Κυνηγώντας στο βάλτο

Του Λεονάρδου Στεφάνου, Δασοπόνου

 

Μαγεία! Μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί η αίσθηση όταν βλέπεις τα κοπάδια με τα παπιά να μπαίνουν σε έναν υγροβιότοπο. Είναι ένα θέαμα αλλά κι ένα άκουσμα μοναδικό που σίγουρα μένει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη όποιου είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει τη ζέστη και τη θαλπωρή του σπιτιού του, για να τρέχει μέσα στο κρύο και την υγρασία με αμφίβολα πάντα αποτελέσματα.

Οι νέοι κυνηγοί, διαβάζοντας κάτι που τους αρέσει ή τους ενθουσιάζει, δεν διαβάζουν τις παραινέσεις που μπορεί να υπάρχουν στο τέλος ή τις διαβάζουν πολύ επιγραμματικά. Είναι καλύτερα, λοιπόν, να τους βάλεις σε προβληματισμό από την αρχή και μετά τους παραθέτεις και το καλό του κομμάτι.

Η χώρα μας και στην ουσία οι υδροβιότοποί μας χρησιμοποιούνται από τα υδρόβια ποικιλοτρόπως, είτε ως σταθμοί διαχείμασης είτε ως ενδιάμεσοι σταθμοί ξεκούρασης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της αποδημίας, είτε ως προσωρινοί σταθμοί όπου τα υδρόβια, που διαχειμάζουν βορειότερα, έρχονται για να αποφύγουν εξαιρετικά έντονα καιρικά φαινόμενα και μετά την πάροδό τους επιστρέφουν πάλι στους μόνιμους σταθμούς τους.

Συμπερασματικά, οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις των υδροβίων, που επισκέπτονται τη χώρα μας κατά τη διάρκεια του χειμώνα, πραγματοποιούνται όταν οι πολύ αντίξοες καιρικές συνθήκες το επιτάσσουν.

 

Ανθεκτικά και σκληροτράχηλα

Από τη φύση τους, τα υδρόβια είναι προσαρμοσμένα άριστα στις συνθήκες του βιοτόπου τους και προικισμένα με τη δυνατότητα να αντέχουν σε καιρικές συνθήκες που πολύ λίγοι οργανισμοί πάνω στον πλανήτη θα μπορούσαν να υποφέρουν.

Αυτός είναι και λόγος που μέχρι τώρα η παρουσία τους δεν είναι ικανοποιητική στους κυνηγότοπους, με ελάχιστες βέβαια εξαιρέσεις. Η εξέλιξη των καιρικών συνθηκών, μέχρι σήμερα, δεν τα έχει αναγκάσει να μετακινηθούν σε μεγάλους αριθμούς από τους τόπους όπου είναι εγκατεστημένα και υπάρχουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.

Όταν ο καιρός χαλάσει, και το χιόνι και κυρίως ο πάγος τα αναγκάσει, τα πουλιά εγκαταλείπουν τους τόπους αυτούς και μας επισκέπτονται σε μεγάλους αριθμούς.

Όποιος θέλει να ασχοληθεί με το κυνήγι των υδροβίων, πρέπει να έχει υπόψιν του μερικές λεπτομέρειες οι οποίες κάνουν το κυνήγι αυτό και το χώρο που διεξάγεται μοναδικό.

 

Ιδιαίτερα απαιτητικό κυνήγι…

Κατά το κυνήγι των υδροβίων αντιμετωπίζει κανείς, κατά κανόνα, τις πιο δύσκολες συνθήκες, είναι αναγκασμένος να στέκεται ώρες μέσα στον αέρα και το χιόνι, να είναι ταυτόχρονα ο μισός μέσα στο παγωμένο νερό, είναι υποχρεωμένος να διασχίζει μεγάλες αποστάσεις μέσα στη λάσπη και το βούρκο για να φτάσει μέχρι το καρτέρι του.

Είναι αναγκασμένος να παραμένει ακίνητος μέσα στο κρύο, πρωί και απόγευμα, με την υγρασία να του τρυπάει τα κόκκαλα και με την πιθανότητα τις περισσότερες φορές να γυρίσει πίσω άπρακτος.

