Αξιολόγηση, αισθητική και λειτουργικότητα
Προσωπικά, πρέπει να ομολογήσω στον αναγνώστη ότι θεωρούσα κοινότυπο και πεπερασμένο το θέμα των ξύλινων τμημάτων του όπλου, ακριβέστερα το θέμα της ποιότητας των ξύλων στις οπλοκατασκευές. Δεν θα σκεφτόμουν λοιπόν ποτέ τη συγγραφή ενός άρθρου σαν αυτό που διαβάζετε. Επισκέψεις αναγνωστών στο γραφείο μου και πολλά τηλεφωνήματα ήταν το έναυσμα γι’ αυτό το άρθρο. Διαπίστωσα ένα μπλοκάρισμα σε πολλούς αναγνώστες και οπλόφιλους να προχωρήσουν μετά τον πρώτο εντυπωσιασμό στην ουσιαστική αξιολόγηση και στον εντοπισμό της προέλευσης του ξύλου ενός ελκυστικού κοντακιού.
Οι ιδιότητες της ρίζας σε σχέση με τον κορμό, τα προτερήματα της καυκασιανής καρυδιάς απέναντι σε εκείνη των Πυρηναίων Ορέων και η λειτουργικότητα των νερών και των πιθανών ρόζων σε ένα κοντάκι, διαπίστωσα ότι χρειαζόντουσαν άλλη μία, ίσως πιο κωδικοποιημένη, αναφορά. Ας ξεκινήσουμε όμως από τη σχέση της ουσίας με την αισθητική.
Λειτουργικότητα και ομορφιά
Η εντυπωσιακή εμφάνιση ενός ωραίου κοντακιού από ρίζα καρυδιάς θεωρούν πολλοί ότι σχετίζεται μόνο με την αισθητική και καθόλου με τη λειτουργικότητα. Αυτό δεν ισχύει. Τα νερά ενός ωραίου κομματιού ρίζας υποδηλώνουν συνήθως και μεγαλύτερη πυκνότητα σ’ αυτό το κομμάτι, πάντα εν συγκρίσει προς ένα κομμάτι με λιγότερα νερά του ίδιου δέντρου. Επιπλέον, μπορεί να μην έχει μετρηθεί ποτέ, αλλά θεωρείται ότι η σωστή διάταξη των νερών σε ένα κοντάκι μειώνει το λάκτισμα. Και ως σωστότερη διάταξη θεωρείται εκείνη που τα νερά του ξύλου βαίνουν παράλληλα με τη ράχη ή την κάτω πλευρά του κοντακιού (ή οποιαδήποτε συνισταμένη αυτών των δύο), αλλά λίγο πριν το πέλμα σχηματίζουν κατά το δυνατόν γωνία 90 μοιρών, συνεχίζοντας την πορεία τους παράλληλα με το πέλμα του όπλου. Ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτή τη διάταξη των νερών, που κατευθύνει σε τελικά ανάλυση το κομμάτι της ρίζας που θα επιλεγεί (που θα κόψουμε το ξύλο), δίνουν πολλοί μεγάλοι κατασκευαστές, όπως για παράδειγμα ο κορυφαίος Λονδρέζος οπλοκατασκευαστής Boss.
Αλλά και στην αντοχή του κοντακιού τα νερά διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο. Η σωστή διάταξή τους ενισχύει έμμεσα την αντοχή του κοντακιού. Και λέω έμμεσα γιατί στην πράξη απλώς δεν επιβαρύνει την αντοχή του, αφήνοντας αμείωτο το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης πυκνότητας που προσδίδουν στο ξύλο. Από την άλλη μεριά η λάθος διάταξη των νερών, μειώνει κάποιες φορές αισθητά την αντοχή του κοντακιού, προάγοντας ραγίσματα και θραύσεις. Αυτό το φαινόμενο γίνεται πιο έντονο όταν παρατηρούνται κάθετα νερά στο κρισιμότερο, το πρόσθιο μέρος του κοντακιού (λαιμός), εκεί που συναρμόζεται με τη μπάσκουλα του όπλου.
