Πολλοί θεωρούν δεδομένο ότι το βάρος γόμωσης ενός φυσιγγίου σε σκάγια, βρίσκεται σε απόλυτη αντιστοιχία με τις μέγιστες πιέσεις που αυτό αναπτύσσει. Άλλοι πάλι (δυστυχώς λιγότεροι), πιο υποψιασμένοι, θέτουν συχνά το ερώτημα, «πόση σχέση έχει το βάρος γόμωσης σε σκάγια με το βάρος γόμωσης σε πυρίτιδα και παραπέρα τι σχέση έχουν όλα αυτά με τις πιέσεις που αναπτύσσει ένα φυσίγγι;».
Δυνάμεις πίεσης και αντίστασης
Η πυρίτιδα ως εύφλεκτο (και όχι εκρηκτικό, όπως συχνά αναφέρεται) υλικό, όταν πυροδοτηθεί σε κλειστό χώρο αναφλέγεται και η καύση της εκλύει θερμότητα. Τα αέρια της καύσης μέσα στο φυσίγγι έχουν την τάση να εξαπλώνονται προς όλες τις κατευθύνσεις και να πιέζουν τη βάση του κάλυκα, τα πλαϊνά τοιχώματά του και τη βάση του εμφρακτικού υλικού (τάπας ή συγκεντρωτήρα) που βρίσκονται προς τα πάνω, με ίση περίπου δύναμη ανά μονάδα επιφανείας. Τα τοιχώματα της κάννης και ο καθρέφτης της μπάσκουλας ανθίστανται στις δυνάμεις αυτές και έτσι εκτονώνονται προς τα μπρος, προωθώντας το υλικό έμφραξης που συμπαρασύρει και τα σκάγια της γόμωσης.
Η ιδανική αναλογία
Υπάρχει μια ιδανική σχέση – αναλογία βάρους πυρίτιδας και σκαγιών, που μπορεί να δώσει την ιδανική σχέση μέγιστων αναπτυσσόμενων πιέσεων και ταχύτητας στα σκάγια της γόμωσης. Η αναλογία αυτή δεν αρκεί να εντοπιστεί εφάπαξ, αλλά πρέπει να επαναπροσδιορίζεται με ακρίβεια κάθε φορά που ο κατασκευαστής φυσιγγίων αλλάζει παρτίδα πυρίτιδας. Αυτό συμβαίνει γιατί όλες ανεξαιρέτως οι πυρίτιδες (πολύ περισσότερο οι ευρωπαϊκές, σαφώς λιγότερο οι αμερικανικές τύπου ball powder) παρουσιάζουν μικροδιαφορές στη χημική τους σύνθεση και κυρίως στην υγρασία που περιέχουν, από παρτίδα σε παρτίδα. Όταν ξεφύγουμε από αυτή την «ιδανική αναλογία», το αποτέλεσμα είναι η περαιτέρω αύξηση των πιέσεων με πολύ μικρότερη αύξηση των αρχικών ταχυτήτων ή και με αμελητέα.
“Ελαστικές” και “ανελαστικές” πυρίτιδες
Η επικινδυνότητα σε τέτοιες «παρασπονδίες» εξαρτάται κυρίως από την «ελαστικότητα» της χρησιμοποιούμενης πυρίτιδας. Με τον όρο «ελαστικότητα» εννοούμε το εύρος δοσολογιών που μπορεί να χρησιμοποιηθεί η πυρίτιδα αυτή. Βλέπουμε συχνά πυρίτιδες που προορίζονται για γομώσεις μέσου βάρους, 30 ως 34 ή και 36 γραμμάρια σε σκάγια για το διαμέτρημα 12, που οι προτεινόμενες δοσολογίες γόμωσης παρουσιάζουν ένα εύρος της τάξεως των 15 συχνά και 20 εκατοστών του γραμμαρίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πυρίτιδα Α1 Vectan που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε δοσολογίες 1,65 ως 1,85, σε ακραίες περίπτωσεις 1,60 ως 1,90 γραμμάρια. Αντίθετα, υπάρχουν άλλες πυρίτιδες πολύ λιγότερο ελαστικές, που 2 μόλις εκατοστά του γραμμαρίου αρκούν για να βγάλουν τη γόμωση εκτός προδιαγραφών της πυρίτιδας. Το εύρος που παρουσιάζουν οι πυρίτιδες αυτές είναι εξαιρετικά μικρό και γι’ αυτό απαιτούν μεγάλη ακρίβεια στη γόμωσή τους. Μας αποζημιώνουν, βέβαια, γιατί στην πλειονότητά τους πρόκειται για σύγχρονες, εξαιρετικά εξειδικευμένες πυρίτιδες, με πολύ καλά βλητικά χαρακτηριστικά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας πυρίτιδας είναι η GM3, που οι προτεινόμενες δοσολογίες της σπάνια είναι μικρότερης από 1,45 γραμμάρια και μεγαλύτερες από 1,52.