Από όσα είπαμε παραπάνω προκύπτει ότι μεγάλη σημασία πρέπει να δίνει ο κυνηγός στην ένδυσή του, γιατί εκτός από λίγες περιοχές της βόρειας Ελλάδας τα πουλιά έρχονται το χειμώνα και κατά κανόνα όταν επικρατούν πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες.

 

…που κρύβει πολλούς κινδύνους

Ο κυνηγός υδροβίων, ξεκινώντας από την ένδυση και την υπόδηση, είναι αναγκασμένος να χρησιμοποιεί τον πιο εξειδικευμένο εξοπλισμό από κάθε άλλον. Μόνον αυτός έχει να αντιμετωπίσει έναν παράγοντα που δεν υπάρχει σε κανέναν άλλο κυνηγότοπο και είναι το νερό.

Πρέπει, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα να διατηρούμαστε ζεστοί και στεγνοί, είναι απαραίτητες τουλάχιστον οι γαλότσες μέχρι το γόνατο. Οι βαλτοκυνηγοί είναι εφοδιασμένοι ή με μπότες που δένουν στη ζώνη ή με μπότες που φτάνουν μέχρι το στήθος.

Πρέπει να επισημανθεί ότι οι μπότες δεν μας εξασφαλίζουν τη δυνατότητα να μπορούμε να περιφερόμαστε περπατώντας οπουδήποτε στο βάλτο. Ο βάλτος μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο πλέον επικίνδυνος τύπος κυνηγότοπου γιατί κρύβεί πολλές παγίδες που μπορεί να αποδειχθούν ακόμα και μοιραίες ανάλογα με τις συνθήκες.

 

Τα μάτια μας δεκατέσσερα

Στο βάλτο πολλές φορές τα πράγματα μπορεί να μην είναι όπως ακριβώς φαίνονται. Το έδαφος μπορεί να μην είναι εκεί όπου νομίζουμε, έτσι βλέπουμε π.χ. ότι το νερό έχει ένα βάθος γύρω στο μισό μέτρο, μπορεί αυτό να είναι βούρκος και να βρεθούμε ξαφνικά χωμένοι μέχρι τη μέση στο βούρκο και με το ένα πόδι να αιωρείται. Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν βρεθεί χωμένοι στο βούρκο ή έχουν χάσει το όπλο τους κ.λπ.

Προσοχή, λοιπόν, στις παγίδες γιατί και το σενάριο που περιέγραψα είναι ένα από τα πιο αισιόδοξα σε τέτοιες περιπτώσεις, καλό είναι, λοιπόν, όταν επισκεπτόμαστε έναν τόπο τον οποίο δεν γνωρίζουμε, να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις μετακινήσεις μας και να δοκιμάζουμε πάντα πριν πατήσουμε ή να έχουμε κάποιον που γνωρίζει καλά το μέρος.

 

Δεν ρισκάρουμε για κανέναν λόγο

Κίνδυνος είναι το ίδιο το νερό, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που επικρατούν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Πρέπει να έχει στο μυαλό του κανείς ότι όταν είσαι μέχρι τη μέση στο νερό ή όταν είσαι σε μια βάρκα, υπάρχει πάντα η πιθανότητα να βρεθείς βρεγμένος ή ακόμα χειρότερα μέσα στο νερό.

Αυτό, αναλογιζόμενοι το βάρος του εξοπλισμού που ενδέχεται να κουβαλάμε, μπορεί να αποβεί μοιραίο, σε συνδυασμό δε με το γεγονός ότι έξω ίσως επικρατούν πολικές θερμοκρασίες, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να βρεθούμε «κοκκαλωμένοι» μέσα σε πολύ λίγα λεπτά της ώρας, ακόμα κι αν γλιτώσουμε από το βούλιαγμα και δεν κολλήσουμε στη λάσπη.

Μόλις συμβεί κάτι και βραχούμε πρέπει αμέσως να γυρίσουμε πίσω και σε καμία περίπτωση δεν μένουμε σταθεροί στο καρτέρι μας.

