Αισιοδοξώ και περιμένω “τον κακό καιρό”, να αρχίσουν να ρέουν τα ξεροποτάμια, τα ρυάκια, να γεμίσουν οι λίμνες, οι λούτσες, να μαλακώσει το έδαφος, να σαπίσουν τα πεσμένα φύλλα, τέλος πάντων να φτιάξει ο τόπος, για να περιμένουμε τη μεγάλη ιδιότροπη φίλη μας.
Του Γιάννη Αποστολόπουλου
Πάνω από 30 χρόνια κυνηγώ μπεκάτσα με πάθος, από τα πρώτα περάσματα έως το τέλος της κυνηγετικής περιόδου. Είναι αυτό το κυνήγι το κάτι άλλο, γιατί σε προδιαθέτει και ο καιρός, το ψιλόβροχο, η ομίχλη, ο μαλακός τόπος. Δουλεύουν τα σκυλιά χωρίς σταματημό και οι αισθήσεις μας βρίσκονται σε επιφυλακή, ιδίως το αφτί μας. Παλιά με το παραδοσιακό κουδουνάκι (που θα σταματήσει) και σήμερα με τα μπίπερ, των οποίων οι ήχοι αποτελούν και τη “μοναδική” παραφωνία μέσα στην αρμονία της φύσης.
Μπορώ να πω ότι σήμερα η μπεκάτσα έχει αλλάξει συμπεριφορά και δεν τη βρίσκουμε πλέον εκεί που παλιά ήταν ο βιότοπoς της: ρεματιές, βαρκά, γιούρτια, μαντριά κ.τ.λ., αλλά μέσα σε λόγγους, ντούσκα, πουρνάρια, πυκνά, έλατα και γενικά στις κλειστούρες, όπως και τα αγριογούρουνα.
Την ημέρα κρύβεται κάτω από τη βλάστηση στα δάση, καμουφλαρισμένη, χάρη στο φτέρωμά της. Πιο εύκολα μπορείς να τη δεις τα ξημερώματα στον αέρα ή το σούρουπο. Το πέταγμά της είναι γρήγορο και με απότομους ελιγμούς.
Μοναδικό και σιωπηλό πουλί. Εντοπίζει σκουλήκια κι έντομα μέσα στο μαλακό χώμα, χάρη στην πολύ ευαίσθητη άκρη του ράμφους της. Επίσης, είναι διαπιστωμένο κι από μένα ότι τρέφεται και με μικρούς σπόρους. Νομίζω ότι η συνεχής όχληση από διάφορους παράγοντες την έχουν σπρώξει εκεί.
Οι καιρικές συνθήκες έχουν φοβερή επιρροή στη συμπεριφορά της βασίλισσας μας. Δείχνει “ανάστατη” συμπεριφορά με το νοτιά και “φυσιολογική” με το βοριά.
Η εξυπνάδα της τήν έχει αλλάξει και λίγες θα είναι οι μέρες που θα την ευχαριστηθούμε, δηλαδή θα φερμάρεται και θα ξεπετάγεται κανονικά.
Πολλές φορές βρίσκουμε μόνο κοτσιλιές. Ένα κοντρόλ από το σκύλο μας και επιφύλαξη, ένα τρέξιμο από εμάς για να πάρουμε τη σωστή θέση, όμως άδικα…
Άλλες φορές βλέπουμε φέρμα και συνεχές ποντάρισμα που μπορεί να φτάσει και 500 μέτρα. Αν έχει τόπο συνεχόμενα κλειστό, η μπεκάτσα προχωρά σε απόσταση ασφαλείας από εμάς και το σκύλο, λες και γνωρίζει το βεληνεκές του όπλου μας, και ξαφνικά βλέπουμε μια σκιά κι έναν σκύλο να φεύγουν γρήγορα!