Η παγίδα των ελαφριών γομώσεων
Εύκολα, λοιπόν, συμπεραίνει κανείς ότι μια βαριά σχετικά γόμωση σε σκάγια, αλλά ισορροπημένη και μελετημένη από τον κατασκευαστή της, μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά ασφαλής, σε αντίθεση με μια γόμωση ενός φυσιγγίου από τα χαρακτηριζόμενα ως «θερινά» ή τα δήθεν «αγγλικού τύπου» φυσίγγια, δηλαδή με το minimum βάρος κυνηγετικής γόμωσης για το 12άρι, τα 28 γραμμάρια σε σκάγια. Επειδή όλα αυτά μπορεί να φαντάζουν πολύ θεωρητικά, πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι έχω δει (και το διατηρώ ως τεκμήριο των γραφομένων μου στην προσωπική μου συλλογή) όπλο δοκιμασμένο σε 1.200 bar, πολύ σοβαρής και αξιόλογης εταιρείας, να παρουσιάζει μερική αποκόλληση της κάννης από το μονομπλόκ από τη χρήση σκοπευτικού φυσιγγίου με μόλις 24 γραμμάρια γόμωσης! Έχω δει ακόμη φυσίγγια 31 γραμμαρίων να διαρρηγνύουν το μεταλλικό πάφυλα του κάλυκα, να σπάνε τον εξολκέα κλείστρου αυτογεμούς και να θέτουν εκτός λειτουργίας το όπλο. Με τα ίδια ακριβώς φυσίγγια, έχω δει συγκυνηγό μου να κάνει 10 λεπτά να συνέλθει μετά από βολή σε τσίχλα -σημειωτέον δε παρουσία ισχυρού ψύχους- ενώ τα επέλεξε γιατί συμπαθεί τις «ελαφριές γομώσεις» και η ένδειξη 31 γραμμαρίων σκαγιών του φάνηκε πολύ ελκυστική.
Μην επιλέγετε στην τύχη
Προφανώς, όσο ανεβαίνει το βάρος της γόμωσης σε σκάγια, ο κατασκευαστής (και συνακόλουθα ο καταναλωτής που ξέρει τι αγοράζει) καλείται να χρησιμοποιήσει πυρίτιδες πιο προοδευτικής καύσης και να επιλέξει:
α. Την περιορισμένη αύξηση των αναπτυσσόμενων πιέσεων, προκειμένου να διατηρήσει υψηλές αρχικές ταχύτητες στις γομώσεις του.
β. Τη συγκράτηση των πιέσεων σε χαμηλά επίπεδα, με κάποιες θυσίες όσον αφορά τις ταχύτητες που θα προσδώσει η γόμωσή του στα σκάγια.
γ. Το συνδυασμό των δύο προηγουμένων που αποτελεί συνήθως και την ιδανική «μέση λύση».
Ένα φυσίγγι με μικρό βάρος γόμωσης σε σκάγια αναπτύσσει σαφώς λιγότερες πιέσεις (κατά κανόνα) από ένα φυσίγγι με βαριά γόμωση σε σκάγια, μόνο με την προϋπόθεση ότι:
α. Χρησιμοποιούνται αντίστοιχης ποιότητας και καταλληλότητας υλικά.
β. Έχουν προηγηθεί οι ίδιες δοκιμές μέχρι τον εντοπισμό της ιδανικής αναλογίας πυρίτιδας και σκαγιών.
γ. Ο τύπος κλεισίματος, το υλικό έμφραξης και φυσικά το διαμέτρημα του φυσιγγίου, παραμένουν σταθερά.
