Διασχίστε μαζί μας τον ποταμό Εύηνο, από τις πηγές του, στην κοιλάδα της Ραϊλής στα Βαρδούσια, μέχρι την Αρτοτίνα, στα δυτικά του βουνού. Ζήστε τη μαγεία της ανακάλυψης στη μυστική Εδέμ της Ελλάδας.
Τα Βαρδούσια βρίσκονται στην καρδιά της Ρούμελης και συγκεκριμένα στο νομό Φωκίδας. Είναι ένα πανέμορφο βουνό γεμάτο αντιθέσεις, με άφθονες πηγές και ρυάκια. Η επιφάνειά του ποικίλει από δασωμένες ομαλές πλαγιές και λιβάδια στρωμένα με χαλιά από αγριολούλουδα, κατάλληλα για οικογενειακές βόλτες, μέχρι απόκρημνες ασβεστολιθικές βελόνες και ορθοπλαγιές που ξεπηδούν από το ήπιο κατά τ’ άλλα ανάγλυφο του βουνού. Στις απρόσιτες αυτές βελόνες μόνο λίγοι «μυημένοι» αναρριχητές έχουν πρόσβαση, ενώ στις χαράδρες που σχηματίζονται βρίσκουν καταφύγιο τα λιγοστά αγριόγιδα που έχουν απομείνει στο βουνό. Έτσι το βουνό παρέχει τη δυνατότητα για όλες τις υπαίθριες δραστηριότητες ήπιας μορφής, όπως πεζοπορικές, αναρριχητικές εξορμήσεις, αλλά και βόλτες με ΜΤΒ στους δρόμους που έχουν ανοιχτεί στο βουνό. Τα Βαρδούσια επίσης είναι κατάλληλα για ορειβασία, παγοαναρρίχηση και ορειβατικό σκι τους χειμωνιάτικους μήνες, όταν το λευκό πέπλο του χιονιού σκεπάζει το βουνό.
Τα Βαρδούσια χωρίζονται σε τρία κύρια συγκροτήματα: το νότιο, στο οποίο δεσπόζει η ψηλότερη κορυφή του βουνού, ο Κόρακας, με υψόμετρο 2.495 μέτρα. Ξεπηδάει από ένα μεγάλο οροπέδιο καλά προφυλαγμένο απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα, τον «Μέγα Κάμπο». Το βόρειο συγκρότημα αποτελείται από τις ομαλές κορυφές Βουνό της Χωμήριανης και το Σινάνι. Τέλος, το δυτικό αποτελείται από ένα σύνολο απότομων κορυφών, χωρίς ομαλές πλευρές, με τις κύριες κορυφές του να μην πέφτουν κάτω από τα 2.000 μέτρα.
Ποτάμι με ιστορία
Η Ραϊλή είναι μία πεταλόσχημη κοιλάδα σε υψόμετρο περίπου 1.500 μ. Εκεί βρίσκονται οι πηγές του Εύηνου, ενός από τα τρία σημαντικότερα ποτάμια των Βαρδουσίων. Το ποτάμι σ’ αυτό το σημείο ονομάζεται «Καρυώτικο ρέμα» και «Φίδαρης» και διατρέχει τον ορεινό όγκο του βουνού κατευθυνόμενο δυτικά, στη βορειοδυτική Δωρίδα. Στην πορεία του δέχεται τα νερά πολλών ρυακιών και παραπόταμων. Ολοκληρώνει τη διαδρομή του στην Αιτωλοακαρνανία, εκβάλλοντας στο Ιόνιο έχοντας διανύσει απόσταση περίπου 100 χμ. Οι ντόπιοι πιστεύουν ότι το όνομά του οφείλεται στη φιδίσια μορφή του, αλλά ο περιηγητής W. M. Leake συνδέει την ονομασία του με τον πελασγικό θεό Οφίονα, γενάρχη των αρχαίων Αιτωλών.