Το “έξυπνο” γονίδιο
Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι το μπίπερ μπήκε στο πετσί της και πέρασε στο γονίδιό της, γιατί οι περισσότερες παραξενιές τής συμπεριφοράς της συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια που κυκλοφόρησε αυτό το είδος του ηλεκτρονικού κουδουνιού.
Πάντως, θα πρέπει να την ψάχνουμε σε τόπους που βλέπουν το βορρά, τουλάχιστον μέχρι τέλος Νοεμβρίου και σε δάση με ανοίγματα (λάκκες) όπου κοντά υπάρχει νερό (λίμνες, ποτάμια, ρεματιές), δηλαδή το μάτι της θα πρέπει να βλέπει νερό όσο μακριά και να είναι, για να το επισκεφθεί το βράδυ. Σε όχι και πολύ απότομες πλαγιές, εκτός κι αν έχουν μέσα κάποια επίπεδα μέρη (πατάρια), σε κάποιες μύτες των βουνών που σμίγουν δύο ρέματα και τόσα άλλα μέρη που δεν μπορώ να περιγράψω σ’ αυτές τις λίγες γραμμές.
Την περίοδο του Δεκέμβρη και μετά, πιάνουν πολύ το πουρνάρι και έπειτα από κάποιες παγωνιές ή βαρύ χιόνι δύσκολα φεύγουν, γιατί βρίσκουν τροφή. Ομοίως και σε μέρη που έχει δρυ – ντούσκο, εκεί είναι η ζωή τους, γι’ αυτό και το καφέ-γκρίζο χρώμα τους.
Ξεχωριστή μυρωδιά
Κάποια φορά είχα χάσει το σκύλο μου και ψάχνοντας πού έχει σταματήσει το κουδουνάκι του, συνάντησα έναν βοσκό, τον ρώτησα μήπως είδε το σκύλο και μου είπε ότι στα 100 μέτρα πιο πέρα, δείχνοντας και το σημείο μάλιστα, είδε ένα άσπρο σκυλί να κάθεται κάτω. Πλησιάζω γρήγορα-γρήγορα εκεί, και τι βλέπω! Το σκύλο να φερμάρει ξαπλωμένος και 2 μέτρα μπροστά του, στην άκρη του πουρναριού, μια μπεκάτσα ακίνητη. Λέω στο φίλο μου που με συνόδευε να την τουφεκίσει, αλλά εκείνος προς τιμήν του αρνήθηκε. Σε λίγο, η μπεκάτσα ξεθάρρεψε και άρχισε να βόσκει μπροστά μας βλέποντας ότι δεν κινδυνεύει. Ο σκύλος την κοιτούσε έκπληκτος, αλλά ακίνητος, μόνο τα μάτια του γύριζε αργά-αργά, δεξιά, αριστερά. Τελικά μας έκανε μια “επίθεση” και τη χάσαμε! Χαλάλι της!
Κυνηγώντας ένα πέρασμα –λαμπρή μέρα- με το φίλο μου δεν προλαβαίναμε τα δύο άξια σκυλιά μας στις φέρμες. Ξαφνικά, σε μια μεριά φερμάρει η σκύλα του φίλου μου και σχεδόν μαζί, σε 30 μέτρα απόσταση, φερμάρει και ο σκύλος μου, δίνοντας την εντύπωση ότι συναινεί. Πλησιάζουμε τη σκύλα, παίρνουμε θέση, πετάγεται η μπεκάτσα, την παίρνουμε, έρχεται και ο σκύλος μου, μα μόλις τη μύρισε, πήγε ξανά σε φέρμα, στην προηγούμενη θέση, όπου υπήρχε άλλη μπεκάτσα. Θέλω να πω ότι η μπεκάτσα και το κάθε θήραμα έχει, εκτός της γενικής μυρωδιάς, και την ξεχωριστή δική του, όπου τα καλά σκυλιά τη διακρίνουν.
