Η απαγόρευση της οπλοκατοχής αποτελεί χαρακτηριστικό καθεστώτων που δεν εμπιστεύονται τον πολίτη. Κάθε φιλελευθεροποίηση στο χώρο της οπλοκατοχής αποτελεί δείγμα ωριμότητας μιας κοινωνίας.
Του Χρήστου Χατζιώτη
Σε συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας, η ικανοποίηση αιτημάτων μη οικονομικής φύσεως, πολύ περισσότερο αιτημάτων που η πραγμάτωσή τους θα ενίσχυε αντί να θίγει τον κρατικό κορβανά, είναι μονόδρομος για όποια εξουσία επιθυμεί κέρδη σε επίπεδο λαϊκής αποδοχής.
Ο κυνηγετικός κόσμος αναλώνεται για πολλά χρόνια σε μια αμυντική πολιτική διατήρησης κεκτημένων και σε ψυχολογικό επίπεδο δεν υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, τίποτε πιο σημαντικό από την καταγραφή κάποιας κατάκτησης. Και βέβαια, στο μυαλό των πολλών, η «μη απώλεια» κεκτημένων δεν θεωρείται κατάκτηση, όσο και αν αυτά απειλούνται κάποια περίοδο. Κατάκτηση θεωρείται η έστω και απειροελάχιστη διεύρυνση δικαιωμάτων και δυνατοτήτων. Εκτιμώ απεριόριστα τις προσπάθειες της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας τα τελευταία χρόνια και θεωρώ ότι διαθέτει την αποτελεσματικότερη ηγεσία που γνώρισε τις τελευταίες δεκαετίες. Όμως, αν με ρωτήσει κανείς ποια είναι η σημαντικότερη κατάκτησή της για μένα, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μου είναι η επαναφορά του κυνηγίου της αγριόχηνας στη λίστα των θηρεύσιμων ειδών. Ίσως, η διατήρηση του Φλεβάρη να αποτελεί μεγαλύτερη νίκη της, αλλά στον ψυχισμό του μέσου κυνηγού, νίκη αποτελεί η διεύρυνση των κατακτήσεων και όχι η αντίσταση στην απώλειά τους.
Ακούγεται τον τελευταίο καιρό ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται στην υπό όρους νομιμοποίηση της κατοχής και χρήσης των ραβδωτών κυνηγετικών όπλων. Αν κάτι τέτοιο καταφέρει τελικά να πραγματωθεί (και δεν ακρωτηριαστεί στην πορεία, όπως συνέβη με τόσες θετικές πρωτοβουλίες στο παρελθόν), θα είναι πραγματικά ένα σημαντικό βήμα που θα προσφέρει την ικανοποίηση ενός αιτήματος πολλών δεκαετιών. Η ανάπτυξη του κυνηγίου του αγριόχοιρου τα τελευταία χρόνια (προϊόν κόπων και προσπαθειών των ίδιων των κυνηγετικών οργανώσεων) προσδίδει ιδιαίτερη σημασία σε μια τέτοια κίνηση. Οι κίνδυνοι μιας τέτοιας φιλελευθεροποίησης είναι πολλοί και χρειάζεται όντως να γίνει υπό προϋποθέσεις. Από την άλλη, η απαγόρευση της οπλοκατοχής αποτελεί χαρακτηριστικό καθεστώτων που δεν εμπιστεύονται τον πολίτη. Κάθε φιλελευθεροποίηση στο χώρο της οπλοκατοχής αποτελεί δείγμα ωριμότητας μιας κοινωνίας και εμπιστοσύνης απέναντι στους πολίτες της. Ο κίνδυνος παρενεργειών (αν και περιορισμένος) δεν είναι ανύπαρκτος. Χρειάζεται, λοιπόν, σύνεση, μελέτη και σχεδιασμός προκειμένου η κίνηση αυτή να αποτελέσει τη διεύρυνση των δικαιωμάτων του έλληνα κυνηγού, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη συκοφάντηση της οπλοκατοχής συνολικά.
Είναι όχι απλά θεμιτό αλλά αναγκαίο, οι όποιες διαδικασίες εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και εξετάσεων γύρω από το νέο θεσμό να πραγματοποιηθούν κάτω από κρατικό έλεγχο και μέριμνα. Για να μη χρεωθούν οι κυνηγετικές οργανώσεις τυχόν παραλείψεις, για να διατηρήσουν την αντικειμενικότητά τους και για να μην αποτελέσουν αντικείμενο ανεύθυνων κερδοσκοπικών κινήσεων του ιδιωτικού τομέα.
Είναι, όμως, εξίσου αναγκαίο, οι όροι με τους οποίους θα γίνει μία τέτοια κίνηση, να τη βοηθήσουν να αποτελέσει ουσιαστική διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων και όχι αφορμή για αποκλεισμούς, διακρίσεις ή ρατσιστικές συμπεριφορές. Είναι, μ’ άλλα λόγια, αναγκαίο να υπάρξουν φίλτρα, προεργασία και εκπαίδευση, εξετάσεις και αυστηρή επιλογή των όσων θα έχουν την τύχη πρώτοι να αποκτήσουν με ασφαλείς όρους το δικαίωμα κατοχής και χρήσης ραβδωτών κυνηγετικών όπλων, αλλά τα κριτήρια αυτά είναι αναγκαίο να παραμείνουν αντικειμενικά!
Σίγουρα, το κυνήγι δεν πρέπει να αποτελέσει πρόσχημα στην ικανοποίηση οποιουδήποτε θα επιθυμούσε την κατοχή κάποιου ραβδωτού όπλου αδιακρίτως. Σίγουρα, η ανάγκη κατοχής ενός ραβδωτού σε κάποιο κάτοικο της Ροδόπης ή της Αρκαδίας, που το κυνήγι του αγριόχοιρου γνωρίζει ιδιαίτερη άνθιση, είναι σαφώς μεγαλύτερη από ότι στον κάτοικο ενός νησιού χωρίς τριχωτό θήραμα, που επί σειρά ετών εκδίδει τοπική άδεια κυνηγίου. Ωστόσο, σκέψεις ή λογικές ατομικών συνεντεύξεων και κοινωνικών αξιολογήσεων, ως κριτηρίων για το δικαίωμα κατοχής ραβδωτού όπλου, βρίσκονται σε μια κατεύθυνση εκ διαμέτρου αντίθετη με εκείνη που ο νόμος θα έπρεπε να κινείται: στην κατεύθυνση φιλελευθεροποίησης της οπλοκατοχής και διεύρυνσης των δικαιωμάτων του πολίτη, με αυστηρές προϋποθέσεις και όρους. Ο διοικητής οποιουδήποτε αστυνομικού τμήματος δεν είναι ούτε νομοθέτης, ούτε ψυχολόγος, για να μπορεί να κρίνει (μέσω συνεντεύξεων), αν κάποιος που έχει υποστεί την απαιτούμενη εκπαίδευση και έχει περάσει τις αναγκαίες εξετάσεις δικαιούται να κατέχει ραβδωτό όπλο. Ή τουλάχιστον αν κάτι τέτοιο κριθεί αναγκαίο, πρέπει τα κριτήρια να είναι αντικειμενικά και η τελική κρίση του να είναι υποχρεωτικά αιτιολογημένη και υπεύθυνη. Η απόχρωση των ματιών ή των μαλλιών του υποψηφίου δεν επιτρέπεται και δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο της αποδοχής ή της αναιτιολόγητης απαγόρευσης απέναντι σε έναν πολίτη, προκειμένου για την κατοχή και χρήση οποιουδήποτε καταναλωτικού αγαθού…