Οι ρόζοι αντίθετα, αποτελούν μεγάλο πρόβλημα γιατί ποτέ δεν ξέρουμε αν και σε ποια φάση της ζωής του όπλου θα αποκολληθούν από τη μάζα του ξύλου, εγκαταλείποντας κενή τη θέση τους και αναγκάζοντας τον οπλουργό να την τσοκάρει, μειώνοντας αισθητά έτσι την αξία και την ποιότητα του κοντακιού.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο σπανιότατα συναντάμε ρόζους στα ξύλινα μέρη των όπλων. Εξαίρεση αποτελούν κάποια πολύ φθηνά όπλα και κάποια πανάκριβα. Τα φθηνά λόγω αδιαφορίας του οπλοκατασκευαστή για τις προοπτικές μακροζωίας του όπλου. Τα πανάκριβα γιατί αποφάσισε ο κατασκευαστής τους να πάρει το ρίσκο μίας πολύ εντυπωσιακής και ριψοκίνδυνης κατασκευής κοντακιού, με ρίζα καρυδιάς που καλείται «μάτι πουλιού» (bird’s eye). Αυτός ο τύπος ρίζας καρυδιάς εμπεριέχει πολυάριθμους μικροσκοπικούς ρόζους, ιδιαίτερα εντυπωσιακούς και σκούρους, από όπου παίρνει και το όνομά του. Οι ρόζοι αυτοί αποκολλώνται σπανιότερα από ότι οι ευμεγέθεις ρόζοι, χωρίς όμως να αποκλείεται τελείως αυτό το δυσάρεστο ενδεχόμενο. Τον κίνδυνο να χρειαστεί μετά από αρκετές εργατώρες να επαναλάβει ο κοντακάς εξ’ ολοκλήρου την κατασκευή του κοντακιού, γιατί κάποιοι ρόζοι αποκολλήθηκαν, τον μετακυλύει φυσικά σε προστιθέμενο κόστος στον αγοραστή του όπλου.
Σε επίπεδο αισθητικής μία πολύ απλοϊκή συνταγή που μου έρχεται στο μυαλό από τότε που ένας ευκατάστατος έμπορος ξυλείας και συλλέκτης αποζητούσε επίμονα ξύλα χωρίς νερά στα κοντάκια των όπλων του, είναι ότι «αισθητικά αξιολογούμε και επιλέγουμε το κοντάκι με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο από ότι τα ξύλα για το παρκέ του σπιτιού μας».
Στο δρύινο δάπεδο ενός σπιτιού θεωρείται πλεονέκτημα να εντοπίσουμε και να αγοράσουμε ξυλεία απόλυτα ισόβενη, χωρίς καθόλου νερά που θα προκαλούσαν στο δάπεδο «παραφωνίες». Γι’ αυτό και ο ξυλέμπορος που προανέφερα, μετάφερε την αισθητική της ξυλείας που εμπορευόταν στα όπλα του, αποστρεφόμενος τις ρίζες καρυδιάς και τα νερά. Με τον ίδιο λάθος τρόπο που ένας οπλόφιλος, επηρεασμένος από τη λατρεία του στις ρίζες καρυδιάς, θα διάλεγε ξύλινο πάτωμα με έντονα νερά.
Ας περάσουμε όμως στις μεγάλες «πατρίδες» καρυδιάς για όπλα και στα χαρακτηριστικά τους.
Ο Καύκασος και τα Πυρηναία Όρη
Η καυκασιανή καρυδιά θεωρείται (και είναι) η κορυφαία του κόσμου. Ως «καυκασιανή» ορίζεται η ποικιλία καρυδιάς που φύεται σε μία πολύ μεγάλη έκταση, ακόμη και πολύ πέρα από τον Καύκασο, κυρίως στη Βορειοδυτική Ασία. Κορυφαία εκδοχή της θεωρείται η καρυδιά της Κιρκασίας. Οι ρίζες της δίνουν επιμήκη και συχνά σγουρά νερά, κυριολεκτικά έργα τέχνης. Η πυκνότητά τους είναι τόσο μεγάλη που εγγυάται σημαντική αντίσταση στην κρούση και την αποτριβή. Η απόχρωσή τους είναι πιο σκούρα από άλλες καρυδιές. Τέλος, οι όγκοι που παρουσιάζουν οι καρυδιές αυτές στον κορμό και στην ρίζα τους δίνουν συνήθως τα εντυπωσιακότερα νερά, ιδιαίτερα αν η θέση του όγκου είναι στον αυχένα του δέντρου, κατά ένα μέρος δηλαδή υπέργεια και κατά ένα μέρος υπόγεια.
Η καρδιά των Πυρηναίων Ορέων διαθέτει εκείνο το άκρως ελκυστικό ανοιχτό, μελί χρώμα, που πέρα από την οπτική απόλαυση που προσφέρει, αποτελεί και το ιδανικό φόντο για την ανάδειξη των σκούρων νερών, λόγω έντονης χρωματικής αντίθεσης. Είναι η καρυδιά εκείνη που δίνει συχνότερα δικτυωτά, διασταυρούμενα νερά, παρόμοια με αυτά που παρουσιάζουν πολλοί τύποι μαρμάρων. Όλοι έχουμε ακούσει την έκφραση «μια καρυδιά, σκέτο μάρμαρο!». Το μειονέκτημα της καρυδιάς των Πυρηναίων Ορέων είναι ότι η αισθητική της δεν συμβαδίζει με την αντοχή της. Με άλλα λόγια η πυκνότητά της είναι συνήθως μικρότερη από της καυκασιανής καρυδιάς, γεγονός που την κάνει να αποδεικνύεται υποδεέστερη σε αντοχή στην κρούση και την αποτριβή. Διαθέτει όμως λίγο μεγαλύτερη ελαστικότητα που πολλοί τη θεωρούν προτέρημα στο ενδεχόμενο που θα χρειαστεί ένα κοντάκι αλλαγή κλίσης (στρίψιμο). Προσωπικά, δεν συμφωνώ με την άποψη αυτή γιατί είναι διαπιστωμένο ότι όσο πιο εύκολα στρίβει ένα κοντάκι, εξίσου εύκολα επανέρχεται ακούσια στην αρχική του θέση, μετά από λίγο καιρό.