Όλα αυτά, όμως, με την προϋπόθεση μιας μελετημένης και ισορροπημένης γόμωσης. Όταν παραμονές της έναρξης καταφεύγουμε σε ένα οπλοπωλείο, δεν βρίσκουμε τα φυσίγγια που προτιμάμε την εποχή αυτή και αρχίζουμε να επιλέγουμε στην τύχη, με μοναδικό κριτήριο το βάρος γόμωσης σε σκάγια, είναι αναμενόμενο να ρισκάρουμε μια λάθος και σε σπάνιες περιπτώσεις μια επικίνδυνη επιλογή.
Τι έχουν δείξει οι μετρήσεις
Πολλές φορές τα γραφόμενα κρίνονται ως «υπερβολή χωρίς αντίκρισμα στην πραγματικότητα» από τους αναγνώστες και όταν οι μετρήσεις έρθουν να τα επαληθεύσουν, δεν πιστεύουμε στα μάτια μας. Το περιστατικό που θα αναφέρω είναι πρόσφατο. Το ανέφερα και πάλι στην επισκόπηση του ξένου Τύπου σε προηγούμενο τεύχος και σε σχετικό άρθρο. Στην Τράπεζα Δοκιμών του Σαιντ Ετιέν καταφεύγει το γνωστό γαλλικό περιοδικό «Le Chasseur Francais» κάθε μήνα προκειμένου να μετρήσει τέσσερεις διαφορετικούς τύπους φυσιγγίων της ίδιας κατηγορίας, αλλά διαφορετικών εταιρειών. Οι μετρήσεις δίνονται αυτούσιες στη δημοσιότητα και συχνά δεν είναι κολακευτικές για κάποιους κατασκευαστές φυσιγγίων. Σε πρόσφατη παρουσίαση, πιο συγκεκριμένα στο τεύχος Μαρτίου του 2006, δοκιμάστηκαν και μετρήθηκαν τέσσερα διαφορετικά φυσίγγια, ένα γερμανικό, ένα ιταλικό και δύο γαλλικά, άπαντα διαμετρήματος 20, με παραδοσιακή βυσμάτωση (τάπα) και βάρος γόμωσης σε σκάγια 25 ως 28,5 γραμμάρια. Τρία από τα τέσσερα φυσίγγια ανέπτυξαν πιέσεις μεγαλύτερες από 1.000 bars! Ήταν δηλαδή επικίνδυνα, χωρίς εισαγωγικά, για οποιοδήποτε όπλο διαμετρήματος 20 έφερε δοκιμή 900 bars. Και σας βεβαιώ ότι είναι πολλά τα 20αράκια παλιότερων εποχών που έχουν δοκιμαστεί σ’ αυτές τις πιέσεις.
Το λάκτισμα και οι αρχικές ταχύτητες
Εδώ δεν συνέβαλε μόνο η ελλιπής μέριμνα των επώνυμων κατασκευαστών για την παραγωγή μικρού διαμετρήματος με συγκρατημένες πιέσεις, αλλά και η ίδια η φύση του διαμετρήματος που προάγει την αύξηση των πιέσεων. Κατά τ’ άλλα, όταν αναφέρει κανείς ότι το «παιδικό» 36αράκι αναπτύσσει απίστευτα ψηλές πιέσεις λόγω της μικρής διατομής της κάννης του, πολλοί είναι εκείνοι που γελάνε, έχοντας στο μυαλό τους το ανεπαίσθητο λάκτισμα που προκαλεί τις περισσότερες φορές το συγκεκριμένο διαμέτρημα.
Και κάτι ακόμα! Οι αναπτυσσόμενες πιέσεις δεν είναι το πρώτο στοιχείο που διαγιγνώσκεται όταν σε ένα όπλο του οποίου γνωρίζουμε καλά τη συμπεριφορά, παρατηρήσουμε ιδιαίτερα αυξημένο λάκτισμα. Το λάκτισμα, πέρα από τους εγγενείς παράγοντες του όπλου, που είναι πολλοί και γνωστοί, επηρεάζεται πολύ περισσότερο από τις αρχικές ταχύτητες μιας γόμωσης (που μπορεί να είναι υψηλές χωρίς επικίνδυνες πιέσεις), παρά από τις αναπτυσσόμενες πιέσεις…