρίς καν να έχει επανέλθει σε συνθήκες κανονικότητας ο επαγγελματικός και εργασιακός τους βίος, που τόσο έχει πληγεί κατά την περίοδο της πανδημίας» ξεκαθαρίζει η Κυνηγετική Συνομοσπονδία, ζητώντας να εξαιρεθούν αυτής της υποχρέωσης οι κυνηγετικοί σκύλοι.
Την ίδια ώρα σφοδρές αντιδράσεις προκαλεί η διάταξη που ορίζει πως οι ιδιοκτήτες σκύλων ή γατών μπορούν να αναπαράξουν το ζώο συντροφιάς μία φορά σε όλη τη ζωή του, και μάλιστα ύστερα από έγκριση του δήμου.
Στην πρόβλεψη έχουν ασκήσει κριτική και οι κυνηγοί, με τη ΚΣΕ να τη χαρακτηρίζει εξαιρετικά περιοριστική, προσθέτοντας πως η αύξηση αυτού του «δικαιώματος» σε δύο γέννες στο σύνολο της ζωής ενός ζώου είναι πολύ πιο ρεαλιστική και θα ικανοποιήσει χιλιάδες πολίτες, χωρίς να υπονομεύει την ευζωία των δεσποζόμενων σκύλων.
Εν τω μεταξύ, με το προς ψήφιση νομοσχέδιο ιδρύεται το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς, ενώ θεσπίζεται ηλεκτρονικό βιβλιάριο ή αλλιώς ψηφιακός φάκελος υγείας για τα ζώα. Τα πρόστιμα για όσους δεν εγγράψουν τα ζώα και δεν τηρούν τις νέες υποχρεώσεις θα είναι τσουχτερά. Επιπλέον, αυστηροποιούνται οι ποινές για την κακοποίηση ζώων. Ειδικότερα, η κακοποίηση ζώου επιβάλλει πρόστιμα από 5.000 έως 15.000 ευρώ, ανάλογα με τη σοβαρότητα του αδικήματος, ενώ για φόνο, βασανισμό, εκούσιο τραυματισμό, εγκατάλειψη νεογέννητων ζώων, καθώς και πώληση και εμπορία προβλέπεται πρόστιμο από 30.000 έως 50.000 ευρώ για κάθε ζώο και για κάθε περιστατικό.
Όσοι, δε, βάζουν φόλες κινδυνεύουν με ποινή κάθειρξης έως 10 έτη και χρηματική ποινή έως 50.000 ευρώ. Ακόμα με το νομοσχέδιο προβλέπεται πως σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης επιθυμεί να αποχωριστεί το ζώο συντροφιάς και δεν υιοθετηθεί, το παραδίδει στην αρμόδια υπηρεσία του δήμου. Οφείλει, ωστόσο, να καταβάλει 300 ευρώ για σκύλο και 100 ευρώ για γάτα ή άλλο ζώο συντροφιάς.
Να σημειωθεί πως την έντονη αντίδραση της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας έχει προκαλέσει και η απαράδεκτη, αντισυνταγματική και εμμέσως «ρατσιστική», όπως την αποκαλεί, πρόβλεψη για επιπλέον ποινή αφαίρεσης της άδειας θήρας στην περίπτωση παράβασης διατάξεων του νόμου από κυνηγούς. Η ΚΣΕ ζητά την αφαίρεση της επίμαχης πρόβλεψης, ξεκαθαρίζοντας πως σε διαφορετική περίπτωση θα ασκήσει όλα τα ένδικα μέσα για να απαλείψει αυτήν τη «διάκριση».
Το νομοσχέδιο εισήχθη στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής εν μέσω οξύτατων αντιδράσεων από άπασα την αντιπολίτευση, με τα κόμματα να διαφωνούν τόσο με την οριζόντια στείρωση όσο με το διοικητικό φόρτο που επωμίζονται οι δήμοι, χωρίς, όπως καταγγέλλουν, να εξασφαλίζονται προσωπικό και χρηματοδότηση. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε να αποσυρθεί το σχέδιο νόμου, με τον Στέλιο Πέτσα να καλεί τα κόμματα να καταθέσουν τις δικές τους εναλλακτικές προτάσεις, αντί της στείρωσης, προκειμένου να μειωθούν τα αδέσποτα, ενώ επέμεινε πως, εκτός από μεταφορά αρμοδιοτήτων, θα υπάρξει και μεταφορά πόρων στους δήμους.