Κυνήγι μοναδικής ομορφιάς
Κυνηγώντας με φίλους μου μια καλή “μπεκατσομέρα” δεν μπορούσαμε να σταυρώσουμε μπεκάτσα. Τα σκυλιά μας, όλο επιφύλαξη, ποντάριζαν για λίγο και ξαφνικά έχαναν, κάνοντας σαν τρελά. Βλέπαμε κάποτε κάποια μπεκάτσα μακριά… Σε κάποιες καλές φέρμες, προσπαθώντας να πλησιάσουμε, ξεσηκώναμε τη μπεκάτσα που έφευγε μακριά μας. Κάναμε διάφορα σχέδια για να μπορέσουμε να πάρουμε κάποιες. Μετά το μεσημέρι, όμως, άλλαξαν τα πράγματα. Οι μπεκάτσες φερμάρονταν τόσο που καθάρισα την περιοχή από πέτρες και παλιόξυλα, για να πετάω μπροστά στο σκύλο, όπου υπέθετα ότι βρισκόταν, για να την ξεσηκώνω.
Ο φίλος μου, έκπληκτος και στενοχωρημένος γιατί μάλωσε την περίφημη Σέττερ σκύλα του το πρωί για τη συμπεριφορά της, νομίζοντας ότι αυτή φταίει, ρωτούσε τι άλλαξε, εγώ μη γνωρίζοντας του απαντούσα ότι αυτή είναι η ομορφιά του κυνηγίου της φίλης μας, ανάμεσα και σε αμέτρητες άλλες που μας χαρίζει.
Ένα πρωί ετοιμαζόμουν να ξεκινήσω για ένα μπεκατσοκυνήγι κι έχοντας φτάσει, βλέπω, ακόμη θαμπά, μια μπεκάτσα να κάθεται 20 μέτρα από μένα και σε λίγο μια άλλη να έρχεται για να καθίσει στο ίδιο μέρος. Όμως, η προηγούμενη με κάτι κραυγές κχ… κχ… κχ… την έσπρωχνε πριν καθίσει. Ήταν ένα εκπληκτικό θέαμα εκείνη τη στιγμή, γιατί μέχρι να “συνεννοηθούν”, ο εισβολέας πετούσε σαν κιρκινέζι πάνω από την πρώτη, η οποία ήταν σταματημένη στη θέση της.
Αυτά για την περίοδο του Δεκέμβρη, που έχουν πλέον πιάσει τις θέσεις τους, γιατί στα περάσματα βρίσκεις πολλές μαζί.
Παράξενη κι όμως λατρεμένη
Σε μια ακροποταμιά, κυνηγούσα μια μπεκάτσα που όσο και να προσπαθούσα, αυτή, ούσα πανέξυπνη, πεταγόταν από την άλλη όχθη και δεν μπορούσα να την τουφεκίσω. Από τις πολλές φορές που την είχα σηκώσει, απελπίστηκε κι έκανε μια μεγάλη πονηριά. Την είδα να φεύγει μόνη της, πριν τη φερμάρουν τα σκυλιά, και να πηγαίνει έξω από το ποτάμι στη μέση μιας χειμωνιάτικης τριφυλλιάς 10 στρεμμάτων. Ακριβώς στη μέση υπήρχε ένας θάμνος 30Χ30 εκ. και εκεί λούφαξε. Τα σκυλιά μου τρελάθηκαν. Πού είχε πάει; Ποτέ δεν θα έψαχναν σε αυτό το σημείο, αν δεν τα οδηγούσα εγώ.
Μέσα από αυτά τα λίγα τερτίπια της που ανέφερα, θέλω να δώσω να καταλάβετε πως, παρά τη μεγάλη μου εμπειρία, νιώθω ότι δεν την ξέρω. Όμως, αυτή η παραξενιά είναι και η ομορφιά που της αξίζει απόλυτο σεβασμό. Άλλωστε, αν την είχαμε μάθει, δεν θα ήταν και σε αυτούς τους πληθυσμούς.