Ο Εύηνος αρχικά ονομαζόταν «Λυκόρμας». Το μεταγενέστερό του όνομα το πήρε από τον Αιτωλό βασιλιά Εύηνο, ο οποίος καταδιώκοντας τον Ίδονα, απαγωγέα της κόρης του Μάρπισσας, πνίγηκε μέσα στο ποτάμι. Επίσης, ο μύθος αναφέρει ότι ο Ηρακλής σκότωσε στο ποτάμι τον κένταυρο Νέσσο, στον οποίο ανέθεσε να περάσει στην αντίπερα όχθη του ποταμού τη γυναίκα του Δηιάνειρα. Ο κένταυρος όμως επιχείρησε να βιάσει τη σύζυγο του ήρωα. Ο Ηρακλής στόχευσε με το τόξο του και θανάτωσε τον Νέσσο, ο οποίος με το αίμα του ράντισε το ποτάμι, πριν πεθάνει στο λόφο Ταφιασσό. Έτσι έδιναν οι ντόπιοι εξήγηση για το κόκκινο χρώμα του νερού του ποταμού μετά από καταιγίδες.
Πέρασμα από το «καπετανοχώρι»
Ο ήχος από τις μεγάλες σταγόνες βροχής στο τσίγκινο χαγιάτι του εγκαταλειμμένου σπιτιού που καταλύσαμε το βράδυ, σε συνδυασμό με τις πρώτες μουντές ακτίνες της ημέρας και τον κελαριστό ήχο του ποταμού, μας επαναφέρουν στην πραγματικότητα. Η Δάφνη, ο Κωνσταντίνος, ο Αλέξανδρος και ο γράφων μετά από μια ημέρα κοπιαστικής πεζοπορίας, στην προσπάθειά μας να διασχίσουμε τον ορεινό όγκο του βουνού, ακολουθώντας τον ρου του Εύηνου, βρίσκουμε τελικά κατάλυμα στον εγκαταλειμμένο για μισό περίπου αιώνα οικισμό Μπραουνέικα, μερικές δεκάδες μέτρα πάνω από το ποτάμι. Προορισμός μας η Αρτοτίνα, το αλλοτινό κεφαλοχώρι της περιοχής, γνωστή και ως «καπετανοχώρι» της Δωρίδας στα δυτικά, πατρίδα και κρησφύγετο πολλών οπλαρχηγών της επανάστασης του 1821.
Το θέαμα που αντικρίζουμε είναι εντυπωσιακό: Οι ασβεστολιθικές κορυφές του συγκροτήματος των δυτικών Βαρδουσίων, Γιδοβούνι, Πάνω και Κάτω Ψηλό, Πλάκα, Πυραμίδα και Αλογόραχη ξεπροβάλλουν σαν βελόνες πάνω από ένα πυκνό γκρίζο σύννεφο. Συνειδητοποιούμε τα πλεονεκτήματα της θέσης που επιλέξαμε να περάσουμε τη νύχτα. Λίγα διώροφα σπίτια μαρτυρούν την ευημερία αλλοτινών καιρών του οικισμού αλλά παρουσιάζουν σήμερα εικόνα εγκατάλειψης, καθώς είναι μισογκρεμισμένα και «πνιγμένα» στην πλούσια βλάστηση. Μερικές μηλιές, καστανιές και αχλαδιές, άγριες πλέον, τρέφουν με τους καρπούς τους τους φτερωτούς επισκέπτες του οικισμού. Στην αποθήκη και στην αυλή ενός σπιτιού βρίσκουμε χειροποίητες κυλινδρικές κυψέλες, δουλεμένες σε κορμούς δέντρων. Είναι προφανές πως η κύρια ασχολία των κατοίκων ήταν η μελισσοκομία. Το σπίτι των μελισσοκόμων φαίνεται πως εγκαταλείφθηκε ξαφνικά, γιατί μέσα στα ερείπιά του βρέθηκαν είδη νοικοκυριού, μαγειρικά σκεύη, ρουχισμός και μελισσοκομικά σύνεργα. Ο οικισμός χωρίζεται από ένα ρέμα που ενώνεται με τον Εύηνο λίγα μέτρα πιο κάτω. Πλατάνια εκατέρωθεν του ρέματος έχουν στρώσει τις όχθες του με κίτρινα φύλλα.