Από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι σε περίπτωση που πέσει ένα πουλί στα βαθιά σε καμία περίπτωση δεν βουτάμε για να πάμε κολυμπώντας να το πάρουμε, κανένα πουλί δεν αξίζει περισσότερο από τη ζωή μας.

 

Από τα πιο προικισμένα πουλιά

Τα υδρόβια είναι άριστα προσαρμοσμένα στη ζωή στο βάλτο, το φτέρωμά τους αποτελείται από δύο στρώματα, ένα υπόστρωμα από πυκνό και μαλακό πούπουλο, που είναι εξαιρετικά θερμομονωτικό και από το εξωτερικό στρώμα με τα φτερά. Το φτέρωμα των υδροβίων γίνεται πλήρως αδιάβροχο αφού τα πουλιά το αλείφουν με λίπος, που παράγει ένας αδένας ο οποίος βρίσκεται στη βάση της ουράς τους, την ώρα που περιποιούνται το φτέρωμά τους.

Τα υδρόβια είναι από τα γρηγορότερα πουλιά. Είναι αξιοσημείωτο και για αυτό το αναφέρουμε, ότι κατά τη μετανάστευσή τους ορισμένα είδη πάπιας (πάντα με τον κατάλληλο αέρα) μπορεί να φτάσουν ταχύτητες που ξεπερνούν τα 100 χλμ./ώρα. Εύκολα αναλογίζεται κανείς τι αποστάσεις μπορεί να διανυθούν, ακόμα και μέσα σε μία μέρα, όταν παρουσιαστεί ανάγκη.

Η όραση των υδροβίων είναι από τις πιο αναπτυγμένες στο ζωικό βασίλειο, έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν 4 αποχρώσεις του πράσινου περισσότερες από τον άνθρωπο. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να τονιστεί η σημασία που έχει για την τελική έκβαση του όλου εγχειρήματος τόσο η προσαρμογή των χρωματισμών του ρουχισμού μας στους χρωματισμούς του περιβάλλοντος, αλλά και η ακινησία που πρέπει να τηρείται με ευλάβεια, ιδιαίτερα κατά την ώρα που τα πουλιά μάς προσεγγίζουν.

 

Αποφεύγουν τις κακοτοπιές

Αυτό όμως που κάνει τα υδρόβια να είναι πολύ συναρπαστικά ως ιδέα αλλά και στην πράξη, είναι η προσαρμοστικότητά τους στις διάφορες συνθήκες αλλά και σε πολλές συγκυρίες και καταστάσεις, σε συνδυασμό με το ρίσκο που παίρνει ο εκάστοτε κυνηγός να μείνει άπραγος ασχολούμενος με αυτά.

Τα υδρόβια δύσκολα θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει ευάλωτα αφού, λόγω της νοημοσύνης που τα διακρίνει, το πρώτο που κάνουν, μόλις πέσουν οι πρώτες τουφεκιές, είναι να εντοπίζουν τους τόπους όπου ενοχλούνται έντονα και τους αποφεύγουν συστηματικά για την υπόλοιπη περίοδο που θα παραμείνουν εκεί.

Από τις πρώτες μέρες εντοπίζουν τους τόπους που μπορούν να ησυχάζουν ανενόχλητα κι εκεί περνούν τον περισσότερο χρόνο της ημέρας, αφήνοντάς μας στη μακαριότητα της ακινησίας και της αφάνειας.

Συγκεντρώνονται συνήθως σε περιοχές όπως το κέντρο των λιμνών, ανοιχτά στη θάλασσα και στις απαγορευμένες περιοχές, υιοθετώντας πολύ συγκεκριμένες συνήθειες και τακτικές.

 

Μια συνηθισμένη μέρα…

Ένα πολύ τυπικό πρόγραμμα για τα υδρόβια κάθε μέρα είναι το εξής: πολύ νωρίς το πρωί, σκοτεινά ακόμα, σηκώνονται από τους τόπους όπου αναζητούν την τροφή τους και αναζητούν την ασφάλεια της θάλασσας ή του κέντρου της λίμνης, όπου περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας. Δεν είναι λίγες οι φορές που βλέπει κανείς τα πουλιά να σχηματίζουν ολόκληρα νησιά. Το να περάσει κάποιο πουλί σε απόσταση βολής είναι πραγματικά μεγάλη τύχη αφού συνήθως περνάνε πολύ ψηλότερα.