Άλλες ποιότητες καρυδιάς είναι η ιδιαίτερα οικονομική αμερικάνικη καρυδιά που συναντάμε σε πολλά αυτογεμή. Η καρυδιά αυτή χαρακτηρίζεται από τα ήπια, ακτινωτά, ευθύγραμμα νερά που προσομοιάζουν με ιριδισμούς του ξύλου όταν το χτυπάει ο ήλιος.
Η επιλογή της καρυδιάς
Η περιοχή προέλευσης μιας καρυδιάς, αποτελεί το βασικό ποιοτικό κριτήριο, αλλά δεν είναι το μόνο. Για να δώσει καλής ποιότητας ξύλο μία καρυδιά, ακριβέστερα μία ρίζα καρυδιάς, υπάρχουν και άλλες προϋποθέσεις. Είναι καλό η καρυδιά αυτή να βρίσκεται σε ορεινά ή ημιορεινά εδάφη, οπωσδήποτε σε πρανές έδαφος που αποβάλλει γρήγορα τα νερά της βροχής. Επιπλέον πρέπει το έδαφος εκεί να είναι πετρώδες και άγονο, ώστε να στραγγίζουν γρήγορα τα νερά από τις ρίζες. Τέλος ιδανικό είναι η καρυδιά αυτή να έχει υπερβεί το εκατοστό έτος της ηλικίας της, πράγμα που διαπιστώνεται εύκολα, γιατί η καρυδιά κάπου ανάμεσα στα 100 και 130 έτη ζωής της σταματάει να δίνει καρπό. Αυτονόητο είναι ότι το κόψιμο μιας καλής καρυδιάς αχρηστεύει ένα ποιοτικό ξύλο αν δεν ακολουθηθούν οι σωστές διαδικασίες απεντόμωσης, σχισίματος και μακρόχρονης (τουλάχιστον επταετούς) ξήρανσης σε σωστές συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας. Η επιλογή του τελικού τεμαχισμού που θα δώσει τους τάκους για τα κοντάκια και τους ξυστούς, καλό είναι να γίνεται παρόντος κάποιου έμπειρου κοντακά που θα επιλέξει εκείνα τα σημεία κοπής που εγγυώνται τη σωστή τελική διάταξη νερών στο κοντάκι.
Αποζητάμε πάντα ένα πολύ καλό κοντάκι
Απορούν πολλοί κυνηγοί και συλλέκτες γιατί κάποιες μεγάλες και πανάκριβες εταιρείες όπλων δεν επιλέγουν αντίστοιχα εντυπωσιακά ξύλα στα κοντάκια τους. Αυτό είναι ένα θέμα σεβασμού των οπλοκατασκευών και του πελάτη. Στις μέρες μας, τα εντυπωσιακά ξύλα έχουν γίνει ένα επιπλέον στοιχείο αξιολόγησης και εντυπωσιασμού στις σύγχρονες οπλοκατασκευές. Μπορεί να συναντήσουμε ακόμη και σε ένα φθηνό αυτογεμές ένα κοντάκι που μόνο του ως πρώτη ύλη υπερβαίνει το 50% του συνολικού κόστους του όπλου. Και αυτό παραμένει εντυπωσιακό, αλλά είναι και παράταιρο και παράλογο. Και εδώ έρχεται η απάντηση στην απορία για τους μεγάλους κατασκευαστές που δεν χρησιμοποιούν πάντα εντυπωσιακά ξύλα. Η αρμονία είναι βασική αρχή που διέπει τις λειόκαννες οπλοκατασκευές. Τουλάχιστον έτσι πρέπει να είναι, γιατί ως γνωστόν δεν ισχύει πάντα.
Οι κατασκευαστές λοιπόν που αντιμετωπίζουν με ευλάβεια την ιστορία του λειόκαννου και επιδιώκουν την απόλυτη αρμονία στα προϊόντα τους, επιλέγουν η ποιότητα των ξύλινων τμημάτων των όπλων τους, να βρίσκεται σε απόλυτη αντιστοιχία με τη θέση, τη βαθμίδα που κατέχει το όπλο αυτό στη γκάμα των οπλοκατασκευών τους. Χρειάζεται πράγματι εξαιρετικά επίπεδα εσωτερικής ισορροπίας και πραγματικής οπλολατρείας για να επιλέξει ένας οπλογνώστης τα ξύλα του όπλου του με κριτήριο την αντιστοιχία τους προς τη συνολική ποιότητα κατασκευής του όπλου και όχι με μόνο κριτήριο τον εντυπωσιασμό. Ακριβώς όπως ένας λάτρης των καλών ρολογιών θα θεωρούσε ιεροσυλία ένα φθηνό ρολόι καθημερινής χρήσης να είναι χρυσό.