Για να φτάσουμε μέχρι εδώ ακολουθήσαμε τον Εύηνο από τις πηγές του στη Ραϊλή. Το ποτάμι αρχικά είναι αρκετά ανοικτό. Λίγο πιο κάτω, στα δεξιά μας, πάνω στον δασικό δρόμο που συνδέει τον Αθανάσιο Διάκο με την Αρτοτίνα, υπάρχει το παλιό τυροκομείο. Σύντομα όμως το ποτάμι στενεύει με απόκρημνα βράχια και στις δυο του πλευρές. Έτσι, παρακάμψαμε αυτό το σημείο ακολουθώντας για λίγο το δασικό δρόμο σ’ ένα θαυμάσιο τμήμα του βουνού, κάτω ακριβώς από το διάσελο Πυραμίδας και Γιδοβουνιού. Από τη στάνη που βρίσκεται εδώ και ονομάζεται «Σκασμένη Στρούγκα», κατηφορίζουμε προς το ποτάμι. Η πλαγιά που κατεβαίνουμε είναι πανέμορφη με βαθύσκιωτα δάση από έλατα και μεγάλους κέδρους. Μας συντροφεύει για λίγο ο κελαριστός ήχος ενός ορμητικού ρυακιού που χαράζει το μαλακό έδαφος της πλαγιάς που ενώνεται λίγο πιο κάτω με τον Εύηνο.
Η ροή του ποταμιού φιδογυρίζει ώστε ν’ αποφύγει τους μεγάλους γκρίζους και ρόδινους ασβεστολιθικούς ογκόλιθους. Η στάθμη εδώ είναι αρκετά χαμηλή για την εποχή. Σε κάποια απότομα σημεία το ποτάμι δημιουργεί μικρούς καταρράκτες, οι οποίοι του δίνουν μία ιδιαίτερη ομορφιά, ενώ σε μας προκαλούν προβλήματα προσπέλασης. Στα καθαρά του νερά ζουν πέστροφες και βίδρες. Σ’ ένα σημείο πάνω από την όχθη, τα σκόρπια φτερά ενός γερακιού μας οδηγούν σε ένα μεγάλο τμήμα του φτερώματος. Προφανώς εδώ κοντά είχε προηγηθεί αερομαχία με κάποιο μεγαλύτερο αρπακτικό.
Βρόχινη πορεία
Η διάσχιση ποταμού είναι όμορφη αλλά αρκετά κοπιαστική, καθώς πρέπει ν’ αλλάζει κανείς συχνά όχθη, ώστε να κινείται σε στεγνό και ασφαλές έδαφος. Απαιτείται άριστη φυσική κατάσταση, ευλυγισία και κυρίως ισορροπία. Οι πέτρες που προεξέχουν μπορεί να γλιστράνε και πριν καλά – καλά το καταλάβει κανείς να βρεθεί μέσα στο νερό. Τέτοιες ανώδυνες πτώσεις δεν τις απέφυγαν ούτε τα μέλη της ομάδας μας, δημιουργώντας ένα κλίμα ευφορίας στην κουραστική πορεία μας. Λίγα προβλήματα δημιουργούσε ο Κωνσταντίνος, ο οποίος, μαγεμένος από το τοπίο, έμενε συνεχώς πίσω για να φωτογραφίσει διάφορα θέματα και να δικαιολογήσει έτσι την πανάκριβη καινούρια του φωτογραφική μηχανή.
Στα Μπραουνέικα φτάνουμε λίγο πριν το σούρουπο, ψάχνοντας για το μέρος που θα κατασκηνώσουμε. Μετά από το δεκάωρο περπάτημα με βαριά απειλητικά σύννεφα από πάνω μας, η αναζήτηση «στέγης» δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Το χαγιάτι με το τσίγκινο υπόστεγο του μοναδικού «όρθιου» σπιτιού που μας φιλοξένησε το προηγούμενο βράδυ μετουσιώθηκε σε σουίτα ξενοδοχείου πέντε αστέρων.