Αργά το απόγευμα και τις περισσότερες φορές αφού έχει ήδη νυχτώσει, τα πουλιά εγκαταλείπουν τα καταφύγιά τους για να πάνε στους τόπους όπου αναζητούν την τροφή τους.

Την τροφή τους την αναζητούν στα αβαθή νερά και κυρίως στους ορυζώνες, πόλους έλξης αποτελούν επίσης και τα πλημμυρισμένα χωράφια όπου υπήρχαν θερισμένα καλαμπόκια ή σιτάρι.

 

Σπάνια δίνουν ευκαιρίες

Βλέπουμε λοιπόν ότι τα υδρόβια είναι πολύ προσαρμοστικά πουλιά και ρυθμίζουν τις δραστηριότητές τους ανάλογα με τις συγκυρίες, έτσι ακόμα και όταν κυνηγιούνται εντατικά, αυτά θα βρουν μέρος να ξεκουραστούν κατά τη διάρκεια της ημέρας μακριά από τους κινδύνους και όταν πέσει η νύχτα θα πάνε ανενόχλητα πλέον να φάνε.

Οι μέρες που τα πουλιά είναι προσιτά στους κυνηγούς είναι πολύ λίγες σε μία κυνηγετική περίοδο. Για να εγκαταλείψουν τα υδρόβια τους τόπους όπου ησυχάζουν πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και αυτές είναι ή να φυσάει αέρας με πολύ μεγάλη ένταση, που δεν θα τους επιτρέψει να παραμείνουν στη μέση του νερού -είτε αυτό είναι στη λίμνη είτε στη θάλασσα- ή να έχει μεγάλη παγωνιά για κάποιο χρονικό διάστημα που δεν επιτρέπει στα πουλιά να κρυφτούν στα νεράκια και να αναζητήσουν την τροφή τους. Οι παραπάνω συνθήκες τα αναγκάζουν να μετακινούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και σε προσιτό ύψος, επιτρέποντας στον κυνηγό να καρπωθεί πουλιά. Αυτές οι μέρες, βέβαια, μπορεί να είναι 2–3 κάθε χρόνο και πολλοί είναι αυτοί που ζουν με το όνειρο να τύχουν μία φορά στη ζωή τους μια τέτοια περίσταση.

 

Η μαγεία του βάλτου

Ένα άλλο κομμάτι του εξοπλισμού μας, που απαιτεί εξειδίκευση στο κυνήγι των υδροβίων, είναι το όπλο αλλά και τα φυσίγγια που θα χρησιμοποιήσουμε.

Αυτό το είδος κυνηγιού είναι που δικαιολογεί τις βαρύτερες γομώσεις, τουλάχιστον όσον αφορά τα ελληνικά δεδομένα. Ο λόγος είναι ότι τα υδρόβια είναι από τα μεγαλύτερα φτερωτά θηράματα κι έχουν το πλεονέκτημα να διαθέτουν πολύ πυκνό και παχύ φτέρωμα το οποίο δεν μπορούν να διαπεράσουν εύκολα τα ψιλά σκάγια.

Για να καταβληθεί λοιπόν άμεσα ένα πουλί που έχει μέσο βάρος γύρω στα 800 γραμμάρια, στα 35–40 μέτρα, απαιτούνται τουλάχιστον 4 σκάγια Νο 2–3, επομένως χρησιμοποιούμε σφιχτά τσοκαρίσματα με πολλά γραμμάρια χοντρά σκάγια για να έχουμε πυκνότερη δέσμη.

Ο βάλτος σού προσφέρει βιώματα που κανείς άλλος κυνηγότοπος δεν μπορεί. Τα υδρόβια είναι πολύ έξυπνα και προικισμένα από τον δημιουργό πουλιά. Πιστέψτε με, όμως, πραγματικά αξίζει τον κόπο, το ρίσκο και την ταλαιπωρία, ειδικά σε όσους αρέσουν τα δύσκολα.

 

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial
Facebook39
Instagram2k
error: Content is protected !!
Scroll to Top