Επανάσταση
Η διαδικασία του πρωινού κράτησε περισσότερο από το συνηθισμένο, καθώς μάταια περιμένουμε να ανοίξει ο καιρός. Η βροχή όμως δεν λέει να σταματήσει. Μάλλον δυναμώνει και έπρεπε να το πάρουμε απόφαση πως δεν θα αργούσαμε να την… γευτούμε. Φτάνουμε στο ποτάμι κάνοντας πράξη το ρητό «ο βρεγμένος τη βροχή δεν την φοβάται». Έτσι, ξεχυνόμαστε για τη δεύτερη μέρα περιπέτειας. Τα Gore–Tex μας κρατούν τις πρώτες ώρες. Από κάποια στιγμή όμως κι ύστερα είμαστε βρεγμένοι μέχρι το κόκαλο. Οι αστραπές φωτίζουν ξαφνικά τον ορίζοντα, ενώ οι κεραυνοί κάνουν το ομιχλώδες τοπίο πιο δραματικό. Το ποτάμι σιγά – σιγά ανοίγει, γίνεται όλο και πιο βατό και σε αρκετά σημεία υπάρχουν καλλιέργειες κοντά στις όχθες του. Παλιά εγκαταλειμμένα σπιτάκια συνθέτουν έναν πίνακα που μόνο ο χρωστήρας της φύσης μπορεί να δημιουργήσει. Παντού κυριαρχεί το πράσινο και το χρυσοκίτρινο των πεσμένων φύλλων. Μικρές αυτοσχέδιες γεφυρούλες, φτιαγμένες με κορμούς δέντρων, δεμένους μεταξύ τους απαιτούν την προσοχή μας, καθώς στις περισσότερες από αυτές οι κορμοί είναι κατεστραμμένοι. Το φιλόξενο ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας μετά το Διχαλόρεμα, μετατρέπεται για λίγο σε καταφύγιο από τη νεροποντή.
Η βροχή αρχίζει να υποχωρεί νωρίς το απόγευμα, ενώ φτάνουμε πλέον στον προορισμό μας. Στο μεταξύ έχουμε περάσει το ρέμα της Σιτίστας και το Καλογερικό. Πριν το χωριό, πάνω στην πλαγιά, βρίσκεται το μικρό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, ένα ιστορικό αλλά και θρησκευτικό μνημείο, καθώς σε αυτό μόνασε ο ήρωας της επανάστασης Αθανάσιος Διάκος.
Καθισμένοι γύρω από τη σόμπα του καφενείου της κυρα-Αρετής στην πλατεία της Αρτοτίνας το ίδιο βράδυ, πίνουμε το ζεστό ρακόμελο -πόντζι το λένε εδώ- που μας έχει ετοιμάσει η φιλόξενη ιδιοκτήτρια, στεγνώνοντας τα βρεγμένα μας ρούχα. Ξετυλίγουμε επίσης το κουβάρι της ιστορίας του οικισμού φαντάσματος, των «Μπραουνέικων», συντροφιά με μερικούς ηλικιωμένους κατοίκους του άλλοτε πλούσιου κεφαλοχωριού.
Η συζήτηση μετά από λίγο στρέφεται στην Αρτοτίνα και στον πλούτο που είχε κάποτε, καθώς και στον ρόλο που έπαιξε στον αγώνα του 1821. Η Αρτοτίνα ήταν η πατρίδα πολλών και σπουδαίων οπλαρχηγών της επανάστασης που έδρασαν σ’ αυτό εδώ το χωριό και στην ευρύτερη περιοχή για την απελευθέρωση της δυτικής και στερεάς Ελλάδας.
Σε τελική ευθεία
Το επόμενο πρωί η καταιγίδα μας βρίσκει στο μικρό καφενείο να καταστρώνουμε την κατάβαση από το βουνό. Τελικά, επικρατεί η λογική και προσανατολιζόμαστε στη μίσθωση ενός αγροτικού οχήματος που θα μας φέρει πίσω στον κύριο όγκο του βουνού όπου μας περιμένει το αυτοκίνητό μας. Πίσω από τον ανδριάντα του Αθανάσιου Διάκου στο κέντρο της πλατείας, φαντάζει το βουνό χιονισμένο, με τις απρόσιτες αιχμηρές κορυφές του να ξεπροβάλλουν διατρυπώντας το πέπλο της πυκνής ομίχλης που «έτρεχε» να εξαφανιστεί. Λίγο πιο βόρεια, ένα ουράνιο τόξο γεφυρώνει με το φανταχτερό του στεφάνι τις κάθετες ορθοπλαγιές με το ποτάμι από κάτω του. Συνεπαρμένοι από το μαγευτικό θέαμα, παρακολουθούμε αποσβολωμένοι το βουνό που δέχτηκε -αν και καθυστερημένα- τα πρώτα χιόνια του φετινού χειμώνα.
Παρά τη ζεστή ατμόσφαιρα που έχει δημιουργήσει η ξυλόσομπα και τη συζήτηση για τα τοπικά προβλήματα, πρέπει να επιστρέψουμε στον κύριο όγκο του βουνού, στα ανατολικά, για να πάρουμε το αυτοκίνητό μας. Οι επιλογές μας για τη διαδρομή δεν είναι και πολλές. Έτσι καταλήγουμε στο μονοπάτι Ε4 που περνά από την Κουφόλακα κάτω από τις κορυφές Πάνω και Κάτω Ψηλό. Ανάμεσά τους ο τεράστιος καταρράκτης Ανεμιστός, που τα νερά του εξανεμίζονται πριν φτάσουν κάν κάτω. Το διεθνές μονοπάτι Ε4 διατρέχει τη ραχοκοκαλιά της χώρας μας, ξεκινώντας από το ακρωτήριο Ταίναρο για να καταλήξει στη Φλώρινα. Από εκεί συνεχίζει βόρεια και τερματίζει στον αρκτικό κύκλο.
Κατηφορίζουμε βιαστικά το μονοπάτι που ξεκινά από το κέντρο του χωριού προς το Καλογερικό ρέμα, έχοντας θέα στις χιονισμένες κορυφές του βουνού προς τα ανατολικά. Ο καιρός είναι μουντός με συνεχή αλλά σιγανή βροχή να μας συντροφεύει. Φτάνοντας στο ρέμα, περνάμε την αυτοσχέδια γέφυρα από κορμούς και κροκάλες. Κατευθυνόμαστε προς το λόφο Μπάλα, όπου θα τον παρακάμψουμε απ’ τη νότια πλευρά του. Απ’ αυτό το σημείο έχουμε θέα στην απέναντι πλαγιά που είναι σκαρφαλωμένη η Αρτοτίνα. Τμήματα του βουνού κρυμμένα στο πέπλο της πυκνής ομίχλης μας αποκαλύπτονται, όταν γυρνάμε να κοιτάξουμε πίσω ή απέναντί μας. Για αρκετή ώρα κινούμαστε μέσα στα σύννεφα με μια αίσθηση ατμοσφαιρική και ταυτόχρονα μυστηριακή.
Το μονοπάτι στα ανατολικά της Μπάλας περνά από το εικονοστάσι του Σταυρού μέσα από δάσος με τεράστια έλατα. Σταματάμε να ξαποστάσουμε λίγα μέτρα παρακάτω σε μια πηγή. Μία πινακίδα ενημερώνει τον διψασμένο πεζοπόρο για την ύπαρξή της. Το νερό της δέχεται μια φιλοτεχνημένη λαξευμένη ξύλινη ποτίστρα. Ο καλοκάγαθος τσοπάνος που συναντήσαμε στην πηγή βάλθηκε να μας φιλέψει με τα λιγοστά του φαγώσιμα που ήταν μπομπότα, δική του φέτα και μήλα. Ξεκούραστοι και ξεδιψασμένοι, παίρνουμε το μονοπάτι προς τα κάτω και φτάνουμε στην Κουφόλακα μετά από μια ώρα χαλαρό περπάτημα. Από κάποια σημεία μέσα στο πυκνό ελατόδασος φαίνεται ο Εύηνος και η απέναντι πλαγιά από πάνω του. Σε ένα ξέφωτο του δάσους στεκόμαστε ν’ αγναντέψουμε απέναντι μήπως και διακρίνουμε τον ξεχασμένο οικισμό που μας φιλοξένησε πριν από δυο βράδια. Οι κορυφές πάνω από την Κουφόλακα είναι πασπαλισμένες με χιόνι, ενώ ο Ανεμιστός στέκει αγέρωχος με ύψος πάνω από 100 μέτρα. Λίγη ώρα κατέβασμα ακόμα μας φέρνει στο δασικό δρόμο Αθανάσιου Διάκου– Αρτοτίνας. Από κάτω «ξεδιπλώνεται» ο Εύηνος, πιο ορμητικός και φουσκωμένος, σε σχέση με το ποταμάκι που ήταν δύο μέρες πριν. Νωρίς απόγευμα πλησιάζουμε πλέον στο αυτοκίνητό μας. Τα Βαρδούσια μαζί με τον Εύηνο μας κράτησαν στις φιλόξενες πλαγιές τους και μας έδωσαν πλούσιες εμπειρίες. Πάνω απ’ όλα όμως είμαστε ευτυχείς που ο ερχομός μας στο βουνό σήμανε το τέλος μιας παρατεταμένης ξηρασίας.
Πυξίδα
Μέρες διάσχισης: Δύο. Αν υπάρχει στη διάθεσή σας και τρίτη μέρα, τότε η διαδρομή μπορεί να γίνει κυκλική με επιστροφή από το μονοπάτι Ε4, το οποίο κινείται παράλληλα προς τον ρου του Εύηνου.
Εποχή διάσχισης: Καταλληλότερη εποχή είναι η περίοδος από το τέλος του καλοκαιριού μέχρι τα τέλη φθινοπώρου, καθώς τότε παρουσιάζεται η μικρότερη ροή νερού και γίνεται ευκολότερη η διάσχιση.
Μέσο μετακίνησης: Ένα αυτοκίνητο, κατά προτίμηση 4×4, με το οποίο θα κινηθείτε άνετα μέχρι τη θέση Σταυρός, στη διασταύρωση των αγροτικών δρόμων Αθανάσιου Διάκου–Αρτοτίνας και Αθανάσιου Διάκου–Δάφνου. Από την Αρτοτίνα υπάρχει δυνατότητα επιστροφής στη θέση Σταυρός με αγροτικό αυτοκίνητο.
Πρόσβαση στο βουνό: Οι βασικές προσβάσεις στο βουνό είναι είτε από τα ανατολικά και το γραφικό Ρουμελιώτικο χωριό Αθανάσιος Διάκος (προσεγγίζεται από Μπράλο – Παύλιανη – Στρώμη), είτε από δυτικά, από το καπετανοχώρι της Δωρίδας, την Αρτοτίνα (1. από Άμφισσα – Λιδορίκι – φράγμα Μόρνου, 2. από Ρίο – Αντίρριο – Ναύπακτο – Κροκύλειο).
Βασικός εξοπλισμός: ένα ζευγάρι τηλεσκοπικά μπατόν, σακίδιο (60-80 λίτρων), παγούρι, φακός κεφαλής, μεγάλες σακούλες που θα εξασφαλίσουν στεγνά ρούχα και εξοπλισμό μέσα στο σακίδιο.
Εξοπλισμός διανυκτέρευσης: υπνόσακος σε συνδυασμό με αντίσκηνο (ή χωρίς), κάριματ (υπόστρωμα), συσκευή και κατσαρολικά μαγειρέματος camping.
Επίσης, πρέπει να προβλέψετε για δύο γεύματα (ένα βραδινό, ένα πρωινό και σοκολάτες, ξηροί καρποί, σάντουιτς κ.λπ. για τη διάρκεια της διάσχισης δύο ημερών.
Ρουχισμός: ανάλογα με την εποχή που θα επιλεγεί. Πάντως, αν η διάσχιση γίνει τέλος καλοκαιριού, μην υποτιμήσετε την εποχή. Πάρτε ζεστά ρούχα όπως κάποιο θερμοεσώρουχο ή fleece. Επίσης, φορέστε ένα ζευγάρι παπούτσια trekking. Έχετε μία αλλαξιά ρούχων μαζί σας και ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια, γιατί αυτά που φοράτε στο περπάτημα θα έχουν βραχεί.